Αν δεν επρόκειτο για το φασισμό, θα χαρακτηρίζαμε γελοία κωμωδία τα όσα εκτυλίσσονται τις τελευταίες μέρες στη χώρα μας, μετά την εν ψυχρώ δολοφονία του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα από μαχαιροβγάλτη των ταγμάτων εφόδου της Χρυσής Αυγής. Υπουργοί, βουλευτές, δημοσιογράφοι, παράγοντες της αστικής ζωής, δικαστές και εισαγγελείς «πέφτουν από τα σύννεφα» με αυτά που μαθαίνουν για την εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής!
Οι συνεπείς αντιφασίστες, βέβαια, ξέρουν πολύ καλά ότι δεν υπάρχει ούτε ψήγμα νέας είδησης στα όσα βλέπουν καθημερινά το φως της δημοσιότητας και διατυμπανίζονται από τα ΜΜΕ, που –κατά τη γνώριμη συνήθειά τους– έχουν ήδη «ξεχειλώσει» το θέμα, για να προκαλέσουν την κούραση και τη βαρεμάρα των τηλεθεατών και ακροατών τους. Ολα αυτά έχουν αποκαλυφθεί και καταγγελθεί εδώ και χρόνια και ιδιαίτερα την τελευταία τριετία που η νεοναζιστική συμμορία άρχισε να σημειώνει εκλογική άνοδο και διεύρυνση της κοινωνικής της επιρροής. Ολα, μηδενός εξαιρουμένου. Το μόνο νέο είναι πως έχουμε νεκρό Ελληνα, γιατί νεκρούς μετανάστες είχαμε ήδη, όπως και τραυματίες, μετανάστες και Ελληνες.
Εμείς, λοιπόν, όλοι οι συνεπείς αντιφασίστες, που δεν πέφτουμε από τα σύννεφα, καθώς είναι οι δικές μας αποκαλύψεις και καταγγελίες που γίνονται τώρα είδηση, ενώ πριν περνούσαν στο ντούκου, οφείλουμε να αποστούμε από την κυρίαρχη προπαγάνδα και τις πολιτικές καντρίλιες ανάμεσα στα κόμματα του αστικού κοινοβουλευτισμού και να χαράξουμε μια κόκκινη διαχωριστική γραμμή, όχι μόνο με το νεοναζισμό, αλλά και με την αστική πολιτική, που είναι η μήτρα που γεννά και θεριεύει το φασισμό.
Χρόνια τώρα η νεοναζιστική συμμορία λειτουργούσε σε στενή συνεργασία με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους, με τη σύμφωνη γνώμη των κυβερνήσεων, πράσινων και γαλάζιων. Χρόνια τώρα η νεοναζιστική συμμορία ήταν αυτή που έγραφε τη ρατσιστική ατζέντα, σπέρνοντας το μίσος κατά των μεταναστών και οργανώνοντας νυχτερινά πογκρόμ ενάντιά τους, ενώ οι δυνάμεις του αστικού δικομματισμού έκαναν πως δεν έβλεπαν, επειδή αυτή η ατζέντα τους βόλευε.
Κάποια στιγμή η συμμορία των μπράβων της νύχτας και των ασπόνδυλων με το άδειο από μυαλό κεφάλι θέριεψε. Απέκτησε κοινωνικό έρεισμα. Και πάλι τίποτα δεν άλλαξε στην κυρίαρχη πολιτική. Ασφαλώς και δε γουστάριζαν την εκλογική άνοδο των νεοναζί, γιατί τους έκλεβε εκλογική πελατεία, όμως στον άλλο δίσκο της ζυγαριάς βάραιναν άλλα: ο ρατσισμός, η διαμόρφωση ταγμάτων εφόδου που απειλούσαν ότι θα βάλουν τάξη και στους εργασιακούς χώρους, ο αποπροσανατολισμός εφήβων και η στρατολόγησή τους μέσω γυμναστηρίων και νυχτερινών πογκρόμ κατά μεταναστών, η δυνατότητα της προπαγάνδισης της θεωρίας των «δύο άκρων» κτλ.
Ομως, όπως δεν μπορείς να κλείσεις έναν ρινόκερο σ’ ένα υαλοπωλείο, έτσι δεν μπορείς να κλείσεις και μια νεοναζιστική συμμορία σε όρια ανεκτά από το κοινοβουλευτικό σύστημα. Η δολοφονία του Π. Φύσσα ήταν ουσιαστικά προαναγγελμένη. Θα μπορούσε να είναι κάποιος προηγούμενα κι αν ο μαχαιροβγάλτης δεν έβρισκε τον Παύλο στην καρδιά, θα υπήρχε κάποιος άλλος, σε κάποια άλλη χρονική στιγμή. Ηταν ζήτημα χρόνου και ζήτημα τύχης ως προς το πρόσωπο που θα έπεφτε θύμα τους.
Και τότε, οι κορυφές της αστικής δημοκρατίας έδειξαν εξαιρετικά ανακλαστικά. Και στο ιδεολογικό και στο πολιτικό και στο δικαστικό επίπεδο. Μόνο στο αστυνομικό επίπεδο έδειξε απροετοίμαστο το σύστημα, αλλά κι αυτό είναι απόλυτα κατανοητό. Διότι οι μπάτσοι είναι αυτοί που είχαν τη φυσική επαφή και τη στενή συνεργασία με τους νεοναζί, οπότε ήταν δύσκολο να κινηθεί ο μηχανισμός τους όπως κινήθηκαν το πολιτικό σύστημα, το δικαστικό σύστημα και τα μίντια.
Θα πάνε τη σύγκρουση με το νεοναζιστικό μόρφωμα μέχρι το τέλος; Θα κλείσουν την ηγεσία του στη φυλακή και ουσιαστικά θα το βγάλουν εκτός νόμου με τη σημερινή μορφή του; Αμφιβάλλουμε. Αλλά κι αν το κάνουν, γιατί για τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ δεν σημαίνουν τίποτα μια χούφτα υποκοσμιακοί τύποι που ξαφνικά έγιναν και κοινοβουλευτικοί, θα το κάνουν για να ενισχύσουν το μνημονιακό μέτωπο ειδικά και την αστική δημοκρατία γενικά. Οχι μόνο θα χρησιμοποιήσουν τους νεοναζί σαν μπαμπούλα, αλλά και θα εξαπολύσουν άγριο πογκρόμ κατά των λαϊκών αντιστάσεων, στο όνομα της υπεράσπισης της αστικής νομιμότητας και των θεσμών. Η θεωρία των «δύο άκρων», ακόμη κι αν σε διακηρυκτικό επίπεδο υποχωρήσει, θα αποθεωθεί σε πρακτικό επίπεδο. Οι νέες διώξεις κατά κατοίκων της Χαλκιδικής για «ένταξη σε εγκληματική οργάνωση» είναι μια μικρή πρόγευση αυτού που πρόκειται ν’ ακολουθήσει.
Ηδη, ακόμη και τούτες τις μέρες, που σφραγίζονται από τη μια από τη συναισθηματική φόρτιση που επέφερε η δολοφονία του αντιφασίστα και από την άλλη από τη «χρυσαυγιάδα» της κυβέρνησης και των ΜΜΕ, δημοσιολόγοι του αστικού Τύπου εξακολουθούν να ξιφουλκούν κατά της «βίας», της «ανομίας», της «ανυπακοής», του «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», της «παράδοσης της μεταπολίτευσης», υποστηρίζοντας ξεδιάντροπα ότι αυτές οι αντιλήψεις και πρακτικές είναι που έθρεψαν το νεοναζιστικό φαινόμενο. Κι είναι πολλοί αυτοί που αρθρογραφούν προωθώντας αυτή την υπογραφή και «βαριές υπογραφές» μάλιστα.
Στο παιχνίδι αυτό, το παιχνίδι του «συνταγματικού τόξου», συμμετέχει και ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις ενστάσεις που από την πρώτη στιγμή εξέφρασε διά του Π. Λαφαζάνη η αριστερή του πτέρυγα. Αυτό το νόημα είχε η διατύπωση (παράλληλα με τη ΔΗΜΑΡ) της πρότασης για σύγκληση συμβουλίου αρχηγών υπό τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ίσως να κάνουν πίσω, όταν δουν ότι κάτι τέτοιο πάει να τους εγκλωβίσει σ’ ένα μέτωπο που μόνο τη συγκυβέρνηση θα βολεύει, όμως αυτό θα αποδείξει ότι δεν κάνουν πολιτική αρχών ούτε στο ζήτημα του αντιφασιστικού πολέμου, αλλά δρουν καθαρά καιροσκοπικά και πολιτικάντικα, με τα μάτια στην κάλπη.
Υπάρχει ασφαλώς μια χοντρή διαχωριστική γραμμή. Μόνο που αυτή η γραμμή δεν προσδιορίζεται από την αστική δημοκρατία και το σύνταγμά της. Αυτή η γραμμή χωρίζει τον ελληνικό λαό από τον καπιταλισμό και τους υπηρέτες του, οι πιο αποκρουστικοί από τους οποίους είναι οι νεοναζί. Στο εξώφυλλο του προηγούμενου φύλλου της «Κ» δημοσιεύσαμε κάποια σοφά λόγια του Μπρεχτ: «Ο φασισμός δεν μπορεί να πολεμηθεί παρά σαν καπιταλισμός στην πιο ωμή και καταπιεστική του μορφή, σαν ο πιο θρασύς κι ο πιο δόλιος καπιταλισμός».
Αυτά τα σοφά λόγια είναι οδηγός μας και σήμερα, αλλιώς θα βρεθούμε να στηρίζουμε τους δυνάστες μας, στο όνομα της από κοινού καταπολέμησης των νεοναζί. Αν η αστική δημοκρατία θέλει να καταστείλει τη σημερινή οργανωμένη έκφραση του νεοναζισμού, μπορεί εύκολα να το κάνει. Όμως τον κοινωνικό εκφασισμό δε θα τον εξαλείψει, γιατί η ίδια τον γεννά και τον εκτρέφει, γιατί τον χρειάζεται ως εφεδρεία του συστήματός της. Τον κοινωνικό εκφασισμό είναι χρέος δικό μας να τον καταπολεμήσουμε. Αποκαλύπτοντας τη μήτρα που τον γεννά και τσακίζοντας αποφασιστικά κάθε οργανωμένη εμφάνισή του. Ας έχουμε δε υπόψη μας, ότι το κατασταλτικό οπλοστάσιο που μελετάται να εφαρμοστεί ενάντια στους νεοναζί είναι το «αντιτρομοκρατικό» οπλοστάσιο, που δεν φτιάχτηκε γι’ αυτούς, αλλά για εμάς.
Οι συνεπείς αντιφασίστες, βέβαια, ξέρουν πολύ καλά ότι δεν υπάρχει ούτε ψήγμα νέας είδησης στα όσα βλέπουν καθημερινά το φως της δημοσιότητας και διατυμπανίζονται από τα ΜΜΕ, που –κατά τη γνώριμη συνήθειά τους– έχουν ήδη «ξεχειλώσει» το θέμα, για να προκαλέσουν την κούραση και τη βαρεμάρα των τηλεθεατών και ακροατών τους. Ολα αυτά έχουν αποκαλυφθεί και καταγγελθεί εδώ και χρόνια και ιδιαίτερα την τελευταία τριετία που η νεοναζιστική συμμορία άρχισε να σημειώνει εκλογική άνοδο και διεύρυνση της κοινωνικής της επιρροής. Ολα, μηδενός εξαιρουμένου. Το μόνο νέο είναι πως έχουμε νεκρό Ελληνα, γιατί νεκρούς μετανάστες είχαμε ήδη, όπως και τραυματίες, μετανάστες και Ελληνες.
Εμείς, λοιπόν, όλοι οι συνεπείς αντιφασίστες, που δεν πέφτουμε από τα σύννεφα, καθώς είναι οι δικές μας αποκαλύψεις και καταγγελίες που γίνονται τώρα είδηση, ενώ πριν περνούσαν στο ντούκου, οφείλουμε να αποστούμε από την κυρίαρχη προπαγάνδα και τις πολιτικές καντρίλιες ανάμεσα στα κόμματα του αστικού κοινοβουλευτισμού και να χαράξουμε μια κόκκινη διαχωριστική γραμμή, όχι μόνο με το νεοναζισμό, αλλά και με την αστική πολιτική, που είναι η μήτρα που γεννά και θεριεύει το φασισμό.
Χρόνια τώρα η νεοναζιστική συμμορία λειτουργούσε σε στενή συνεργασία με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους, με τη σύμφωνη γνώμη των κυβερνήσεων, πράσινων και γαλάζιων. Χρόνια τώρα η νεοναζιστική συμμορία ήταν αυτή που έγραφε τη ρατσιστική ατζέντα, σπέρνοντας το μίσος κατά των μεταναστών και οργανώνοντας νυχτερινά πογκρόμ ενάντιά τους, ενώ οι δυνάμεις του αστικού δικομματισμού έκαναν πως δεν έβλεπαν, επειδή αυτή η ατζέντα τους βόλευε.
Κάποια στιγμή η συμμορία των μπράβων της νύχτας και των ασπόνδυλων με το άδειο από μυαλό κεφάλι θέριεψε. Απέκτησε κοινωνικό έρεισμα. Και πάλι τίποτα δεν άλλαξε στην κυρίαρχη πολιτική. Ασφαλώς και δε γουστάριζαν την εκλογική άνοδο των νεοναζί, γιατί τους έκλεβε εκλογική πελατεία, όμως στον άλλο δίσκο της ζυγαριάς βάραιναν άλλα: ο ρατσισμός, η διαμόρφωση ταγμάτων εφόδου που απειλούσαν ότι θα βάλουν τάξη και στους εργασιακούς χώρους, ο αποπροσανατολισμός εφήβων και η στρατολόγησή τους μέσω γυμναστηρίων και νυχτερινών πογκρόμ κατά μεταναστών, η δυνατότητα της προπαγάνδισης της θεωρίας των «δύο άκρων» κτλ.
Ομως, όπως δεν μπορείς να κλείσεις έναν ρινόκερο σ’ ένα υαλοπωλείο, έτσι δεν μπορείς να κλείσεις και μια νεοναζιστική συμμορία σε όρια ανεκτά από το κοινοβουλευτικό σύστημα. Η δολοφονία του Π. Φύσσα ήταν ουσιαστικά προαναγγελμένη. Θα μπορούσε να είναι κάποιος προηγούμενα κι αν ο μαχαιροβγάλτης δεν έβρισκε τον Παύλο στην καρδιά, θα υπήρχε κάποιος άλλος, σε κάποια άλλη χρονική στιγμή. Ηταν ζήτημα χρόνου και ζήτημα τύχης ως προς το πρόσωπο που θα έπεφτε θύμα τους.
Και τότε, οι κορυφές της αστικής δημοκρατίας έδειξαν εξαιρετικά ανακλαστικά. Και στο ιδεολογικό και στο πολιτικό και στο δικαστικό επίπεδο. Μόνο στο αστυνομικό επίπεδο έδειξε απροετοίμαστο το σύστημα, αλλά κι αυτό είναι απόλυτα κατανοητό. Διότι οι μπάτσοι είναι αυτοί που είχαν τη φυσική επαφή και τη στενή συνεργασία με τους νεοναζί, οπότε ήταν δύσκολο να κινηθεί ο μηχανισμός τους όπως κινήθηκαν το πολιτικό σύστημα, το δικαστικό σύστημα και τα μίντια.
Θα πάνε τη σύγκρουση με το νεοναζιστικό μόρφωμα μέχρι το τέλος; Θα κλείσουν την ηγεσία του στη φυλακή και ουσιαστικά θα το βγάλουν εκτός νόμου με τη σημερινή μορφή του; Αμφιβάλλουμε. Αλλά κι αν το κάνουν, γιατί για τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ δεν σημαίνουν τίποτα μια χούφτα υποκοσμιακοί τύποι που ξαφνικά έγιναν και κοινοβουλευτικοί, θα το κάνουν για να ενισχύσουν το μνημονιακό μέτωπο ειδικά και την αστική δημοκρατία γενικά. Οχι μόνο θα χρησιμοποιήσουν τους νεοναζί σαν μπαμπούλα, αλλά και θα εξαπολύσουν άγριο πογκρόμ κατά των λαϊκών αντιστάσεων, στο όνομα της υπεράσπισης της αστικής νομιμότητας και των θεσμών. Η θεωρία των «δύο άκρων», ακόμη κι αν σε διακηρυκτικό επίπεδο υποχωρήσει, θα αποθεωθεί σε πρακτικό επίπεδο. Οι νέες διώξεις κατά κατοίκων της Χαλκιδικής για «ένταξη σε εγκληματική οργάνωση» είναι μια μικρή πρόγευση αυτού που πρόκειται ν’ ακολουθήσει.
Ηδη, ακόμη και τούτες τις μέρες, που σφραγίζονται από τη μια από τη συναισθηματική φόρτιση που επέφερε η δολοφονία του αντιφασίστα και από την άλλη από τη «χρυσαυγιάδα» της κυβέρνησης και των ΜΜΕ, δημοσιολόγοι του αστικού Τύπου εξακολουθούν να ξιφουλκούν κατά της «βίας», της «ανομίας», της «ανυπακοής», του «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», της «παράδοσης της μεταπολίτευσης», υποστηρίζοντας ξεδιάντροπα ότι αυτές οι αντιλήψεις και πρακτικές είναι που έθρεψαν το νεοναζιστικό φαινόμενο. Κι είναι πολλοί αυτοί που αρθρογραφούν προωθώντας αυτή την υπογραφή και «βαριές υπογραφές» μάλιστα.
Στο παιχνίδι αυτό, το παιχνίδι του «συνταγματικού τόξου», συμμετέχει και ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις ενστάσεις που από την πρώτη στιγμή εξέφρασε διά του Π. Λαφαζάνη η αριστερή του πτέρυγα. Αυτό το νόημα είχε η διατύπωση (παράλληλα με τη ΔΗΜΑΡ) της πρότασης για σύγκληση συμβουλίου αρχηγών υπό τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ίσως να κάνουν πίσω, όταν δουν ότι κάτι τέτοιο πάει να τους εγκλωβίσει σ’ ένα μέτωπο που μόνο τη συγκυβέρνηση θα βολεύει, όμως αυτό θα αποδείξει ότι δεν κάνουν πολιτική αρχών ούτε στο ζήτημα του αντιφασιστικού πολέμου, αλλά δρουν καθαρά καιροσκοπικά και πολιτικάντικα, με τα μάτια στην κάλπη.
Υπάρχει ασφαλώς μια χοντρή διαχωριστική γραμμή. Μόνο που αυτή η γραμμή δεν προσδιορίζεται από την αστική δημοκρατία και το σύνταγμά της. Αυτή η γραμμή χωρίζει τον ελληνικό λαό από τον καπιταλισμό και τους υπηρέτες του, οι πιο αποκρουστικοί από τους οποίους είναι οι νεοναζί. Στο εξώφυλλο του προηγούμενου φύλλου της «Κ» δημοσιεύσαμε κάποια σοφά λόγια του Μπρεχτ: «Ο φασισμός δεν μπορεί να πολεμηθεί παρά σαν καπιταλισμός στην πιο ωμή και καταπιεστική του μορφή, σαν ο πιο θρασύς κι ο πιο δόλιος καπιταλισμός».
Αυτά τα σοφά λόγια είναι οδηγός μας και σήμερα, αλλιώς θα βρεθούμε να στηρίζουμε τους δυνάστες μας, στο όνομα της από κοινού καταπολέμησης των νεοναζί. Αν η αστική δημοκρατία θέλει να καταστείλει τη σημερινή οργανωμένη έκφραση του νεοναζισμού, μπορεί εύκολα να το κάνει. Όμως τον κοινωνικό εκφασισμό δε θα τον εξαλείψει, γιατί η ίδια τον γεννά και τον εκτρέφει, γιατί τον χρειάζεται ως εφεδρεία του συστήματός της. Τον κοινωνικό εκφασισμό είναι χρέος δικό μας να τον καταπολεμήσουμε. Αποκαλύπτοντας τη μήτρα που τον γεννά και τσακίζοντας αποφασιστικά κάθε οργανωμένη εμφάνισή του. Ας έχουμε δε υπόψη μας, ότι το κατασταλτικό οπλοστάσιο που μελετάται να εφαρμοστεί ενάντια στους νεοναζί είναι το «αντιτρομοκρατικό» οπλοστάσιο, που δεν φτιάχτηκε γι’ αυτούς, αλλά για εμάς.
ΚΟΝΤΡΑ - ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ 28 ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου