Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2013

Ωδή - χλευαστική - στην ανεξάρτητη δικαιοσύνη




Δεν έχει περάσει και πολύς καιρός από τότε που η ηγεσία του Σύριζα εναπόθετε τις ελπίδες της για το ζήτημα της ΕΡΤ, στο ΣΤΕ και στην ελληνική δικαιοσύνη, ζητώντας με έμφαση να εφαρμοστούν οι δικαστικές αποφάσεις. Κι έχει περάσει λίγος καιρός από τότε που, με αφορμή τις συλλήψεις των ναζήδων, ηγετικά στελέχη της σοσιαλδημοκρατικής αντιπολίτευσης ζητούσαν να αφεθεί η δικαιοσύνη ανεπηρέαστη στο έργο της.
Και στις δύο περιπτώσεις πίσω από τις εκκλήσεις-παρακλήσεις υπόβοσκε μια θετική αντίληψη για τη δικαιοσύνη και τους δικαστές, που χοντρικά θεμελιωνόταν στο εξής ιδεολόγημα: η δικαιοσύνη είναι φυσικά ανεξάρτητη, απλά η “κυβέρνηση της εκτροπής”, παραβιάζει συνεχώς τη νομιμότητα, ασκεί πιέσεις στους δικαστές, παρεμποδίζοντας το έργο τους που είναι η περιφρούρηση της δημοκρατικής νομιμότητας(sic). Θα αρκούσε μια σύντομη ιστορική εξέταση του ρόλου του δικαστικού σώματος κι ολίγη από μαρξιστική θεωρία-έστω ανανεωτική φύσης- για να καταδειχτεί η ανοησία αν όχι η πολιτική απατεωνιά αυτής της άποψης. Θα αρκούσε η προσεκτικότερη μελέτη της ίδιας της απόφασης του Στε για την ΕΡΤ που νομιμοποιούσε τις απολύσεις και η επιρροή των ναζιστών στο δικαστικό σώμα για να καταρρεύσει ο μύθος της ανεξάρτητης και δημοκρατικής δικαιοσύνης. Κι αν αυτά δεν είναι αρκετά δε θα αρκούσε άραγε η σκανδαλώδης ταξικότητα των δικαστών μας, που εξαντλούν την αυστηρότητα τους σε κάθε απόκληρο, ενώ για όποιο αφεντικό παραβιάζει τα απομεινάρια του εργατικού δικαίου δείχνουν χριστιανική επιείκεια ;

Νομίζουμε πως το να μην κατανοεί κανείς τη δικαιοσύνη ως όργανο επιβολής της νομιμότητας και συνεπώς ως μέρος του σκληρού πυρήνα του κράτους, αλλά να τη θεωρεί αντίθετα εν δυνάμει προστάτη ”των δικαιωμάτων του λαού κι υπερασπιστή της δημοκρατίας” δεν πηγάζει από τη θεωρητική του ένδεια(αυτή είναι δεδομένη) αλλά από την πολιτική του στάση απέναντι στο αστικό κράτος. Εξάλλου την ίδια πάνω-κάτω άποψη έχει ο Σύριζα για την αστυνομία: η αστυνομία έχει σταγονίδια λόγω της κυβερνητικής ανοχής ή ενθάρρυνσης αλλά δεν είναι αυταρχική από τη φύση της, αστυνομία κοντά στον πολίτη κι όχι όργανο των αντιλαϊκών πολιτικών κι άλλα τέτοια (μικρο)αστικά παραμύθια.
Δεν έχουμε καμιά πρόθεση να εγκαλέσουμε κανένα στον ορθό δρόμο, ούτε πέφτουμε από τα σύννεφα, απλά η υποκρισία καλό είναι να αναδεικνύεται, ειδικά όταν με αυτή νανουρίζεται ένα μεγάλο κομμάτι του κόσμου. Το οποίο είτε λόγω φθοράς από την ασταμάτητη ταξική επίθεση των αφεντικών, είτε λόγω άρνησης της πραγματικότητας, είτε ακόμα επειδή δεν επιθυμεί να αναλάβει το κόστος των επιλογών του, έχει εναποθέσει τις ελπίδες του στην κυβερνητική αλλαγή.
Μόνο που-ας ειπωθεί ξανά-το κράτος ως εγγυητής των κοινωνικών σχέσεων εκμετάλλευσης και συνακόλουθα οι μηχανισμοί του, δηλαδή και η δικαιοσύνη δεν ταυτίζονται παρά μόνο συγκυριακά με την εκάστοτε κυβέρνηση και συνεπώς δεν αλλάζουν μαζί με αυτήν. Η εξουσία της δικαιοσύνης και της αστυνομίας δεν πηγάζει από την κυβέρνηση, αντίθετα αποτελεί τη νόμιμη βία που νομιμοποιεί την κυβερνητική εξουσία. Για την αστική σκέψη-και για τη σοσιαλδημοκρατική εκδοχή της- η πραγματικότητα εμφανίζεται αντεστραμμένη. Έτσι αντί ο νόμος να κατανοηθεί ως αποτέλεσμα της ισχύος του, η βία θεσπίζει το νόμο, είναι  η ισχύς του-η βία του-  που εμφανίζεται ως εφαρμογή του νόμου, ενός αφηρημένου κανονιστικού κώδικα.Φυσικά η εποχή της κρίσης επαναφέρει με ωμό τρόπο από τη δομή βάθους της αστικής κοινωνίας αυτή την πραγματικότητα και ο νόμος συνεχώς ταυτίζεται με το υπαρξιακό αστικό συμφέρον ή με τις επιχειρησιακές ανάγκες των ένστολων ταγμάτων. Από αυτή την ταύτιση παράγεται ο αναβαθμισμένος-παιδαγωγικός ρόλος της αστυνομίας, η συγχώνευση των εξουσιών και όλες οι ηθικοπλαστικές κριτικές για τη χαμένη νομιμότητα της εποχής της ανάπτυξης.
Τα λέμε όλα αυτά γιατί η εβδομάδα που πέρασε προσέφερε τόσα πολλά παραδείγματα επιβεβαίωσης των παραπάνω “ξύλινων αφορισμών” για το ρόλο της δικαιοσύνης αλλά και των φορέων της, των δικαστών. (τα δίκαια των οποίων πέρυσι που απεργούσαν δεν είχε αμφισβητήσει κανείς). Αυτοί οι έντιμοι ταγοί λοιπόν με τους υψηλούς μισθούς, αυτοί οιπάνσοφοι φορείς του πνεύματος του κράτους, αυτοί οι διανοούμενοι γραφειοκράτες με τη θεωρητική και πρακτική συνεισφορά τους συντελούν όχι μόνο στη θωράκιση του αστικού κράτους-αυτό είναι η τήρηση των νόμων-αλλά κυρίως στη νομική αποκρυστάλλωση των ταξικών σχέσεων της κρίσης και στη διευρυμένη αναπαραγωγή τους. Από τον πρόεδρο στη δίκη του Τάσου Θεοφίλου που αφού απέρριψε κάθε ένσταση των συνηγόρων υπεράσπισης, αφού φέρθηκε με σκαιό τρόπο στη χήρα του θύματος, επειδή δε θέλησε να αναγνωρίσει με αστυνομική βεβαιότητα στο πρόσωπο του αναρχικού το δολοφόνο του συζύγου της, κατέληξε να νομιμοποιεί την ιδεολογική εμμονή της αντιτρομοκρατικής. Ο πρόεδρος δε δίστασε να μετατραπεί σε μπάτσο που δικάζει δείχνοντας ποιο είναι το πραγματικό περιεχόμενο της δικαιοσύνης: η αστυνομία δεν αμφισβητείται γιατί είναι η αστυνομία κι ο κατηγορούμενος είναι εξ ορισμού ένοχος γιατί είναι αναρχικός. Από τους δικαστές στο Εφετείο που γεμάτοι ρατσιστικό μίσος καταδίκασαν με βαριές ποινές για απόπειρα ληστείας και κατοχή ναρκωτικών απόκληρους μετανάστες(δες τη συγκλονιστική μαρτυρία στους ΣΧΣ με τίτλο μια συνηθισμένη μέρα στο Εφετείο). Από  τις δίκες και καταδίκες συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ αποκλειστικά και μόνο λόγω της συνδικαλιστικής τους δράσης. Από την κωμωδία στη δίκη των μελών ναζιστικών ταγμάτων εφόδου -Νίκος Παπαναστασίου και Γιώργος Περρής-οι οποίου όχι μόνο δεν προφυλακίστηκαν ποτέ, όχι μόνο οι θρασύδειλοι εμπρησμοί τους θεωρήθηκαν πλημμελήματα, αλλά καταδικάστηκαν ερήμην σε 41 μήνες φυλάκιση, γιατί αποφάσισαν να αποχωρήσουν, δηλαδή φυγοδικούν! Αν σε αυτό προσθέσουμε την προ μηνός περίπου απόφαση του πρωτοδικείο που απορρίπτοντας κάθε αίτημα απελευθέρωσης και μη απέλασης ενός Αφγανού πρόσφυγα, υιοθέτησε ως σκεπτικό το σαμαρικό-χρυσαβγίτικο σκεπτικό για την κρίση, ότι η αθρόα προέλευση μεταναστών και οι ανεπαρκείς δομές του ελληνικού κράτους προκάλεσαν την οικονομική κρίση, τότε έχουμε μπροστά μας το συγκεκριμένο περιεχόμενο της ανεξάρτητης δικαιοσύνης: είναι πολιτικοποιημένη, ταξική και ανεξάρτητα από το δίκιο των πληβείων.
Όλα τα παραπάνω δεν είναι λάθη ή παραλείψεις κάποιων δικαστών, ούτε εξαιρέσεις, αλλά η ίδια η κατάσταση εξαίρεσης, η οποία εκτός από θεωρητική έννοια, είναι απτή υλική πραγματικότητα. Από τον πρόεδρο σε διατεταγμένη υπηρεσία, από το ταξικό μίσος των δικαστών, μέχρι το χάιδεμα των αβγών και τη ναζιστική ρητορική των δικαστών κι από το σιωπητήριο της δικαιοσύνης για τις συνεχείς παραβιάσεις του συντάγματος αλλά και των στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων(απαγωγές μεταναστών κι εγκλεισμός τους στα στρατόπεδα) όλα οδηγούν στο εξής συμπέρασμα: πρόκειται για εγγενή χαρακτηριστικά του θεσμού της δικαιοσύνης στα πλαίσια μάλιστα ενός κράτους έκτακτης ανάγκης, ανεξάρτητα από τις όποιες εξαιρέσεις προσώπων. Ο νομοθέτης και ο δικαστής δεν είναι άχρονες φιγούρες ενός μεταφυσικού δικαίου που εκτρέπεται στις μέρες μας και γίνεται άδικο. Είναι αντίθετα τα νομικά μαντρόσκυλα της θεσμοποιημένης αδικίας και σε όσους κάνουν ακόμα λόγο για ανεξάρτητη δικαιοσύνη, είτε νομίζουν ότι είναι φιλελεύθεροι, είτε αριστεροί έχουμε ένα ρητορικό ερώτημα. Αν ο νόμος είναι βία κι επιβάλλεται με βία,γιατί δεν καταδικάζουν αυτή τη βία; Και τέλος ας θυμίσουμε τα λόγια του ποιητή: ” δεν είναι ένοχοι όλοι οι δολοφόνοι, ούτε αθώοι όλοι οι δικαστές, μα θα ‘ταν όμορφο καθώς ξημερώνει κι οι δυο τους να ανήκαν στο χθες”.
‘Ακης Τζάρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου