Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2013

Για την επίθεση στο Ν. Ηράκλειο

Αναφορικά με την εκτέλεση των δυο φασιστών στο Ν. Ηράκλειο, έχουν ακουστεί ένα πλήθος σεναρίων για τους δράστες, τα κίνητρα και τους στόχους τους. Εν αναμονή μιας ανάληψης ευθύνης, δεν μπορεί να αποκλειστεί κανένα από τα σενάρια που ακούγονται, όσο εξωφρενικά κι αν φαίνονται εκ των προτέρων. Ωστόσο τα σενάρια αυτά κάθε αυτά μικρή σημασία έχουν, μπροστά στα υπονοούμενα που αφήνουν να αιωρούνται, πίσω από τα οποία το μεγαλύτερο τμήμα της αριστεράς αποκαλύπτει τις βαθύτερες φιλοσοφικές του ανησυχίες. Πριν όμως, ας κάνουμε ένα αναγκαίο σχόλιο για το ίδιο το γεγονός, για την απαίτηση καταδίκης και μια μεθοδολογική παρατήρηση.


Με το ίδιο νόμισμα

Το δεδομένο είναι πως δύο νέο-ι-φασίστες σκοτώθηκαν και ένας τραυματίστηκε βαριά. Τη στιγμή που δέχτηκαν το χτύπημα βρίσκονταν «σε υπηρεσία», καθώς φρουρούσαν τα τοπικά γραφεία του ναζιστικού κόμματος, (ή της εγκληματικής οργάνωσης, όπως αρέσει σε κάποιους να βαφτίζουν την ΧΑ). Χωρίς να υπερβάλει κανείς μπορεί να θεωρήσει ότι«έπεσαν στο καθήκον», ένα καθήκον που οι ίδιοι έθεσαν στον εαυτό τους. Υπενθυμίζουμε εδώ ότι το συγκεκριμένο κόμμα του οποίου τα γραφεία φρουρούσαν, βρίσκεται υπόλογο για σωρεία βίαιων και δολοφονικών επιθέσεων κατά ανθρώπινων στόχων, στις οποίες οι δράστες συμμετείχαν ύστερα από προτροπή και υπό τον σχεδιασμό του κόμματος, γεγονός το οποίο βρίσκεται άλλωστε σε πλήρη αρμονία με τις διακηρύχτηκές του αρχές. Επομένως τα θύματα είχαν πλήρη γνώση όλων αυτών και το νεαρό της ηλικίας τους (ενήλικες πάντως και επομένως κηδεμόνες του εαυτού τους) δεν δικαιολογεί οποιαδήποτε άγνοια κινδύνου, για ενδεχόμενες συνέπειες ανάλογες αυτών που η ΧΑ επιφύλασσε στα θύματά της. Βεβαίως τα μέλη της ΧΑ που δέχτηκαν την ένοπλη επίθεση σίγουρα δεν περίμεναν μια τέτοια απότομη κλιμάκωση της βίας εναντίον τους. Όμως το ίδιο ισχύει και με τα εκατοντάδες θύματα ξυλοδαρμών από τα τάγματα εφόδου της ΧΑ τα οποία υπέστησαν την φασιστική αγριότητα και πολλά κατέληξαν, χωρίς να φυλάνε κανένα γραφείο, και χωρίς να βρίσκονται σε καμία ειδική αποστολή, ούτε καν να συμμετέχουν σε μια οργανωμένη συλλογικότητα. Μπορεί κανείς να αντιτάξει ένα σωρό επιχειρήματα για την αγριότητα της επίθεσης, για το αδιανόητο της συλλογικής ευθύνης κλπ. Γι’ αυτό όμως μπορεί να μιλάει οποιοσδήποτε, αλλά όχι οι φασίστες. Αυτοί επέλεξαν με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο αυτό το δρόμο, είναι οι μαέστροι της συλλογικής ευθύνης και είναι οι τελευταίοι που έχουν το δικαίωμα να παριστάνουν τα θύματα. Πληρώθηκαν με το ίδιο νόμισμα και αυτό δεν αλλάζει οποιοσδήποτε και να το έκανε.
Η απαίτηση για καταδίκη

Το κράτος και σύσσωμος ο καθεστωτικός εσμός απαιτεί την “ομόθυμη και χωρίς υποσημειώσεις” καταδίκη της φονικής πράξης. Πρόκειται για καθαρή υποκρισία. Αυτοί που με την πολιτική τους ευθύνονται για εκατοντάδες θανάτους μεταναστών στο αιγαίο και τον Έβρο, αυτοί που κατά χιλιάδες κλείνουν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στις πιο ελεεινές συνθήκες ανθρώπους (και οι μετανάστες είναι άνθρωποι! Εντάξει ανθρωποφύλακες;) σαν να είναι ζώα. Αυτοί που με τις ρατσιστικές και εθνικιστικές πολιτικές έθρεψαν το τέρας του φασισμού. Αυτοί που με την πολιτική διαχείρισης της κρίσης (και όχι μόνο εξαιτίας της) οδηγούν σε απολύσεις και την οικονομική καταστροφή εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους στέλνοντας τους στην απόγνωση, στη μετανάστευση και μερικούς ακόμα και στην αυτοκτονία. Αυτοί που ματοκυλάνε τις διαδηλώσεις ραντίζοντας χιλιάδες πολίτες με χημικά και σπάζοντας στα τυφλά κεφάλια (εδώ υπάρχει συλλογική ευθύνη;), αυτοί που στέλνουν τα ΜΑΤ στην Κερατέα και τις Σκουριές επιβάλλοντας ένα καθεστώς ιδιότυπης δικτατορίας με συλλήψεις και κυνηγητό ακόμα και μέσα στα σπίτια των κατοίκων. Αυτοί που συστηματικά εδώ και χρόνια κάλυπταν, ή και συμμετείχαν από κοινού με τους φασίστες στις επιχειρήσεις ξυλοδαρμού και εκμετάλλευσης μεταναστών, πράξεις που ως γνωστόν έχουν οδηγήσει σε δεκάδες δολοφονίες και εκατοντάδες άγριους τραυματισμούς χωρίς καμία τιμωρία (παρά μόνο συγκάλυψη), αυτοί που έστελναν στο αρχείο όσες τέτοιες υποθέσεις έφταναν στη δικαιοσύνη, αυτοί τολμάνε να μιλάνε για την αξία της ανθρώπινης ζωής και για ομόθυμες καταδίκες. Ας ζητήσουν τότε αναδρομικά και οι γερμανοί την καταδίκη των επιθέσεων που δέχτηκε η Βέρμαχτ και τα SS από τον ΕΛΑΣ κατά τη διάρκεια της κατοχής και που ενδεχομένως τα θύματά τους να μην είχαν λερώσει τα χέρια τους με αίμα. Ουστ από δω φαρισαίοι, υποκριτές!

Ο φόνος των δύο μελών της ΧΑ, φαίνεται να είναι μια πράξη αντεκδίκησης για τα εγκλήματα που σωρηδόν έχει διαπράξει το συγκεκριμένο φασιστικό κόμμα. Αν δεν είναι αυτό και είναι κάτι άλλο (προβοκάτσια, ξεκαθάρισμα λογαριασμών κοκ) τότε προς τι η “ομόθυμη καταδίκη”; (Αλήθεια η αριστερά εκείνη που έσπευσε από την πρώτη στιγμή να καταδικάσει, τι ακριβώς καταδικάζει; Την προβοκάτσια, το ξεκαθάρισμα λογαριασμών, ή μια πράξη (αιματηρή βεβαίως) εκδίκησης; Αν δηλαδή αποδεικνυόταν ότι μυστικές υπηρεσίες, κυπατζήδες, ή μαφιόζοι εκτέλεσαν κάποιο συμβόλαιο θανάτου για τους δικούς τους λόγους, αυτό είναι ένα πολιτικό γεγονός με το οποίο πρέπει να ασχοληθεί ο πολιτικός κόσμος και δη η αριστερά; Άρα η ουσία μιας καταδίκης δεν είναι τόσο ο θάνατος δύο ανθρώπων, αλλά το πολιτικό υπόβαθρο αυτής της βίαιης ενέργειας. Σε κάθε άλλη περίπτωση είναι η προβοκάτσια που στόχο έχει τη δικαιολόγηση ενός χτυπήματος κατά της αριστεράς πράγμα όμως που δεν έχει σχέση με “στυγερά εγκλήματα”, αλλά με τον απώτερο στόχο του όλου σκοτεινού σχεδίου. Αν δηλαδή σκοτωθούν κυπατζήδες και φασίστες αναμεταξύ τους για να βρουν μια αφορμή να τσακίσουν την αριστερά, θα στέλνουμε καταδίκες για το στυγερό έγκλημα και για τα αθώα θύματα;)

“Ναι αλλά έτσι δεν θα ανοίξει ένας κύκλος αίματος, που μπορεί να μετεξελιχθεί σε εμφύλιο;”. Πράγματι, μόνο που αυτόν τον κύκλο αίματος τον έχει ανοίξει ήδη η ΧΑ(υπάρχει κανείς που αμφιβάλει;;;) στην οποία τώρα πρέπει να βαράμε προσοχές μήπως και καλμάρει. Ξεχνάτε κύριοι τι συνέβαινε σε αυτή τη χώρα εδώ και 3-4 χρόνια; Έπρεπε να δολοφονηθεί ο Φύσσας για να μάθει ο κόσμος τις αγαθοεργίες της ΧΑ, γιατί μέχρι τότε τα κιτρινόφυλλά σας μαζί με τα γκεμπελίστικα κανάλια σας είχαν φροντίσει να μας λένε ότι το συγκεκριμένο κόμμα μοιράζει τρόφιμα σε αναξιοπαθούντες και συνοδεύει γριές στα ΑΤΜ για να πάρουν τη σύνταξή τους. Εσείς ήσασταν επίσης που είχατε σπείρει το ρατσιστικό μίσος για τους πλέον απόκληρους (τους μετανάστες) που ήρθαν εδώ για ένα κομμάτι ψωμί και εσείς μαζί με τους ΧΑβγίτες σας θέλετε να τους κάνετε και επίσημα σκλάβους. Είναι δυνατόν κανείς να ασκεί τέτοια ανεξέλεγκτη βία και να μην πάρει ποτέ την απάντηση που του αναλογεί; Κακό; Ναι κακό. Πολύ κακό να χάνονται ζωές ακόμα και των “παιδιών” της ΧΑ. Αλλά αυτό να πάτε να το πείτε στη μάνα του Φύσσα και στις μανάδες των δεκάδων μεταναστών που έχουν σκοτωθεί, είτε από τους φασίστες είτε από τις αστυνομικές επιχειρήσεις κάτω πάντα από “αδιευκρίνιστες συνθήκες”. Η βία κύριοι επιστρέφεται, ακόμα και αν ο νομικός σας πολιτισμός θέλει η βία, σε μια ευνομούμενη πολιτεία όπως τη λετε, να είναι μονοπώλιο του κράτους. Αν όμως η πολιτεία δεν είναι ευνομούμενη; Τότε δεν θα πάρουν κάποιοι το νόμο στα χερια τους; Αν ας πούμε το “εσωτερικών υποθέσεων” κάνει μια έρευνα (άλλο και τούτο, να ελέγχεται μια υπηρεσία από την ίδια και όχι ας πούμε από μια ανεξάρτητη αρχή πχ την αμνηστία) και ανακαλύπτει ότι σχέση με έκνομη δράση από κοινού με τη ΧΑ είχε το αστρονομικό νούμερο των 6-7 αστυνομικών, θέλετε αυτό να γίνει πιστευτό και από την υπόλοιπη κοινωνία; Μόνο και μόνο απ’ αυτό, δεν φαίνεται ότι θέλετε ξανά να κουκουλώσετε τις ευθύνες σας; Γιατί να μην σκεφτεί κανείς ότι και η δήθεν “εξάρθρωση” της ΧΑ δεν θα καταλήξει όσο περνάει ο καιρός σε ένα φιάσκο. Μήπως δεν πρέπει να πάρουμε στα σοβαρά τα λόγια του Φαήλου Κρανιδιώτη «Δεν βρίζω εθνικιστές. Τις “σφαίρες” μου τις φυλάω για τον αληθινό αντίπαλο». Τι άλλο θέλει να μας πει ο μυστικοσύμβουλος του πρωθυπουργού εκτός από το προφανές: Ότι με τη ΧΑ είσαστε φιλαράκια και το πογκρόμ το φυλάτε για την αριστερά και τον κόσμο που μάχεται τις άθλιες πολιτικές σας υπερασπιζόμενος το δικαίωμά του στη ζωή. Όλα αυτά επιβεβαιώνουν ότι το κράτος δεν είναι διαιτητής ανάμεσα στους φασίστες και τους αντιπάλους τους ή και τα θύματά τους, αλλά ένας αρωγός της φασιστικής δράσης. Και ο φασισμός μια εφεδρεία, ακόμα και αν σήμερα δεν είναι η κυρίαρχη επιλογή. Αυτό λοιπόν είναι το υπόβαθρο της αυτοδικίας.

Όσο για τον εμφύλιο που δήθεν φοβάστε, τον έχετε ήδη ξεκινήσει και η ΧΑ είναι αυτή που τον οργανώνει από τα κάτω. Γιατί τι άλλο είναι οι δολοφονίες και τα λιντσαρίσματα που επιδίδεται κατ’ εξακολούθηση η συγκεκριμένη οργάνωση υπό την ανοχή και τη συνενοχή του κράτους; Πως λέγεται κύριοι αυτό, αν όχι τρομοκρατία, αν όχι εμφύλιος; Όταν σκοτώνουν ανθρώπους τι είναι φιλική αναμέτρηση. Όταν απειλούν ότι “οι ξιφολόγχες θα ακονίζονται στο πεζοδρόμιο” τι είναι, αν όχι εμφύλιος; Όταν εσείς αντιμετωπίζετε τους διαδηλωτές σαν κατσαρίδες που πρέπει να ψεκαστούν, τι είναι, αν όχι εμφύλιος; Όταν στις μεγάλες μαζικές διαμαρτυρίες συλλαμβάνατε μέσα σε 2 ώρες 500 και 800 άτομα σωρηδόν (συλλογική ευθύνη ε) τι ήταν αν όχι εμφύλιος; Μήπως οι διαδηλωτές ήταν ξένοι πράκτορες που έκαναν εισβολή στη χώρα; Αλλά και τους μετανάστες που τους συμπεριφέρεται το κράτος σαν αν είναι δούλοι στην αρχαία Ελλάδα, που τους κυνηγάει όταν προσπαθούν να κερδίσουν ένα κομμάτι ψωμί, όταν τους κλείνετε στα στρατόπεδα, όταν η γραμμή στην Ευρώπη είναι να τους πνίγετε στη μεσόγειο, αυτό τι είναι, ανθρωπισμός, σεβασμός στα ατομικά δικαιώματα; Όταν το κράτος τώρα απολύει τους δημοσίους υπαλλήλους αφού πρώτα τους διασύρει τι είναι αν όχι άσκηση βίας;Καλλιεργείτε συστηματικά τον κανιβαλισμό και το μίσος όλων εναντίων όλων και μετά τολμάτε να μιλάτε για αποτροπή του εμφυλίου. Και όταν λετε εμφύλιο για να το ξεκαθαρίσουμε και αυτό εννοείτε εμφύλιο ταξικό πόλεμο. Γιατί αυτό φοβάστε. Όχι γενικά τον εμφύλιο, γιατί αυτό δεν σας ενοχλεί καθόλου. Να εξοντώνετε τους ανθρώπους και να μην έχετε μέτωπο αντίστασης. Να νοιώθει ο καθένας μόνος, να του κόβει η ΔΕΗ το ρεύμα, το αφεντικό να τον απολύει, η τράπεζα να του παίρνει το σπίτι και η εφορία το χωραφάκι του παππού του και να μην κουνιέται φύλλο. Ε, αυτό δεν θέλετε; Λοιπόν κόψτε το δούλεμα. Μπορεί να πείθετε τους ηλίθιους που σας ψηφίζουν, αλλά όχι την κοινωνία που σκέπτεται.

Η ΧΑ είναι μια αντεπαναστατική οργάνωση που, όπως εσείς, στρέφει την οργή στο εσωτερικό της κοινωνίας, ψάχνοντας εξιλαστήρια θύματα, προκειμένου να σωθούν τα αφεντικά της χώρας. Μιλάει για μασόνους, εβραίους και τοκογλύφους, αλλά χτυπάει μεροκαματιάρηδες, και απόκληρους, όπως και εσείς. Πιάνοντας μια κοινωνία στον ύπνο, που είχε στραμμένη την προσοχή της στη Μέρκελ και την τρόικα (πράγμα που σας βόλευε αφάνταστα μιας και σας απάλλασσε από τις ευθύνες σας) δεν περίμενε ότι θα δεχτεί το πισώπλατα χτύπημα των φασιστιοσυμμοριτών. Οι οποίοι χτύπησαν, όπως έχουν μάθει ως γνήσιοι φασίστες, τα πιο αγωνιστικά τα πιο πρωτοπόρα στοιχεία των από κάτω, αυτούς που αφιερώνουν τη ζωή τους στον αγώνα ενάντια στη φτώχεια και την καταπίεση. Αυτός είναι ο στόχος των φασιστών αλλά και ο δικός σας. Και τώρα τι ζητάτε, να σταθούμε προσοχή στους γερμανοτσολιάδες. Ε λοιπόν όσο σταθήκαμε προσοχή στην πηγάδα, άλλο τόσο θα σταθούμε και τώρα.

Κατά τη γνώμη μας ο αντιφασιστικός αγώνας δεν θα κριθεί με ξεκάρφωτους φόνους φασιστών με τον ίδιο τρόπο που ο αντικαπιταλιστικός αγώνας δεν είναι μια υπόθεση εκτελέσεων καπιταλιστών. Βεβαίως σε κάθε αγώνα υπάρχει η φυσική του διάσταση, αλλά μόνο σε αναλογία με την κατάσταση και μόνο αν αυτό δικαιολογείται στη συνείδηση του μαχόμενου κοινωνικού υποκειμένου που είναι και το μόνο που μπορεί να οδηγήσει σε μια εναλλακτική λύση και όχι απλά στο χάος. Όπως και να χει αν το κράτος απαιτεί καταδίκες χωρίς περιστροφές, ας καταδικάσει πρώτα τον εαυτό του για την αγαστή συνεργασία του με τους φασίστες, για τα εγκλήματα κατά μεταναστών και διαδηλωτών μέσα στα αστυνομικά τμήματα, για τη συγκάλυψη αυτών των εγκλημάτων από τη δικαιοσύνη, για το διαρκές έγκλημα των στρατοπέδων εγκλεισμού χιλιάδων μεταναστών, για τα εγκλήματα στο αιγαίο με τους αλλεπάλληλους πνιγμούς εκατοντάδων (όπως στην Λαμπεντούζα) ή και χιλιάδων μεταναστών κυρίως μικρών παιδιών, για την εμετική ρατσιστική προπαγάνδα που συστηματικά δηλητηριάζει τη μέση συνείδηση στοχοποιώντας τους μετανάστες και άλλες μειονότητες όπως οι τσιγγάνοι κάνοντας τους έτσι βορά στην εγκληματική δράση των φασιστών. Αλλά επειδή το κράτος δεν πρόκειται ποτέ να αρνηθεί τον εαυτό του, οι καταδίκες που ζητάει είναι μια δήλωση υποταγής στην αστική εξουσία, και στο μονοπώλιο άσκησης της βίας μόνον από αυτή. Και δεν πρόκειται μόνο για τους δράστες του Ν. Ηρακλείου. Το κράτος ζητάει μια γενική καταδίκη για τη βία των από κάτω, έτσι ώστε να μπορεί χωρίς κοινωνικές αντιδράσεις να συνεχίσει το αντεπαναστατικό του έργο.

Σαν επαναστάτες κομμουνιστές δεν πρόκειται να καταδικάσουμε μαζί με το κράτος, ούτε να συμπάσχουμε με τη ΧΑ, παρά που θλιβόμαστε για κάθε απώλεια ανθρώπινης ζωής. Απορρίπτουμε το δρόμο της ατομικής τρομοκρατίας γιατί δεν πιστεύουμε από θέση αρχής ότι η κοινωνική απελευθέρωση είναι μια υπόθεση εκτελέσεων. Δεν μας αφορά η εκδίκηση αυτού του είδους. Με τον ίδιο τρόπο που δεν προκρίνουμε το θάνατο του χειρότερου εγκληματία. Είναι αλήθεια ότι το μίσος για τους καταπιεστές και τους πραιτοριανούς μπορεί να γίνει ασυγκράτητο, οδηγώντας σε μια δράση μόνο εκδικητική, που γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από τον αντίπαλο, προκειμένου να αναδιοργανώσει τις γραμμές του, την ίδια στιγμή που τέτοιες πράξεις αντιμετωπίζονται με δυσπιστία από τον κόσμο που ήδη δίνει τη μάχη με το φασισμό στο δρόμο. Μας ενδιαφέρει η εξολόθρευση του συστήματος και όχι των ανθρώπων που το στηρίζουν. Σε μια επαναστατική διαδικασία, ακόμα κι αν κανείς δεν το επιθυμεί θα αναγκαστεί να ασκήσει βία κατά της αντίδρασης, με τον ίδιο τρόπο που συμβαίνει σε κάθε επανάσταση. Μόνο που αυτό θα είναι μια υπόθεση χιλιάδων αγωνιστών και σε συνθήκες εγκυμοσύνης μιας νέας κοινωνίας. Μια βία νομιμοποιημένη στη συνείδηση της επαναστατημένης κοινωνίας και όχι μιας χούφτας ζορό που νομίζουν ότι κάθε μέρα είναι η μέρα της εξέγερσης. Αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό προκαλεί την οργή της εξουσίας, αλλά δεν περιμένουμε και να αποποιηθεί την ύπαρξή της.

Λάθος ερωτήματα λάθος απαντήσεις

Πολλοί στην αριστερά και όχι μόνο, νομίζουν (ή έτσι παριστάνουν) ότι από την απάντηση στο ερώτημα “ποιος ωφελείται από το έγκλημα” προκύπτει αβίαστα η σωστή θέση. Το ερώτημα έχει πράγματι αξία, αλλά όχι για να βρει κανείς τον δράστη, και αναλόγως να πάρει θέση. Όσοι το κάνουν αυτό απλώς υπεκφεύγουν στρίβοντας δια του αρραβώνος. Έχει αξία για να δει κανείς τις επιπτώσεις μιας ενέργειας που αλλάζει τα δεδομένα του παιχνιδιού. Κάθε βίαιη ενέργεια είναι όντως μια πρόκληση που μετρά τις αντοχές όλων των πλευρών, δοκιμάζοντας και τις υπάρχουσες ισορροπίες. Αυτός όμως που την προκαλεί δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι θα ωφεληθεί. Αυτό συμβαίνει και με μια απεργία και με μια επανάσταση. Ας πούμε, η εξέγερση του Σπάρτακου στη Γερμανία (Νοέμβρης-1918 Γενάρης 1919) κατέληξε στη δολοφονία των Λήμπνεκτ και Λούξεμπουγκ στις 15/1/1919. Μήπως όταν χάνει μια απεργία, προκαλώντας δυσάρεστες επιπτώσεις στους εργάτες, θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι η κήρυξή της ήταν μια προβοκάτσια των αφεντικών; Και όμως υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν ότι τις απεργίες τις κηρύσσουν οι συνδικαλιστές για να χάνουν οι εργάτες το μεροκάματο. Μυαλό κουρκούτι δηλαδή.

Μεθοδολογικά λοιπόν πρέπει να επισημάνουμε ότι ακόμα κι αν κανείς απαντήσει σωστά στο ερώτημα «ποιος κερδίζει από το έγκλημα», αυτό είναι ένα σημαντικό στοιχείο, αλλά όχι ασφαλές κριτήριο, για να οδηγήσει στο δράστη και έτσι να λύσει το γρίφο προβοκάτσια ή τερορίστικο χτύπημα. Για παράδειγμα, τον Παύλο Φύσσα τον δολοφόνησε η χρυσή αυγή, αλλά όχι μόνο δεν «κέρδισε» κάτι από αυτό, αλλά έχασε και πολλά από τα κεκτημένα της. Φυσικά, σε ένα άλλο πλαίσιο, (δηλ. με το καθεστώς ατιμωρησίας που ίσχυε μέχρι τότε) πράγματι κέρδιζε από κάθε δολοφονία ή δολοφονικό χτύπημα -βασικά σε μετανάστες- αφού έσπερνε τρόμο στους αντιπάλους της. Επίσης πολλοί στην αριστερά πιστεύουν ότι μια βίαιη ενέργεια, στο βαθμό που αποκαλύπτεται βλάπτει πάντα τον δράστη. Όμως τα σκαμπίλια του Κασιδιάρη στην Κανέλη, αφού πρώτα πέταξε ένα ποτήρι με νερό στην Δούρου, προκάλεσαν έξαλλους πανηγυρισμούς στα social media που φιλοξενείται ο εθνικός κορμός. Ανάλογη ανταπόκριση έτυχαν και οι δολοφονίες μεταναστών που ανεξάρτητα αν χρεώνονταν στους ίδιους τους “λάθρους που σκοτώνονται αναμεταξύ τους”, ή στο τιμωρό χέρι του ελληνικού λαού που “ξεβρομίζει τον τόπο”, αντιμετωπίζονταν επίσης με χαιρεκακία και internetικούς σχολιασμούς του στυλ “ένας βρομιάρης λιγότερος” κοκ. Και όπως γράφτηκε πολύ πετυχημένα: “Εν τέλει, κάποτε-κάποτε, υπάρχουν και ωφελημένοι που δεν μπλέκονται στην παραγωγή του θανάτου. Επειδή, για παράδειγμα, οι νεκροθάφτες ωφελούνται απ’ τα τροχαία, δεν σημαίνει ότι τα προκαλούν κιόλας”. sarajevomag  Αυτά όλα αποδεικνύουν ότι το «ποιος κερδίζει τι» από κάθε δράση είναι αρκετά πιο σύνθετο από τη σχέση «αιτίας – αποτελέσματος», γιατί εμπλέκονται πολύ περισσότεροι παράγοντες, όλοι αυτοί που συνιστούν το «περιβάλλον» της πράξης, που συχνά είναι καθοριστικοί.

Άρα το ερώτημα ποιος ωφελείται είναι χρήσιμο όταν το κάνουμε όχι εκ του πονηρού, (ψάχνοντας δικαιολογίες), αλλά για να δούμε πως αλλάζει η κατάσταση και ο συσχετισμός δύναμης από αυτό το γεγονός. Και τα γεγονότα έχουν πολλούς πρωταγωνιστές και δεν μπορεί τα πάντα να είναι σχεδιασμός μυστικών και σκοτεινών δυνάμεων. Το χτύπημα στη ΧΑ, συγκεκριμένα και όχι γενικά, μπορεί να δημιουργεί αρνητικούς συσχετισμούς και όλα τα κακά που περιγράφει η αριστερά, αλλά ακόμα και έτσι δεν σημαίνει ότι είναι μια προβοκάτσια. Αλλά ας το δούμε συγκεκριμένα και χωρίς ψεκασμένες προκαταλήψεις, κάνοντας το δικηγόρο του διαβόλου.

«Ποιος κερδίζει»;

Κάποιοι απαντούν η χρυσή αυγή, καθώς με αυτό τον τρόπο περνά από το ρόλο του θύτη σ’ αυτό του θύματος. Πράγματι, η χρυσή αυγή και γίνεται θύμα και το παριστάνει, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως έτσι «κερδίζει κάτι». Βέβαια, πολλές ομαδοποιήσεις της αριστεράς αρέσκονται να υιοθετούν τον ρόλο του θύματος, ή ακόμη συχνότερα να ταυτίζονται με τα κατά καιρούς θύματα διαφόρων καταστάσεων και να νομίζουν ότι με αυτό τον τρόπο κερδίζουν τη συμπάθεια ή έστω τον οίκτο τμημάτων του λαού. Ίσως μάλιστα κατά περιπτώσεις να έχουν κέρδη από μια τέτοια στάση. Αντίθετα, η ΧΑ παρουσιάζει τον εαυτό της με εντελώς διαφορετικό τρόπο. Ας θυμηθούμε τον αρχηγό της ΧΑ όταν από τις Θερμοπύλες προκαλούσε άπαντες να διαπιστώσουν τι σημαίνει «οι ξιφολόγχες να ακονίζονται στα πεζοδρόμια». Πηγή: Κουτί Πανδώρας  Αρέσκεται να ταυτίζεται με τον θύτη, που έχει και τη δύναμη και την ατιμωρησία να επιβάλει τα πιστεύω του με τη βία. Για την ανθρώπινη σκόνη που «συνειδητά» ή έστω «παρασυρμένα» βρέθηκε σε αυτό το κόμμα, βασική παράμετρος είναι η ατιμωρησία. Γι’ αυτό και όταν συλλάβανε τους ηγέτες τους δεν μαζεύτηκαν πάνω από διακόσια άτομα να τους συμπαρασταθούν. Και αυτό δεν είναι καθόλου αντιφατικό με την πλατιά απήχηση που βρίσκουν οι ναζιστικές ιδέες και πρακτικές σε αρκετά μεγάλη μερίδα του ελληνικού λαού, όπως τουλάχιστον φαίνεται στις δημοσκοπήσεις. Απλώς αυτή η θρασυδειλία είναι ίδιον χαρακτηριστικό αυτής της ανθρώπινης σκόνης, που δυστυχώς (πρέπει να παραδεχτούμε) αποτελεί ένα όχι ευκαταφρόνητο ποσοστό του ελληνικού λαού.

Και πράγματι, ακόμα και αν η χρυσή αυγή παριστάνει το θύμα, προσπαθώντας έτσι να ξεπλυθεί, στην πραγματικότητα χάνει από το χαμό των μελών της. Καταρχήν, είναι σίγουρα δυσκολότερο να βρίσκει πλέον πρόθυμα μέλη να αναλαμβάνουν τη φύλαξη των γραφείων της και να συμμετέχουν σε βίαιες ενέργειες κατά ανθρωπίνων στόχων. Κατά δεύτερον, μια προσπάθεια να μετατρέψει το μνημόσυνο στο σημείο του φονικού σε ναζιστικό προσκύνημα, βρήκε μικρή ανταπόκριση. Τρίτον, δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει ούτε την κηδεία των μελών της, αφού οι συγγενείς των θυμάτων προτίμησαν μια στενή οικογενειακή τελετή από την μετατροπή της σε ένα σόου των φασιστών. Και τέλος γιατί η θυματοποιημένη ΧΑ δεν ταιριάζει με την ράμπο εικόνα που καλλιεργεί συστηματικά η ίδια για τον εαυτό της. Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί μια ένοπλη αντάρτικη οργάνωση που χάνει έναν μαχητή της, εν ώρα καθήκοντος, να μιλάει για τον “άδικο χαμό” ενός αθώου ανθρώπου. Αυτή η περιγραφή μπορεί να είναι κατάλληλη για όσους είναι ή νοιώθουν ότι είναι αθώα θύματα, αλλά όχι για μαχητές μιας ιδέας. Αυτοί πέφτουν για τις ιδέες τους και όσοι τους τιμούν, τους τιμούν γι’ αυτό και όχι γενικά για τον “άδικο” χαμό τους. Αν νομίζει λοιπόν κανείς ότι όλα αυτά συντείνουν στην συσπείρωση των ναζιστών, γιατί αυτός είναι ο σκοπός και όχι να περιφέρονται ως θύματα, μάλλον θα διαψευσθεί. Στον αντίποδα όμως αυτών μπορεί να διαπιστωθεί ότι “Το πολιτικό, κοινωνικό και… δικονομικό κλίμα άλλαξε άρδην και εξόφθαλμα υπέρ των φασιστών”. (Από Κατάληψη Σινιάλο)  Το δικονομικό κλίμα ίσως, μαζί και η στάση του πρωθυπουργικού επιτελείου, πουλώντας τώρα προστασία στα μέλη της πληγείσας οργάνωσης. Όμως αυτό είναι ένα παιχνίδι για την επιστροφή των ορφανών της ΧΑ στη στάνη της ΝΔ, η οποία πρέπει να δείξει ότι μπορεί να τα περιθάλψει και έτσι να τους δώσει και άφεση αμαρτιών. Όμως για τη ΧΑ το πρόβλημα παραμένει. Θα το παίζει από δω και πέρα αρνάκι ή θα επιχειρήσει να επανέλθει στο γνωστό της ρόλο; Διότι μια εξημερωμένη ΧΑ παύει να αποτελεί έναν κίνδυνο στο δρόμο. Και ο δρόμος για το φασισμό είναι το οξυγόνο του. Ίσως συνεχίσει να έχει μια εκλογική επιρροή, όσο όμως δεν την οργανώνει, θα αναγκάζεται να κινείται στα κανάλια της επίσημης δεξιάς, αδυνατώντας να έχει ένα δικό της σχέδιο προς την εξουσία. Όπως και να χει το πράγμα θα κριθεί όχι στις εντυπώσεις, αλλά στο δρόμο. Και εκεί δεν μετράνε οι συναισθηματισμοί, ούτε οι συμπάθειες, αλλά οι πραγματικές δυνάμεις που έχει να παρατάξει το κάθε στρατόπεδο. Και ευτυχώς μετά την αντιμνημονιακή εθνική ενότητα των αγανακτισμένων, ο κόσμος της αριστεράς αντιλαμβάνεται ότι σε αυτή τη χώρα δεν είμαστε όλοι φίλοι, και ο αντιφασισμός έχει αποκτήσει ήδη το δικό του στρατόπεδο.

Κάποιοι άλλοι στο ερώτημα «ποιος κερδίζει», απαντούν η κυβέρνηση. Καταφέρνει να αποπροσανατολίσει από τους αγώνες, ώστε ο κόσμος να στρέψει την προσοχή του από τη φορολογία για τα ακίνητα, τις απολύσεις, τα νέα μέτρα που ετοιμάζονται, κλπ, κλπ. (Λες και αυτό που εμποδίζει τον κόσμο να αντιδράσει είναι το ότι δεν έχει χρόνο να συζητήσει τα διάφορα μέτρα). Καταφέρνει να αλλάξει την ατζέντα, ώστε να μεταθέσει τη συζήτηση από τα «πραγματικά προβλήματα». (Λες και η ισχυρή παρουσία των ναζιστών και όσων κουβαλάνε μαζί τους, στην ελληνική κοινωνία δεν είναι ένα «πραγματικό πρόβλημα»). Καταφέρνει να επαναφέρει την θεωρία των «δύο άκρων». (Λες και ο Σαμαράς και οι συν αυτώ, είχαν ανάγκη το φόνο των δυο φασιστών για να το κάνουν. -Ας θυμηθούμε πως ο Χρύσανθος έλεγε για τα δύο άκρα και ο Φαήλος ότι κρατάει τις σφαίρες του για την αριστερά, όταν δολοφονήθηκε ο Φύσσας).

Θα πρέπει κανείς να προσμετρήσει δίπλα σε αυτά που «κερδίζει» η κυβέρνηση, και αυτά που χάνει. Και το πιο σπουδαίο είναι μάλλον ότι δεν δείχνει να έχει τον έλεγχο της κατάστασης. Ειδικά σε μια περίοδο που έχει επενδύσει στο «τάξη και ασφάλεια», σαν αντίβαρο για την τραγική οικονομική κατάσταση του ελληνικού λαού, κάθε ρωγμή στο προσωπείο του εγγυητή της ασφάλειας μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην ικανότητά της να συσπειρώνει και να αποχαυνώνει το τσούρμο των “νοικοκυραίων” οπαδών της.

Η κυβέρνηση δείχνει ότι μάλλον αιφνιδιάστηκε, παρά ότι σχεδίασε το χτύπημα. Ένας ασφαλής δείκτης γι’ αυτό είναι η συμπεριφορά των καθεστωτικών ΜΜΕ, αφού πάντα, σε μια σχεδιασμένη από τα πριν επικοινωνιακή επίθεση, αυτά σηκώνουν το βάρος της κυβερνητικής πλύσης εγκεφάλων από τις οθόνες. Τις αμέσως προηγούμενες μέρες για να στηρίξουν την απόφαση της κυβέρνησης να διεξάγει μια ρατσιστική καμπάνια, έπαιζαν το σήριαλ με τη μικρή Μαρία που δήθεν την απήγαγαν οι τσιγγάνοι. Όλο το τηλεοπτικό πρόγραμμα επί μέρες προσαρμόστηκε σ’ αυτό. Εδώ όμως όχι, και αυτό μάλλον δείχνει αιφνιδιασμό και αμηχανία μπροστά στο τετελεσμένο, παρά τον σχεδιασμό του.

Σενάρια Προβοκάτσιας! Και ο προβοκάτορας;

Άλλωστε, για να είμαστε και σοβαροί, μια «προβοκάτσια» έχει πάντα από πίσω και έναν «προβοκάτορα» που τη σχεδιάζει και την εκτελεί με σκοπό να επωφεληθεί. Δεν μπορεί κανείς να καταγγέλλει την «προβοκάτσια» και να μην ασχολείται με τον «προβοκάτορα». Η συγκεκριμένη λοιπόν έχει μόνο τρεις εκδοχές που οδηγούν και σε διαφορετικούς δράστες.
Η πρώτη είναι ότι την σχεδίασε το κυβερνητικό επιτελείο, δηλαδή ο ίδιος ο Σαμαράς, ενδεχομένως μαζί με τον Βενιζέλο, και έδωσε την εντολή εκτέλεσης (για να αλλάξει την ατζέντα, για να αποπροσανατολίσει, κλπ, κλπ). Αν κανείς όμως εκτιμά κάτι τέτοιο, είναι ανήθικο και χυδαίο να καταδικάζει το “στυγερό” έγκλημα και να κάνει τον κινέζο για τον εγκληματία. Θα έπρεπε να κατονομάσει ανοιχτά και επώνυμα τον ηθικό αυτουργό και εγκέφαλο της δολοφονίας.


Η άλλη εκδοχή είναι πως η πρωτοβουλία ανήκει σε κάποιους με ισχυρή θέση στον κρατικό μηχανισμό, που λειτούργησαν αυτόνομα, σε άγνοια της επίσημης κυβέρνησης. Φαίνεται, πράγματι πως η χρυσή αυγή έχει αρκετές συμπάθειες στο «βαθύ κράτος». Θα μπορούσε κάποιος να χρησιμοποιήσει τη θέση του στον κρατικό μηχανισμό και να οργανώσει μία τέτοια «προβοκάτσια»; Δηλαδή να σκοτώσει δυο φασίστες ώστε να ωφεληθεί η χρυσή αυγή (γιατί από θύτης γίνεται θύμα, κλπ, κλπ) και ταυτοχρόνως η κυβέρνηση (αλλάζει την ατζέντα, κλπ κλπ);; Ίσως, αλλά οι πιθανότητες είναι μηδαμινές. Πρώτον γιατί δεν αναλογεί τέτοιο κόστος γι’ αυτό το όφελος. Αν το “βαθύ κράτος” ήθελε απλά να βοηθήσει τη ΧΑ, προφανώς και δεν εξυπηρετεί το σχέδιο του Σαμαρά, αλλά κάτι που θα έμοιαζε περισσότερο με μια προσπάθεια πάνω στην ένταση να επιχειρηθεί μια “εκτροπή από την ομαλότητα” όπως διατείνεται ακόμα και η αριστερή εφημερίδα Αυγή στις 2/11.  Ένα σχέδιο αποσταθεροποίησης που λεει και η φιλοκυβερνητική προπαγάνδα, δείχνοντας όμως προς τα αριστερά. Προφανώς αποσταθεροποίηση του υπάρχοντος status quo, για ένα άλλο. Τι όμως; Ένα στρατιωτικό κίνημα; Μια φασιστική εξέγερση; Κάτι άλλο; Ποιο; Γιατί δεν είδαμε τίποτα πέρα από τα βαρετά τηλεοπτικά πάνελ και τους διαφόρους Κλουζώ της κακιάς ώρας που παρέλασαν από κει για να καταλήξουν όμως όχι σε εμφυλιοπολεμικά κηρύγματα μίσους, αλλά σε νουθεσίες για ενότητα, ηρεμία και ψυχραιμία. Επομένως προς τι να χυθεί αίμα από αυτούς τους “σκοτεινούς κύκλους της ανωμαλίας” και την ίδια στιγμή να μην μπορούν να το αξιοποιήσουν σε τίποτα πέρα από μια αναιμική προπαγάνδα κατά των άκρων και της βίας από όπου κι αν προέρχεται. Άνθρακες λοιπόν ο θησαυρός.

Το σενάριο της συνωμοσίας των μυστικών υπηρεσιών έχει εκτός από την αριστερή και μια ακροδεξιά εκδοχή. “Μακάρι να μιλούσαν ελληνικά”, είναι η ευχή των καρατζαφέρηδων. Με άλλα λόγια μυστικές υπηρεσίες του εξωτερικού. Αλήθεια γιατί; Δεν θα ήταν καλύτερα να μιλούσαν ελληνικά και μάλιστα εξαρχειώτικα. Τι νόημα έχει να μιλάνε κοσοβάρικα ή τούρκικα; Γιατί αυτό θα βόλευε κάπως την άκρα δεξιά των νεφελίμ και των ελοχίμ; Γιατί αντί να καλλιεργούν κλίμα εμφυλίου, καλλιεργούν κλίμα εθνικής ενότητας; Η απάντηση είναι γιατί ούτε και αυτοί επιδιώκουν να ανοίξει έναν κύκλος αίματος που θα ξεθάψει το φάντασμα του εμφυλίου. Προτιμούν έναν ακήρυκτο εμφύλιο,τουλάχιστον όσο αυτός είναι αποτελεσματικός. Και αυτό ήταν το μήνυμα προς τη ΧΑ μετά το φόνο του Π. Φύσσα. Γι’ αυτό και τα θύματα της επίθεσης παρουσιάζονται σαν να μην έχουν σχέση με την “εγκληματική ΧΑ”, αλλά πρόκειται για αθώα παιδιά, παρ’ όλο που η ΧΑ παραμένει “εγκληματική οργάνωση”. Επίσης οι δράστες παρουσιάζονται, με ένα τρόπο που να βολεύονται άπαντες, ως ύποπτοι, πράκτορες, προβοκάτορες, τρομοκράτες, φονιάδες, επαγγελματίες, ηλίθιοι που ακόμα κι αν είναι κάτι άλλο τελικά υποκινούνται από σκοτεινές δυνάμεις και εν πάση περιπτώσει το κράτος θα τους βρει και θα τους παραδώσει στη δικαιοσύνη. Μια νεφελώδης εικόνα για την ταυτότητά τους, που να εξαφανίζει το πολιτικό κίνητρο της πράξης τους. Το σενάριο αυτό εξυπηρετεί την ηθική απαξίωση των δραστών που τόλμησαν να πάρουν το νόμο στα χέρια τους. Αυτό ακριβώς είναι που εξοργίζει το κράτος και τον φασιστικό υπόκοσμο. Γι’ αυτό και οι πράξεις πολιτικής αυτοδικίας πρέπει να απαξιωθούν ηθικά και όχι απλά να τιμωρηθούν ποινικά. Με τον ίδιο τρόπο που απαξιώνεται κάθε βίαιη ενέργεια κατά των μηχανισμών καταστολής και άσκησης της εξουσίας. Οι από κάτω μπορούν μόνο να διαμαρτύρονται και να κλαίνε τη μοίρα τους, ποτέ όμως να στρέφονται κατά των δυναστών τους. Και όσοι εντάσσουν τον εαυτό τους στους μηχανισμούς καταστολής, στο πολιτικό προσωπικό της άρχουσας τάξης, ή στο μαχητικό δυναμικό μιας ναζιστικής οργάνωσης που “ακονίζει τα ξίφη της στην άσφαλτο” απειλώντας ότι θα χύσει το αίμα των αντιπάλων της (αυτών που πραγματικά ανήκουν στους από κάτω ή έστω τους υπερασπίζονται), είτε το συνειδητοποιούν είτε όχι, είναι πραιτοριανοί των δυναστών. Αυτό ακριβώς το ταξικό μίσος απαξιώνεται μέσα στις γραμμές των καταπιεσμένων και όσων παλεύουν για την κοινωνική απελευθέρωση, όταν η κουβέντα πάει στα πρακτοριλίκια. Έτσι η μαχητικότητα απαξιωμένη γενικά (και πάντα ύποπτη) γίνεται εύκολο θήραμα των κατασταλτικών μηχανισμών, αφού εκ των προτέρων έχει ταυτιστεί με “σκοτεινούς κύκλους, πλερωμένους χαφιέδες και σχέδια ανωμαλίας”, και όχι ως φυσικό επακόλουθο της ταξικής σύγκρουσης ή έστω το υποπροϊόν της που είναι η ατομική τρομοκρατία.

Ακόμη λιγότερο πιθανή είναι η τρίτη και τελευταία εκδοχή της «προβοκάτσιας» ότι η ίδια η χρυσή αυγή δολοφόνησε τα δύο μέλη της ώστε να αυτοκαθαρθεί. Τελικά, αν κάποιος τραβά τη θεωρία της προβοκάτσιας που ωφελεί αυτόν που την οργανώνει στις λογικές συνέπειες της, καταλήγει σε εξωφρενικά και ελάχιστα πιθανά σενάρια. Αυτό που θα εμπόδιζε τους φασίστες από κάτι τέτοιο δεν είναι η ηθική τους, αλλά η απλή λογική, αν και γενικά, δεν είναι σωστό κανείς να αποκλείει τίποτα. Ωστόσο και αυτή η εκδοχή λειτουργεί επίσης διαλυτικά όπως ήδη έχουμε πει, γιατί ο μέσος χρυσαυγίτης υποτίθεται δεν γνωρίζει ότι το χτύπημα προήλθε από τα μέσα, προκειμένου να γίνει… συμπαθής η “εγκληματική” οργάνωσή του. Εξάλλου ακόμα και στην σκέψη ότι θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο, να εκτελεστούν δυο μέλη για να σουλουπωθεί η εικόνα της ΧΑ, θα τον έκανε έξαλλο καθιστώντας την ηγεσία του ως τους μεγαλύτερους προδότες που γνώρισε ποτέ ο τόπος. Έτσι η αίσθηση ότι μπορεί να χύθηκε αίμα ως εκδίκηση για τους φόνους που έχει κάνει η ΧΑ, παραμένει και ως εκ τούτου ο φόβος, ότι κανείς δεν είναι στο απυρόβλητο. Μια προβοκάτσια αυτού του μεγέθους θα άξιζε μόνο αν την επόμενη μέρα η ΧΑ έπαιρνε την εξουσία, χρησιμοποιώντας την ως αφορμή για ένα πραξικόπημα. Το να κάψει κανείς το Ράιχσταγκ μόνο και μόνο για να δείχνει τους κομμουνιστές, θα ήταν μια πράξης ύψιστης πολιτικής ανοησίας. Το ίδιο ισχύει και για τη ΧΑ. Δεν μπορεί να εκτέλεσε δύο μέλη της μόνο και μόνο για να αλλάξει την εικόνα της. Αυτό μπορείς να το πετύχεις με αγαθοεργίες και με μια αλλαγή ύφους που ήδη η ΧΑ είχε υιοθετήσει. Εξάλλου τα εκλογικά της ποσοστά δεν έδειχναν και καμία τεράστια κάμψη, ούτε μετά τον Π.Φύσσα, ούτε και μετά τις συλλήψεις και τις αποκαλύψεις. Αν μετά το διπλό φονικό η ΧΑ έβγαινε στους δρόμους “για να πάρει εκδίκηση” τότε ίσως το επιχείρημα να άντεχε στη λογική. Το ότι τα στελέχη της ΧΑ μίλαγαν για ψυχραιμία είτε γιατί δεν είχαν δυνάμεις να βγουν στο δρόμο, είτε από επιλογή, δεν μπορεί να μην σημαίνει τίποτα. Τέλος ας φανταστούμε με οποιοδήποτε τρόπο ακόμα και τυχαία να αποκαλυπτόταν ότι πίσω από το αιματηρό περιστατικό ήταν η ίδια η ΧΑ.

Ανάμεσα στα διάφορα σενάρια έχει ακουστεί πως τα κίνητρα μπορεί να μην είναι πολιτικά, αλλά ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών ανάμεσα σε μπράβους «της νύχτας». Πράγματι, η χρυσή αυγή έχει εμπλακεί πολύ γερά σε υποθέσεις προστασίας, λαθρεμπορίου, κ.α. και επειδή και τα φράγκα είναι πολλά, αυτό την έχει φέρει σε αντιπαράθεση με παραδοσιακές συμμορίες, και κατά καιρούς έχουν τριβές σε τοπικό επίπεδο. Όμως, μια τέτοια ενέργεια θα ήταν ίσως πιο φυσικό και πιο εύκολο να γίνει σε οποιονδήποτε άλλο χώρο, και όχι κάτω από τα κομματικά γραφεία.

«Ποιος βλάπτεται»

Στο “αμείλικτο” ερώτημα, ποιος ωφελείται από το χτύπημα, προστίθεται και ένα ακόμα. “Ποιος βλάπτεται”. Και εδώ υπάρχει μια πλήρης ομοφωνία σε ολόκληρη σχεδόν την αριστερή φιλολογία αλλά και σε ένα σημαντικό τμήμα του αντιεξουσιαστικού χώρου. “Το κίνημα”. Γι’ αυτό μάλιστα και είναι “εχθρική” πράξη (ΝΑΡ) προς αυτό, “πολιτικά αποπροσανατολιστική κι επικίνδυνη” (ΕΕΚ) και “λειτουργεί αντικειμενικά προβοκατόρικα ενάντια στο αντιφασιστικό κίνημα και την αριστερά” (ΚΑΡ) Γιατί; Διότι “με αυτό το χτύπημα η κοινωνία παγώνει και πάλι” (Δρόμος Αριστεράς), “Θυματοποιεί τους νεοναζί εγκληματίες… Ενισχύει τη θεωρία των 2 άκρων και τις κατασταλτικές δυνατότητες του κράτους έκτακτης ανάγκης του Σαμαρά” (ΚΑΡ), “ανοίγει το δρόμο για να κυριαρχήσει στην ελληνική κοινωνία ο φόβος και να δικαιολογηθούν μέτρα καταστολής ενάντια σε αντιφασίστες και αριστερούς αγωνιστές. Δημιουργεί το ιδανικό άλλοθι για να επιβληθούν νομοθετήματα ενάντια στο «άλλο άκρο»… αντικειμενικά παθητικοποιεί ακόμα περισσότερο τα πιο καθυστερημένα, μικροαστικά στρώματα της κοινωνίας, σπρώχνοντάς τα στην πολιτική αγκαλιά εκείνων που υποκριτικά εμφανίζονται σαν υπερασπιστές της «τάξης», της «δημοκρατίας» και της «ασφάλειας» [Μαρξιστική Φωνή]. Η επιλογή από τις ανακοινώσεις είναι εντελώς τυχαία, και λίγο πολύ όλες είναι στο ίδιο μήκος κλίματος.

Επομένως η ενέργεια είναι “εχθρική”, “αποπροσανατολιστική” και “επιβλαβής” προς την αριστερά και το κίνημα με έναν έμμεσο και όχι άμεσο τρόπο. Από τις συνέπειες που ενδεχομένως θα πλήξουν το κίνημα από τις αντιδράσεις της κυβέρνησης ή των φασιστών.Όμως όλα αυτά ήδη συμβαίνουν. Υπάρχει ήδη η σχετική νομοθεσία, η θεωρία των άκρων είναι γνωστή εδώ και καιρό και φτάνουν μόνο οι Σκουριές, η κερατέα και μερικές μαχητικές διαδηλώσεις για να την “ενισχύουν”, η καταστολή είναι μια μόνιμη κατάσταση που αντιμετωπίζει το κίνημα σε μεγάλη ένταση τουλάχιστον τα τελευταία 5-6 χρόνια. Επομένως η κυβέρνηση ή οι φασίστες δεν χρειάζονται τέτοιες αφορμές. Επιπλέον το κράτος ακόμα και οι φασίστες δεν λειτουργούν με το θυμικό. Η αυταρχικοποίηση, το κράτος έκτακτης ανάγκης και η φασιστική βίας είναι επιλογή και προϊόν συντεταγμένων, οργανωμένων και όχι αυθόρμητων κινήσεων. Πάνω απ’ όλα είναι μια στρατηγική επιλογή, αντιμετώπισης όχι των “των ενόπλων τρομοκρατών… και της μετατροπής της πολιτικής σε θεαματική σύγκρουση μηχανισμών” (Αυγή), αλλά ολόκληρου του κινήματος που αντιστέκεται στις συνέπειες που προκύπτουν από τις πολιτικές “αντιμετώπισης τη κρίσης” που οδηγούν στην περιθωριοποίηση και την καταστροφή τεράστιων κομματιών της εργατικής τάξης και της κοινωνίας. Και πάνω απ’ όλα προληπτική καταστολή κάθε εναλλακτικής πολιτικής και κοινωνικής λύσης, που βάζει σε δοκιμασία την αναπαραγωγή του ίδιου του συστήματος. Αυτό είναι που προκαλεί την σκλήρυνση της καταστολής και τα σχετικά νομοθετήματα και όχι η δράση μερικών μεμονωμένων θιασωτών της ένοπλης βίας.

Είναι αφελές να πιστεύει επίσης κανένας ότι αποπροσανατολίζεται το κίνημα απ’ τους στόχους του. Ένα ρωμαλέο κίνημα ή μια ισχυρή αριστερά δεν έχει λόγο να αποπροσανατολιστεί από τέτοιες ενέργειες. Αυτό είναι μια ακόμα υπεκφυγή από την πραγματικότητα. Αλήθεια από τι ακριβώς αποπροσανατολίστηκε με αυτήν την ενέργεια το κίνημα; Μήπως από την απεργία της 6ης Νοέμβρη; Αυτός ήταν ο λόγος της αποτυχίας; Είναι αλήθεια ότι ένας κόσμος όταν πέφτουν πιστολιές θα φοβηθεί; Ειδικά όταν υπάρχουν νεκροί. Αλλά ας τελειώνουμε πια με αυτή την υποκρισία. Η κοινωνία έχει πάθει ήδη ανοσία με τους εκατοντάδες ή και χιλιάδες νεκρούς της κρίσης. Με όσους αυτοκτονούν, με αυτούς που πνίγονται στο αιγαίο και τη μεσόγειο προσπαθώντας να πατήσουν σε ευρωπαϊκό έδαφος (ή για αυτούς δεν έχει αξία η ζωή;). Με τα εκατομμύρια απολυμένων που δεν έχουν ούτε να φάνε. Το να πέφτει κανείς από τα σύννεφα από την όξυνση της βίας και να τη χρεώνει στους δράστες της αιματηρής επίθεσης στο Ν. Ηράκλειο είναι τουλάχιστον υποκριτικό. Κάθε βίαιο γεγονός, βρίσκει έδαφος σε μια ανάλογη βίαιη πραγματικότητα με τον ίδιο τρόπο που συμβαίνει στη Συρία ή κάποτε στη Βοσνία. Το να καταδικάζει κανείς τη βία και μάλιστα από τα αριστερά παριστάνοντας τον ΟΗΕ, ή τον παπά δεν λύνει κανένα πρόβλημα, ούτε προσανατολίζει εκ νέου το αποπροσανατολισμένο κίνημα. Το κίνημα είναι έτσι κι αλλιώς αποπροσανατολισμένο και δεν τους φταίει ο κουμπουροφόρος του Ν. Ηρακλείου. Το ίδιο και η αριστερά. Απλώς η τελευταία αξιοποιεί το χτύπημα για να φορτώσει αλλού τις δικές της ευθύνες. Και το χειρότερο, είναι ότι με τις θέσεις που παίρνει, καλλιεργεί τη σύγχυση, την ηττοπάθεια, την αίσθηση ότι οι “σκοτεινές δυνάμεις που απεργάζονται σχέδια” ελέγχουν τα πάντα, παραλύοντας μια και καλή έναν κόσμο (έστω και ένα κίνημα) που ψάχνει σοβαρές απαντήσεις και όχι κηρύγματα κατά της βίας από όπου κι αν προέρχεται. Μια αριστερά που βλέπει παντού πράκτορες και υπηρεσίες το μόνο που μας λεει είναι ότι όλα είναι χαμένα και από πριν ξεπουλημένα. Αυτό είναι το νόημα όλης αυτής της κομφουζιονιστικής μεθόδου, που αδυνατεί να πει τα πράγματα με το όνομά τους, μήπως και της ζητήσει τα ρέστα ο κάθε πρετεντέρης και ο κάθε κεδίκογλου. Και εντάξει. Ακόμα κι αν το κράτος επιδιώκει μια επιπλέον ένταση και διαταραχή της ομαλότητας (λες και τώρα δεν έχουμε ένταση, αλήθεια που πήγε η “κατοχή” και οι “τσολάκογλου”;), η αριστερά πως σκέφτεται να αμυνθεί; Αποκλιμακώνοντας τη σύγκρουση, πηγαίνοντας σπιτάκι της, παριστάνοντας τη στρουθοκάμηλο, βγάζοντας μηνύματα του στυλ “αγαπάτε αλλήλους”; Αν ο αντίπαλος θέλει ένταση θα την έχει, όσο και αν κανείς το ρίξει στις κλάψες, όσο κι αν το εξηγήσει στους φοβισμένους νοικοκύρηδες που θέλει για ψηφοφόρους του.

Άρνηση της πραγματικότητας ή Περπατώ εις το δάσος όταν ο λύκος δεν είναι εδώ

Όλα αυτά τι σημαίνουν όμως; Για την αριστερά επωφελείται η κυβέρνηση και βλάπτεται το κίνημα και η ίδια. Αν όμως δεν επωφελείται η κυβέρνηση τότε μήπως κερδίζει κάτι το κίνημα και η ίδια; Όχι βέβαια. Αυτή είναι κυρίαρχη αριστερή λογική με το κεφάλι προς τα κάτω. Σε αυτή τη σκέψη δεν υπάρχει ίχνος διαλεκτικής λογικής. Στην πραγματικότητα τα πράγματα είναι πιο σύνθετα από αυτές τις απλοϊκές σκέψεις. Καταρχήν δεν υπάρχει ένα κίνημα το οποίο εκπροσωπεί υποτίθεται αυτή η αριστερά και στο οποίο όλοι με τόσο στόμφο αναφέρονται. Αλήθεια ο ΣΥΡΙΖΑ, η Ανταρσύα και οι υπόλοιποι εκπροσωπούν το ίδιο πράγμα; Το κίνημα δεν είναι ενιαίο, ούτε και η αριστερά, ούτε και η αναρχία, ούτε όλοι όσοι στέκονται απέναντι στο σύστημα, την κυβέρνηση και την κάθε ΧΑ. Ο καθένας απ’ αυτούς εκπροσωπεί κυρίως τον εαυτό του και αναλαμβάνει και την ευθύνη των πράξεών του. Το ίδιο ισχύει και για τα μέσα που επιλέγει ο καθένας. Αν η κάθε αριστερά αναγνώριζε αυτή την πραγματικότητα, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες εκεί που τις έχει, χωρίς να προσπαθεί να εκπροσωπεί το όλο κίνημα, και όλη την κοινωνία ίσως να μπορούσε να δει πιο καθαρά τι συμβαίνει κάτω από τη μύτη της. Και να σταματήσει να κρύβεται πίσω από δήθεν υπεριστορικές και αντικειμενικές αξιολογικές κρίσεις.

Οι λόγοι που η υπαρκτή αριστερά αρνείται να αναγνωρίσει την πραγματικότητα όπως είναι και να πάρει θέση, είναι ένα ζήτημα που ξεπερνάει τα όρια αυτού του άρθρου. Το θέμα εδώ είναι η μέθοδος. Η δικαιολόγηση μιας θέσης, ύστερα από μια ανάλυση παραλογισμού που ντύνεται με το μανδύα της πιο συνεπούς λογικής, με το δήθεν αμείλικτο ερώτημα “ποιος ωφελείται και ποιος βλάπτεται”. Και πολύ περισσότερο από την απάντηση, να προκύπτει αβίαστα μια δήθεν αξιωματική θέση. Διότι δεν είναι δυνατόν να συζητήσει κανείς στα σοβαρά ένα γεγονός το οποίο είναι προβοκάτσια της ασφάλειας. Όπως δηλαδή ακριβώς γίνεται και με μια σκληρή σύγκρουση διαδηλωτών και ΜΑΤ που η αριστερά φροντίζει σχεδόν πάντα να την χαρακτηρίζει προβοκατόρικη, όπως επίσης και μια δυναμική ενέργεια όπως αυτή στις Σκουριές. Και στο τέλος να μην μπορούμε να ξεχωρίσουμε τις Σκουριές από το Ν. Ηράκλειο με τον ίδιο τρόπο που δεν μπορούμε να διακρίνουμε τη μαριχουάνα από την ηρωίνη. Έτσι αφού δήθεν ωφελείται η κυβέρνηση και η ΧΑ, βλάπτεται το κίνημα και η αριστερά. Άρα το χτύπημα έγινε από πράκτορες ή από “ηλίθιους”. Όλα έγιναν για να μας κακολογήσουν (θεωρία άκρων), αλλά εμείς δεν ψαρώνουμε, καταδικάζουμε το χτύπημα για να είμαστε σίγουροι ότι δεν θα μας ταυτίσουν με αυτό και συνεχίζουμε τον ίσιο και ατελείωτο δρόμο της προπαγάνδας που δεν έχει καμία φυσική αναμέτρηση με τους αντιπάλους μας γιατί η “ένταση” συμφέρει πάντα την εξουσία. Απλά πράγματα, χωρίς κόπο, λογικές κατασκευές άξιες μόνο για τεμπέληδες και ευκολόπιστους. Έτσι εκπαιδεύει η αριστερά τον κόσμο της και μετά όλοι αναρωτιούνται πως διαλύεται μια διαδήλωση 20000 από 5 διμοιρίες ΜΑΤ. Ή γιατί ο κόσμος βλέπει παντού, προδότες, μασόνους και ψεκασμούς αεροπλάνων.

Η αριστερά συνεχίζει να αρνείται την πραγματικότητα με τον ίδιο τρόπο που αρνιόταν, μέχρι να πέσουν τα σκαμπίλια στον Αντ1, την ύπαρξη της ΧΑ. Αρνείται να συνειδητοποιήσει ότι απέναντί της υπάρχει όχι μόνο η ΧΑ, αλλά και ένα 20% που δεν έχει κανένα πρόβλημα με τη ΧΑ η οποία ανοιχτά επιδιώκει την εξόντωση της αριστεράς και οποιουδήποτε κινήματος. Όταν αυτή η οργάνωση συστηματικά σπάει κεφάλια και τελικά φτάνει σε φόνους, έχοντας κι από πίσω της ένα 20% που δεν έχει πρόβλημα, ένα 15% που την υποστηρίζει ανοιχτά, ένα κράτος που σπρώχνει το “μόρφωμα” και μια κοινωνία που “δεν καταλαβαίνει” ότι είναι φασιστόμουτρα, αυτό χαλάει όλη την αφήγηση που έχει η αριστερά για το λαό που “ενωμένος αντιστέκεται στα μνημόνια και τους πλούσιους”. Εκτός κι αν υποθέσουμε ότι όλο αυτό το σκυλολόι που συγκινείται με τη ΧΑ και τα κατορθώματά της ανήκει στην αστική τάξη.

Επίσης αυτή η αριστερά επειδή αρνείται την πραγματικότητα αρνείται και τις -λογικές-της συνέπειες. Όταν κάποιος ασκεί επανειλημμένως βία και μάλιστα όταν αυτή η βία είναι κομμάτι του σκληρού του ιδεολογικού πυρήνα, τότε θα πρέπει να περιμένει ότι κάποτε θα γίνει αποδέκτης αυτή της βίας. Κανείς μπορεί να μην συμφωνεί με αυτή τη λύση, πιστεύοντας ότι μπορεί να δέχεται αναπάντητα χτυπήματα αυτός ή έστω αυτοί του οποίους εκπροσωπεί, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να αποφύγει το μοιραίο.
Κατάρες, ευχολόγια και ηθικολογία
Η αριστερά μας όμως αντί να δει κατάφατσα την σκληρή πραγματικότητα προτιμά να την καταριέται. Αυτή είναι και η αξία της καταδίκης. Όχι μιας καταδίκης πολιτικής, με την έννοια της απόρριψης μιας πολιτικής πράξης. Φυσικά ο καθένας μπορεί να απορρίψει οτιδήποτε για τον εαυτό του, προτείνοντας τη δική του λύση. Αυτό όμως ισχύει και για αυτούς που προτείνουν τη δική τους λύση, αναλαμβάνοντας άλλωστε και την ευθύνη. Η καταδίκη όμως είναι κάτι ευρύτερο. Καταδικάζω γενικά το φόνο, τον πόλεμο, τη βία γενικά, και τελικά την ίδια την επανάσταση. Εκτός κι αν η τελευταία δεν θα έχει βία. Εκεί καταλήγουν όσοι απεύχονται “μια κατάσταση όπου οι πολιτικές διαφορές λύνονται με μαχαίρια και αυτόματα όπλα”. (Ξεκίνημα) Λες και υπάρχει κανείς που την επιλέγει τη βία, τα μαχαίρια και τα όπλα. Αν όμως οι αντίπαλοί σου το επιλέξουν εσύ ξέρεις κανέναν άλλο τρόπο να αμυνθείς. Είναι σαν να ισχυρίζεται κανείς ότι θα έχει στρατό αλλά δεν θα έχει όπλα. Αυτά μπορεί να τα λεει είτε κανένας κακομοίρης που ζει στο συννεφάκι του, είτε ένας κομπογιαννίτης. Εκτός αν νομίζουν ότι θα τους σώσει κάποιος τρίτος (αλήθεια ποιος;).

Κρυπτόμενος κανείς πίσω από αυτές τις γενικώς αποδεκτές αρχές, μπορεί να διαπράξει απίστευτα ατοπήματα. Αν κάποιος έστελνε στον άλλο κόσμο το επιτελείο των ναζί στη Γερμανία τη δεκαετία του 30 θα ήταν μια καταδικαστέα πράξη; Όχι βέβαια. Ίσως να γλιτώναμε τα κρεματόρια. Αλλά που να κάνει τέτοιες κακές σκέψεις η υπναλέα μας αριστερά.

Η πολιτική δεν είναι ηθικολογία. Το καθήκον της αριστεράς δεν είναι να καταδικάζει γενικώς. Γιατί δεν βγήκαν ανακοινώσεις καταδίκης του φόνου του Φύσσα, παρά μόνο καλέσματα για δράση εναντίον των δολοφόνων; Όταν γίνεται ένας πόλεμος, το καθήκον δεν είναι να καταδικάσουμε τον πόλεμο ως μέσο επίλυσης των διαφορών. Βεβαίως ένας πόλεμος έχει θύματα, απ’ όλες τις πλευρές. Αυτό είναι από μόνο του ένα τραγικό γεγονός. Υπήρχε κανείς που χαιρόταν για το θάνατο των αμερικάνων στρατιωτών στο Βιετνάμ; Όχι βέβαια. Ποιος δεν θα συμπονούσε τη μάνα αυτών των “παιδιών”; Όμως αυτό δεν βγάζει κανένα καθήκον, εκτός αν το καθήκον μας είναι να μοιρολογούμε. Ούτε απαλλάσσει μια επαναστατική δύναμη από το να πάρει μια ξεκάθαρη θέση (με τους Βιετκόνγκ ή με τους αμερικάνους;). Η αριστερά μας όμως δεν θέλει να παίρνει καμία θέση, πέρα από το να χαϊδεύει τα αυτιά της μικροαστικής κοινής γνώμης, την οποία προφανώς και θεωρεί άξια της μέγιστης προσοχής της. Αυτό που έχει σημασία πίσω από κάθε αιματηρό γεγονός, αν πράγματι έχει μια πολιτική διάσταση (και δεν είναι απλώς μια ποινική υπόθεση που αφορά μονάχα τους εμπλεκόμενους) είναι το πολιτικοκοινωνικό του υπόβαθρο, αλλά και οι επιπτώσεις του στην ταξική αναμέτρηση. Βεβαίως καθένας θα επιχειρήσει να αξιοποιήσει κάθε γεγονός, ακόμα κι αν δεν το προκάλεσε. Δηλαδή η αριστερά δεν προσπάθησε να “αξιοποιήσει” (και κατηγορήθηκε γι’ αυτό) την δολοφονία του Π. Φύσσα; Τι σημαίνει δηλαδή, ότι την προκάλεσε; Ή για να μην κατηγορηθεί ότι το αξιοποιεί δεν έπρεπε να αντιδράσει; Και η κυβέρνηση με τη σειρά της μαζί και το βαθύ κράτος αξιοποιεί και το Κερατσίνι και το Ν. Ηράκλειο. Για τους δικούς του λόγους. Αυτό δεν σημαίνει ότι προκάλεσε οτιδήποτε από τα δυό. Απλά τα αξιοποιεί, όπως η αριστερά “αξιοποίησε” τον Φύσσα και η ΧΑ προσπαθεί να “αξιοποιήσει” τους δύο νεκρούς της κοκ. Αν κανείς είναι κρετίνος ή τον παριστάνει (όπως η εξέδρα πχ του “ενικού” και της Τατιάνας) είναι επόμενο να μην μπορεί να καταλάβει “γιατί τσακώνεται η αριστερά με τη ΧΑ”, ούτε “γιατί σε αυτή τη δύσκολη στιγμή για τη χώρα οι πολιτικοί δεν ενώνονται απέναντι στο κακό που μας βρήκε για να μας σώσουν”, ούτε “γιατί σκοτώνονται αθώα παιδιά στο Κερατσίνι και το Ν. Ηράκλειο”. Αυτό το κοινό αν δεν είναι περιορισμένης νοημοσύνης, αρνείται να δεχτεί την πραγματικότητα, ακριβώς γιατί νοιώθει ανίσχυρο να την αντιμετωπίσει, και στην πραγματικότητα να ικανοποιήσει το όνειρο μιας ήρεμης και φιλήσυχης ζωής. Είναι προφανές ότι σ’ αυτό το κοινό δεν μπορεί κανείς να βασιστεί για να δώσει λύσεις.

Κλιμάκωση της βίας

Οι συναισθηματισμοί εδώ δεν έχουν κανένα νόημα. Αυτό που έχει, είναι οι ψυχροί υπολογισμοί. Ακόμα και αν κανείς δεν το επιθυμεί από τους βασικούς παίκτες, δύο αιματηρά γεγονότα σε δύο μήνες οδηγούν σε μια όξυνση της αντιπαράθεσης (η αριστερά το αντιλαμβάνεται αυτό μόνο ως “στρατηγική της έντασης”) με τον ίδιο τρόπο που οδηγούσαν τα κατορθώματα της ΧΑ, αλλά και γενικά η πολιτική της κυβέρνησης. Αυτό συμβαίνει πέρα από ηθικολογίες και κηρύγματα για την αξία τη ανθρώπινης ζωής. Η κυβέρνηση την έχει χεσμένη την αξία της ανθρώπινης ζωής, όταν με ευθύνη της χιλιάδες άνεργοι και θύματα της κρίσης αυτοκτονούν και άλλοι κυριολεκτικά αρρωσταίνουν εξαιτίας της άθλιας κατάστασης που ζουν. Και όταν όλοι αυτοί διαδηλώνουν τους ραντίζει με χημικά αν δεν τους σπάει τα κεφάλια. Το ίδιο και η ΧΑ όταν αντιδρά στην κρίση κυνηγώντας ανήμπορους μετανάστες και κεφάλια αριστερών, συνδικαλιστών και αναρχικών. Αυτό είναι μια νέα αντικειμενική πραγματικότητα που το επίπεδο της βίας έχει ανέβει απότομα και η αριστερά δεν μπορεί να μην αντιλαμβάνεται ότι ένα μέρος αυτής της βίας είναι λογικό να επιστρέφεται σε αυτούς που ως κυρίαρχοι και με πλήρη συνείδηση την ασκούν στην υπόλοιπη κοινωνία. Βεβαίως, οι από κάτω, δεν είναι ένας μηχανισμός που δρα συντονισμένα και με ένα σχέδιο. Οι αντιδράσεις είναι πολυποίκιλες, πολλές φορές ανεμικές και λίγες σε σχέση με αυτό που υφίστανται, γι’ αυτό και άλλες γίνονται σπασμωδικές και βίαιες σχεδόν μόνο εκδικητικές. Μπορεί κανείς να διαφωνεί, να διαμαρτύρεται σε αυτούς που ξεπερνάνε το μέσο επίπεδο αντίδρασης, όπως συμβαίνει σε μια διαδήλωση όταν ορισμένοι αρχίζουν και τα σπάνε ή επιτίθενται στα ΜΑΤ, αλλά πολλές φορές αυτό οφείλεται στο ότι δεν είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει την πρόκληση της σύγκρουσης, που όμως οφείλει να δώσει (αλλά γι’ αυτό ας αναρωτηθεί η αριστερά του “υποχωρούμε συντεταγμένα”, αλλά τρέχουμε όπου φύγει-φύγει).

Αυτό είναι και η ατομική ένοπλη βία. Μια αντίδραση πέρα, όχι από τη λογική, αλλά πέρα από την αντοχή του κινήματος. Ενός κινήματος που βρίσκεται σε κόπωση, που δεν έχει σχέδιο, που βαδίζει στα τυφλά, που η επαναστατική προοπτική μπορεί να συγκινεί στα λόγια εκατομμύρια, αλλά στην πράξη αφορά ελάχιστους, ενώ η μόνη ρεαλιστική προοπτική είναι ο Τσίπρας παρά που κανένας δεν πιστεύει ότι θα ακυρώσει το μνημόνιο, αν γίνει πρωθυπουργός. Αυτή η αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ και δίπλα της η υπόλοιπη, διαλέγει και τώρα τον εύκολο δρόμο. Να γλύψει την κοινή γνώμη όμως αυτή διαμορφώνεται στα κανάλια. 

Δεν λέμε από τα κανάλια γιατί δεν υπάρχει τρόπος να μετρηθεί αυτή η κοινή γνώμη σε ένα καθεστώς που ακόμα και τα λόγια σου πρέπει να είναι μετρημένα. Όχι μόνο όταν μιλάς στο γυαλί, αλλά και όταν βρίσκεσαι στο λεωφορείο, στη στάση και στη δουλειά σου. Η αριστερά με αυτή τη λοβοτομημένη κοινή γνώμη θέλει να τα έχει καλά, χωρίς να γίνεται δυσάρεστη, όχι ακριβώς σε αυτή, αλλά στους διαμεσολαβητές της (κανάλια – θεσμοί κοινωνικής και πολιτικής διαμεσολάβησης), διότι τελικά αυτοί είναι η κοινή γνώμη. Επιδιώκοντας, μάταια όμως, να πείσει τους πάντες για το λογικό των επιχειρημάτων της και των θέσεών της. Αυτό είναι που απονευρώνει την αριστερά και ποτέ δεν χτίζει μια πραγματική μαχητική πτέρυγα μέσα στην κοινωνία. Μια μειοψηφία, τόσο ισχυρή όμως ποιοτικά, που θα μπορεί να πάρει την υπόθεση στα χέρια της. Αντ’ αυτού η αριστερά συνεχίζει να πουλάει τρέλα, να μην λεει τα πράγματα με το όνομά τους, να μην φτιάχνει συνειδήσεις, να πολιτεύεται σαν τους παπάδες που κάνουν κηρύγματα αγάπης για να αποκοιμίζουν το ποίμνιό τους, και όλα αυτά για να μπορεί να ελίσσεται χωρίς να γίνεται εμφανής ο συμφιλιωτικός της ρόλος. Αυτός είναι και ο σκοπός της πρακτορολογίας και της προβοκατορολογίας. Δεν είναι δυνατόν, μα δεν μπορεί, μα, μα, μα. Και ταυτόχρονα συμμετοχή στο θρήνο. Γιατί άραγε; Εμείς είχαμε ανάγκη τη συμμετοχή των φασιστών στο πένθος για τον Φύσσα; Και καλά εμείς. Μήπως τον είχε η οικογένειά του; Ο καθολικός θρήνος για τα θύματα έχει ως υπόβαθρο την εθνική ενότητα και την αποδοχή της κυρίαρχης ιδεολογίας, ότι όλοι είμαστε έλληνες. Εκεί κολλάνε και τα περί εκτελεστών που δεν μιλάνε ελληνικά και ξένων υπηρεσιών. Να δώσουν ένα πάτημα στην αριστερά για μερικές δηλώσεις μετάνοιας. Ας κλάψουμε τότε και μεις για τους νεκρούς μας μαζί με τους ταγματασφαλίτες, τους χίτες, και τον εθνικό κορμό που μπορεί να μην λέρωσε τα χέρια του, αλλά κέρδιζε από το αποτέλεσμα. Και μεις ας κλαίμε για τους βασανιστές της χούντας, για την πηγάδα, για τους χρυσαυγίτες. Αυτό θα ήταν μια ομαδική παράκρουση, και εκεί ακριβώς οδηγούν οι ηθικολογίες της αριστεράς και της κάθε τατιάνας. Σ’ αυτό το τσίρκο, δεν πρόκειται να μπούμε.

Έπρεπε να φτάσουμε στο φόνο του Φύσσα και στη συνέχεια στο φόνο των δύο μελών της ΧΑ για να αντιληφθεί η αριστερά και μαζί της η κοινωνία ότι ζούμε σε συνθήκες εμφυλίου πολέμου, χωρίς αυτός καν να έχει κηρυχθεί. Μαζί μ’ αυτό η κοινωνία συνειδητοποιεί ότι δεν είμαστε όλοι έλληνες, ούτε φτάνει το αντιμνημόνιο για να μας ενώσει. Η πραγματικότητα κάθε φορά γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρη, ξεκουκουλώνοντας τις ταξικές αντιθέσεις με τον πλέον όμως ασυμφιλίωτο τρόπο. Όχι για να βρεθεί μια μέση λύση, αλλά για να μετατρέψει τους από κάτω σε σύγχρονους δουλοπάροικους. Αυτή η διαδικασία εξελίσσεται με τον πλέον βίαιο και αδυσώπητο τρόπο, καταστρέφοντας οικογένειες, ανθρώπους, νέους, γέρους και περιουσίες μέσα σε μερικούς μήνες. Η ΧΑ και ο αντιφασισμός είναι γέννημα αυτής της κατάστασης. Είναι η αντίθεση στην πιο καθαρή της μορφή. Όποιος κλαίγεται για το κακό που τον βρήκε και δεν καταλαβαίνει γιατί οι “έλληνες σφάζονται αναμεταξύ τους” είναι άξιος της μοίρας του, με τον ίδιο τρόπο που σε ένα προχθεσινό τηλεοπτικό ρεπορτάζ αυτοί που έχαναν το σπίτι τους για χρέη στις τράπεζες έριχναν την ευθύνη στα κοράκια των πλειστηριασμών. Και είναι επίσης αλήθεια ότι κάθε τέτοια αναμέτρηση αφορά κυρίως τα πιο συνειδητά και αποφασιστικά στοιχεία των δύο στρατοπέδων. Της επανάστασης και της αντεπανάστασης. Οι πρώτοι για να καταργήσουν την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, οι δεύτεροι για να την εμπλουτίσουν με ότι πιο ελεεινό έχει ξεβράσει η ιστορία των ταξικών κοινωνιών.

K.Μαραγκός,  Κ.Ρουσίτης
Κόκκινη Ορχήστρα

1 σχόλιο:

  1. Συντροφοι ο τίτλος μπηκε εκ παραδρομης. Ο κανονικός είναι: Για την επίθεση στο Ν.Ηράκλειο
    Αν μπορειτε διορθώστε το. Ευχαριστουμε

    ΑπάντησηΔιαγραφή