Πηγή: ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ PRAXIS
Σε όλες τις αμερικανικές Πολιτείες, οι κυβερνήτες επιβάλλουν ελληνικού
τύπου μέτρα λιτότητας. Οι επιχειρήσεις δεν θα δέχονταν τίποτα
διαφορετικό.
Στις ΗΠΑ, όπως και στην Αγγλία, τα
σωματεία του δημοσίου τομέα αντιμετωπίζουν περικοπές στους μισθούς, τις
συντάξεις και σε παροχές για την κάλυψη των περικοπών του
προϋπολογισμού. Φωτογραφία:Sang Tan/AP
Την προηγουμένη εβδομάδα, οι Δημοκρατικοί κυβερνήτες της Νέας Υόρκης και του Κονέκτικατ επανέλαβαν τις πολιτικές λιτότητας του Έλληνα πρωθυπουργού, κ. Παπανδρέου και του Πορτογάλου πρώην πρωθυπουργού, κ. Σώκρατες. Με αυτόν τον τρόπο, μιμήθηκαν επίσης τις πολιτικές λιτότητας των Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών ομολόγων τους, εφαρμοσμένες ουσιαστικά και στις 50 Πολιτείες.
Η λιτότητα για τους εργαζομένους και το δημόσιο, αποτελεί παντού το καπιταλιστικό «Σχέδιο Β». Ακόμη και οι ίδιοι οι καπιταλιστές βλέπουν πλέον πως το καπιταλιστικό Σχέδιο Α έχει αποτύχει.
Θα θυμάστε πως το Σχέδιο Α αποτελούσε ένα πρόγραμμα αντιμετώπισης της κρίσης μέσω της διάσωσης των τραπεζών, των ασφαλιστικών εταιριών, των μεγάλων επιχειρήσεων και των χρηματιστηριακών αγορών, με στόχο την «ανάκαμψη». H θεωρία πίσω από το Σχέδιο Α – την οποία συνηθίζαμε να αποκαλούμε «η οικονομία της διάχυσης του πλούτου προς τα κάτω» – ήταν πως η ανάκαμψη θα διαδιδόταν από τις χρηματοπιστωτικές αγορές και τους χρηματιστές σε όλους τους υπόλοιπους. Κάτι που ποτέ δεν έγινε. Έτσι, οι ίδιοι υπηρέτες του καπιταλισμού οι οποίοι επέβαλαν το Σχέδιο Α, τώρα μας σερβίρουν το Σχέδιο Β.
Οι κυβερνήτες Cuomo της Νέας Υόρκης και Malloy του Κονέκτικατ είχαν παρόμοια Σχέδια Β. Απείλησαν τα σωματεία των δημοσίων υπαλλήλων και το λαό των πολιτειών τους με σχεδόν πανομοιότυπο τρόπο. Είτε τα σωματεία θα δεχθούν τις νέες συμβάσεις, που προβλέπουν πάγωμα των μισθών και αύξηση των εισφορών τους στα ασφαλιστικά προγράμματα υγείας (καθώς και άλλες μειώσεις στις βασικές τους απολαβές), είτε οι κυβερνήτες θα απολύσουν δεκάδες χιλιάδες οργανωμένων σε σωματεία δημοσίων υπαλλήλων. Στο Κονέκτικατ, οι δημόσιοι υπάλληλοι αρχικά ψήφισαν υπέρ της απόρριψης αυτών των συμβάσεων, στη συνέχεια όμως ξαναψήφισαν υπέρ της αποδοχής τους. Στη δε Νέα Υόρκη οι δημόσιοι υπάλληλοι τις δέχτηκαν από την πρώτη ψηφοφορία.
Ας είμαστε ξεκάθαροι στο τι ακριβώς έκαναν οι δύο κυβερνήτες. Επέβαλαν ένα ιδιαίτερα επώδυνο δίλλημα στη μεγάλη μάζα των ανθρώπων που τους εξέλεξαν. Ο κάθε κυβερνήτης είπε: είτε θα απολύσω πολλές χιλιάδες δημοσίων υπαλλήλων, επιβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο δραστικές περικοπές στις δημόσιες υπηρεσίες που αφορούν το σύνολο των πολιτών, είτε θα επιβάλλω σε δεκάδες χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων, σημαντικές περικοπές στους μισθούς και τις παροχές τους.
Ο κάθε κυβερνήτης μίλησε και έδρασε λες και αυτές αποτελούσαν τις μοναδικές επιλογές – έστω και εάν αυτό είναι καταφανώς ψευδές. Ο κάθε κυβερνήτης αρνήθηκε ακόμη και να σκεφτεί ένα προφανές εναλλακτικό Σχέδιο Γ: Να αυξήσει τη φορολογία των επιχειρήσεων και των πλουσίων τόσο, όσο χρειάζεται ώστε να αποφύγει είτε τις περικοπές στην παροχή δημοσίων υπηρεσιών, είτε τις περικοπές των μισθών. Αντίθετα, ο κάθε κυβερνήτης περιφρονώντας τον κόσμο, εξανάγκασε τα σωματεία να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο απεχθείς επιλογές.
Τα σωματεία των δημοσίων υπαλλήλων δέχτηκαν με τη ψήφο τους σοβαρές περικοπές στο μισθό και τις παροχές τους. Αυτό συνέβη τη στιγμή της δημοσιοποίησης των νέων κυβερνητικών στοιχείων, τα οποία δείχνουν αύξηση του πληθωρισμού, ο οποίος αυτή τη στιγμή «τρέχει» με ρυθμό 3,5-4% το χρόνο. Οι συμβάσεις που υπέγραψαν οι δημόσιοι υπάλληλοι στη Νέα Υόρκη και το Κονέκτικατ προβλέπουν αυξήσεις μισθών 0% για τα δύο πρώτα χρόνια, και λιγότερο από 2% αύξηση για τα τελευταία χρόνια των συμβάσεων. Επιπλέον, οι εργαζόμενοι της Νέας Υόρκης δέχτηκαν την επιβολή αδειών άνευ αποδοχών, ενώ στις συμβάσεις και των δύο Πολιτειών προβλέπονται ψηλότερα ασφάλιστρα για τις υπηρεσίες υγείας και μεγαλύτερη συμμετοχή των εργαζομένων σε αυτά. Όλα αυτά αποτελούν σοβαρή υποβάθμιση του επιπέδου διαβίωσης των δημοσίων υπαλλήλων. Αυτό θα τους οδηγήσει στη μείωση των εξόδων τους, πλήττοντας έτσι τις κοινότητες, τις επιχειρήσεις και τους άλλους εργαζόμενους.
Με αυτόν τον τρόπο οι Πολιτείες θα πάρουν το ίδιο μάθημα που πήραν στην Ελλάδα, την Πορτογαλία και όπου αλλού η λιτότητα αποτέλεσε το Σχέδιο Β των κυβερνήσεων. Η λιτότητα κάνει τις καπιταλιστικές κρίσεις ακόμα πιο δύσκολες, οδυνηρές και άδικες.
Οι επιχειρήσεις και οι πλούσιοι χρηματοδοτούν τα κόμματα και τις κυβερνήσεις που σχεδιάζουν και επιβάλλουν τα Σχέδια Α και Β, ενώ αποφεύγουν το Σχέδιο Γ. Και έτσι θα παραμείνουν τα πράγματα, εκτός εάν, και μέχρι τη στιγμή που, τα επιχειρηματικά κέρδη δεν θα είναι πλέον διαθέσιμα στα διοικητικά τους συμβούλια, ώστε με αυτά από τη μία να πλουτίζουν τα μέλη τους και οι μεγαλομέτοχοι, και από την άλλη να εξαγοράζεται η υποταγή των πολιτικών. Η καλύτερη απάντηση στην κρίση του καπιταλισμού, στο αποτυχημένο Σχέδιο Α και στο άδικο Σχέδιο Β, θα ήταν ένα Σχέδιο Δ: να αλλάξουμε τη δομή οργάνωσης των παραγωγικών επιχειρήσεων στην κοινωνία μας. Τα κέρδη θα πρέπει να διανέμονται μέσα από μια δημοκρατική διαδικασία λήψης αποφάσεων, από όλους αυτούς οι οποίοι παράγουν και από αυτούς που εξαρτώνται από αυτήν, τους εργάτες και τις επηρεαζόμενες κοινότητες.
Οι ανατροπές και οι μεταστροφές αυτού του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, και ο πόνος που προκαλεί η αντιμετώπισή τους, οδηγεί από την άλλη σε μια αναμέτρηση με το Σχέδιο Δ. Το πραγματικό ερώτημα είναι το κατά πόσον οι υπέρμαχοι και οι υποστηρικτές του Σχεδίου Δ θα μπορέσουν να οργανωθούν, να κινητοποιηθούν και να εστιάσουν στην επίτευξη των στόχων τους σε αυτήν την αναμέτρηση.
Την προηγουμένη εβδομάδα, οι Δημοκρατικοί κυβερνήτες της Νέας Υόρκης και του Κονέκτικατ επανέλαβαν τις πολιτικές λιτότητας του Έλληνα πρωθυπουργού, κ. Παπανδρέου και του Πορτογάλου πρώην πρωθυπουργού, κ. Σώκρατες. Με αυτόν τον τρόπο, μιμήθηκαν επίσης τις πολιτικές λιτότητας των Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών ομολόγων τους, εφαρμοσμένες ουσιαστικά και στις 50 Πολιτείες.
Η λιτότητα για τους εργαζομένους και το δημόσιο, αποτελεί παντού το καπιταλιστικό «Σχέδιο Β». Ακόμη και οι ίδιοι οι καπιταλιστές βλέπουν πλέον πως το καπιταλιστικό Σχέδιο Α έχει αποτύχει.
Θα θυμάστε πως το Σχέδιο Α αποτελούσε ένα πρόγραμμα αντιμετώπισης της κρίσης μέσω της διάσωσης των τραπεζών, των ασφαλιστικών εταιριών, των μεγάλων επιχειρήσεων και των χρηματιστηριακών αγορών, με στόχο την «ανάκαμψη». H θεωρία πίσω από το Σχέδιο Α – την οποία συνηθίζαμε να αποκαλούμε «η οικονομία της διάχυσης του πλούτου προς τα κάτω» – ήταν πως η ανάκαμψη θα διαδιδόταν από τις χρηματοπιστωτικές αγορές και τους χρηματιστές σε όλους τους υπόλοιπους. Κάτι που ποτέ δεν έγινε. Έτσι, οι ίδιοι υπηρέτες του καπιταλισμού οι οποίοι επέβαλαν το Σχέδιο Α, τώρα μας σερβίρουν το Σχέδιο Β.
Οι κυβερνήτες Cuomo της Νέας Υόρκης και Malloy του Κονέκτικατ είχαν παρόμοια Σχέδια Β. Απείλησαν τα σωματεία των δημοσίων υπαλλήλων και το λαό των πολιτειών τους με σχεδόν πανομοιότυπο τρόπο. Είτε τα σωματεία θα δεχθούν τις νέες συμβάσεις, που προβλέπουν πάγωμα των μισθών και αύξηση των εισφορών τους στα ασφαλιστικά προγράμματα υγείας (καθώς και άλλες μειώσεις στις βασικές τους απολαβές), είτε οι κυβερνήτες θα απολύσουν δεκάδες χιλιάδες οργανωμένων σε σωματεία δημοσίων υπαλλήλων. Στο Κονέκτικατ, οι δημόσιοι υπάλληλοι αρχικά ψήφισαν υπέρ της απόρριψης αυτών των συμβάσεων, στη συνέχεια όμως ξαναψήφισαν υπέρ της αποδοχής τους. Στη δε Νέα Υόρκη οι δημόσιοι υπάλληλοι τις δέχτηκαν από την πρώτη ψηφοφορία.
Ας είμαστε ξεκάθαροι στο τι ακριβώς έκαναν οι δύο κυβερνήτες. Επέβαλαν ένα ιδιαίτερα επώδυνο δίλλημα στη μεγάλη μάζα των ανθρώπων που τους εξέλεξαν. Ο κάθε κυβερνήτης είπε: είτε θα απολύσω πολλές χιλιάδες δημοσίων υπαλλήλων, επιβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο δραστικές περικοπές στις δημόσιες υπηρεσίες που αφορούν το σύνολο των πολιτών, είτε θα επιβάλλω σε δεκάδες χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων, σημαντικές περικοπές στους μισθούς και τις παροχές τους.
Ο κάθε κυβερνήτης μίλησε και έδρασε λες και αυτές αποτελούσαν τις μοναδικές επιλογές – έστω και εάν αυτό είναι καταφανώς ψευδές. Ο κάθε κυβερνήτης αρνήθηκε ακόμη και να σκεφτεί ένα προφανές εναλλακτικό Σχέδιο Γ: Να αυξήσει τη φορολογία των επιχειρήσεων και των πλουσίων τόσο, όσο χρειάζεται ώστε να αποφύγει είτε τις περικοπές στην παροχή δημοσίων υπηρεσιών, είτε τις περικοπές των μισθών. Αντίθετα, ο κάθε κυβερνήτης περιφρονώντας τον κόσμο, εξανάγκασε τα σωματεία να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο απεχθείς επιλογές.
Τα σωματεία των δημοσίων υπαλλήλων δέχτηκαν με τη ψήφο τους σοβαρές περικοπές στο μισθό και τις παροχές τους. Αυτό συνέβη τη στιγμή της δημοσιοποίησης των νέων κυβερνητικών στοιχείων, τα οποία δείχνουν αύξηση του πληθωρισμού, ο οποίος αυτή τη στιγμή «τρέχει» με ρυθμό 3,5-4% το χρόνο. Οι συμβάσεις που υπέγραψαν οι δημόσιοι υπάλληλοι στη Νέα Υόρκη και το Κονέκτικατ προβλέπουν αυξήσεις μισθών 0% για τα δύο πρώτα χρόνια, και λιγότερο από 2% αύξηση για τα τελευταία χρόνια των συμβάσεων. Επιπλέον, οι εργαζόμενοι της Νέας Υόρκης δέχτηκαν την επιβολή αδειών άνευ αποδοχών, ενώ στις συμβάσεις και των δύο Πολιτειών προβλέπονται ψηλότερα ασφάλιστρα για τις υπηρεσίες υγείας και μεγαλύτερη συμμετοχή των εργαζομένων σε αυτά. Όλα αυτά αποτελούν σοβαρή υποβάθμιση του επιπέδου διαβίωσης των δημοσίων υπαλλήλων. Αυτό θα τους οδηγήσει στη μείωση των εξόδων τους, πλήττοντας έτσι τις κοινότητες, τις επιχειρήσεις και τους άλλους εργαζόμενους.
Με αυτόν τον τρόπο οι Πολιτείες θα πάρουν το ίδιο μάθημα που πήραν στην Ελλάδα, την Πορτογαλία και όπου αλλού η λιτότητα αποτέλεσε το Σχέδιο Β των κυβερνήσεων. Η λιτότητα κάνει τις καπιταλιστικές κρίσεις ακόμα πιο δύσκολες, οδυνηρές και άδικες.
Οι επιχειρήσεις και οι πλούσιοι χρηματοδοτούν τα κόμματα και τις κυβερνήσεις που σχεδιάζουν και επιβάλλουν τα Σχέδια Α και Β, ενώ αποφεύγουν το Σχέδιο Γ. Και έτσι θα παραμείνουν τα πράγματα, εκτός εάν, και μέχρι τη στιγμή που, τα επιχειρηματικά κέρδη δεν θα είναι πλέον διαθέσιμα στα διοικητικά τους συμβούλια, ώστε με αυτά από τη μία να πλουτίζουν τα μέλη τους και οι μεγαλομέτοχοι, και από την άλλη να εξαγοράζεται η υποταγή των πολιτικών. Η καλύτερη απάντηση στην κρίση του καπιταλισμού, στο αποτυχημένο Σχέδιο Α και στο άδικο Σχέδιο Β, θα ήταν ένα Σχέδιο Δ: να αλλάξουμε τη δομή οργάνωσης των παραγωγικών επιχειρήσεων στην κοινωνία μας. Τα κέρδη θα πρέπει να διανέμονται μέσα από μια δημοκρατική διαδικασία λήψης αποφάσεων, από όλους αυτούς οι οποίοι παράγουν και από αυτούς που εξαρτώνται από αυτήν, τους εργάτες και τις επηρεαζόμενες κοινότητες.
Οι ανατροπές και οι μεταστροφές αυτού του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, και ο πόνος που προκαλεί η αντιμετώπισή τους, οδηγεί από την άλλη σε μια αναμέτρηση με το Σχέδιο Δ. Το πραγματικό ερώτημα είναι το κατά πόσον οι υπέρμαχοι και οι υποστηρικτές του Σχεδίου Δ θα μπορέσουν να οργανωθούν, να κινητοποιηθούν και να εστιάσουν στην επίτευξη των στόχων τους σε αυτήν την αναμέτρηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου