Από το Radical Desire
1.
Νομίζω πως είναι η στιγμή να βγούν κάποια πρώτα συμπεράσματα από τον
τελευταίο και πλέον μήνα. Η ψήφιση του μεσοπρόθεσμου, με πολύ μικρότερες
αντιδράσεις και κόστος για την κυβέρνηση, από ότι στο Μνημόνιο 1,
οφείλει να προβληματίσει τις ηγεσίες όλως έκείνων των πολιτικών δυνάμεων
(της αριστεράς) που είχαν επενδύσει στη "στρατηγική της αγανάκτησης",
ως πιο αποτελεσματικής για την αντιμετώπιση της κυβερνητικής πολιτικής. Η
48ωρη απεργία ήταν μία μεγάλη αποτυχία, τόσο ως προς τη συμμετοχή: στον
ιδιωτικό τομέα προσέγγιζε το μηδέν, ενώ και στο δημόσιο δεν ξεπερνούσε
το 20%. Όσο και ως προς τον όγκο των συγκεντρώσεων. Χθες η συγκέντρωση
των συνδικάτων και της αριστεράς ήταν το 1/3 αυτής της 15 Ιούνη (για να
μην αναφερθούμε για την περυσινή 5η Μάη). Η σημερινή συγκέντρωση ήταν
ακόμη πιο μικρή. Το σχέδιο της Λαϊκής Συνέλευσης να περικυκλώσει τη
βουλή από το πρωί απέτυχε, όπως είχε αποτύχει και στις 15 Ιούνη, λόγω
χαμηλής συμμετοχής. Συμμετοχή αλλωστε που υποστηρίχθηκε κυρίως από
δυνάμεις της αριστεράς. Οι αγανακτισμένοι δεν εμφανίστηκαν, μετά τις δύο
πρώτες Κυριακές, όπου η παρουσία τους ήταν μαζική στο Σύνταγμα, έκτοτε η
συμμετοχή συνεχώς έφθινε, για να φτάσουμε στις δύο τελευταίες μέρες,
όπου απουσίαζαν σχεδόν ολοκληρωτικά. Στα πλαίσια αυτής της δυναμικής,
ακούγονταν όλο και πιο γελοίες οι ανακοινώσεις των οργανώσεων και της
λαϊκής συνέλευσης, για ένα εκατομμύριο κόσμου που θα πλημμυρίσει τους
δρόμους της Αθήνας και θα εμποδίσει την ψήφιση του μεσοπρόθεσμου, για το
λαό "που παίρνει την υπόθεση στα χέρια του" και άλλα τέτοια φαιδρά.
Οφείλει όμως η αριστερά να
βγάλει συμπεράσματα και για του είδους των πολιτικών μηνυμάτων αλλά και
της πολιτικής ενότητας που εξέπεμπε το Σύνταγμα τις τελευταίες μέρες: τη
συνύπαρξη της αριστεράς, με τμήματα της Δεξιάς και της ακροδεξίας που
είχαν καταλύσει στο Πάνω Σύνταγμα, τον λόγο περί προδοτών πολιτικών που
θα οδηγηθούν στις κρεμάλες στο Γουδί και άλλα συναφή, την πολιτική
αυτοακύρωση της αριστεράς, με την ανοχή έως και υπόρρητη στήριξη
αντικομματικών και αντισυνδικαλιστικών αφηγήσεων, την ίδια στιγμή που
κατάφερνε να ελέγξει οργανωτικά τη συνέλευση του Συντάγματος.
Όσοι προσπάθησαν όμως από την
αρχή να σταθούν κριτικά απέναντι στο κίνημα των αγανακτισμένων,
κατηγορήθηκαν για σεχταρισμό και ελιτισμό και λοιδορήθηκαν. Ακόμη και
όταν διευκρίνιζαν πως δεν ασκούσαν κριτική στον κόσμο που αυθόρμητα
κατέβαινε στις συγκεντρώσεις των αγανακτισμένων για να διαμαρτυρηθεί,
κουβαλώντας αναπόφευκτα τις ιδεολογικές και πολιτικές του αντιλήψεις,
αλλά στην αποκαλυψιακή στάση του μεγαλύτερου τμήματος της αριστεράς
απέναντι στο κίνημα, και στην ερμηνεία της πραγματικότητας μέσα από την
προβολή των φαντασιώσεων τους.
Προσωπικά κρατάω μικρό καλάθι, ακόμη και μετά από υπερβολική δόση δακρυγόνων...
2. Όσο η ταξική πάλη παραμένει σε χαμηλά επίπεδα έντασης και το παιχνίδι συνεχίζει να παίζεται στο εκλογικό - κοινοβουλευτικό επίπεδο, το ΚΚΕ θα έχει οφέλη. Αυτή τη στιγμή είναι το κόμμα με τη μεγαλύτερη δημοσκποπική άνοδο. Επίσης, στο επίπεδο της ανάλυσης της κρίσης, διατυπώνει την πιο ταξική προσέγγιση. Αναδεικνύει το ταξικό περιεχόμενο της κρίσης (με πολλές ελλείψεις βέβαια) και της διεξόδυ από αυτή, χωρίς να ανπαράγει τα ιδεολογήματα περί εθνικής καταστροφής, ξένων που μας επιβουλεύονται κλπ. Ή να υποπίπτει στο νομισματικό φετιχισμό, προβάλλοντας την έξοδο από το ευρώ ως τη μαγική λύση (πόσο παρερμηνεύτηκε η δήλωση της Παπαρήγα πως μία έξοδο από το ευρώ με τους παρόντες συσχετισμούς θα ήταν καταστροφή για τα λαϊκά στρώματα...). Τέλος, με την ίδια προσοχή κινήθηκε αναφορικά και με το κίνημα των αγανακτισμένων.
Όμως το πρόβλημα με το ΚΚΕ δεν βρίσκεται τόσο στην ανάλυση, όσο στην πρακτική. Το ΚΚΕ δεν έχει αυτή τη στιγμή μία ηγεμονική στρατηγική. Εξηγούμαι:
1)Τον προηγούμενο μήνα το σύστημα εμφάνισε όψεις οργανικής κρίσης (Γκράμσι), οι παραδοσιακές σχέσεις διαμεσολάβησης αποτυγχάνουν, με την κατάρρευση του δικομματισμού, ενώ έχουμε την είσοδο μικροαστικών μαζών στην πολιτική, με όλα τα αντιφατικά χαρακτηριστικά που τις χαρακτηρίζουν.
2) Ταυτόχρονα η κυρίαρχη (οργανική) ιδεολογία εμφάνισε σημάδια αποδιάρθρωσης. Η μνημονιακή αφήγηση φαινόταν να παραπέει, με την κραυγαλέα αποτυχία του Μνημονίου 1 που χρειάστηκε να επενδυθεί με ένα δεύτερο πιο σκληρό, όσο και με την επιτελεστική αμφισβήτηση του από τις μάζες στο δρόμο. Η αφήγηση του μονοδρόμου προκειμένου να αποφευχθεί η χρεοκοπία και η έξοδος από το ευρώ, φάνηκε να χάνει έστω και για λίγο την αποτελεσματικότητα της.
Σε αυτές λοιπόν τις συνθήκες το πεδίο του πολιτικού και ιδεολογικού ανταγωνισμού ανοίγει απότομα και εμφανίζεται η δυνατότητα σε νέες δυνάμεις να διεκδικήσουν την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία. Αυτές μπορεί να προέρχονται από τμήματα της αστικής τάξης που βρίσκονταν εκτός του μπλοκ εξουσίας ή από δυνάμεις που εκπροσωπούν τμήματα των υποτελών τάξεων. Το ΚΚΕ δεν ακολουθεί μία επιθετική στρατηγική συμμαχιών και διαμόρφωσης μίας νέας ιδεολογικής αφήγησης που θα ενσωματώνει στοιχεία των λαϊκών και δημοκρατικών εγκλήσεων, αρθρωμένα γύρω από ένα προλεταριακό - επαναστατικό πυρήνα. Αντίθετα, ορθώνει ένα τοίχος ανάμεσα στις ταξικές και τις λαϊκές εγκλήσεις, τονίζωντας την ανάγκη για μία αυστηρά εργατική ιδεολογία, ανόθευτη από λαϊκοδημοκρατικά στοιχεία, και ένα καθαρό εργατικό κόμμα. Ας αντιπαρατεθεί αυτή η γραμμή με εκείνη της περιόδου 1941 - 1943, όταν το ΚΚΕ είχε σχεδόν κατασκευάσει από μόνο του αστικές και σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις προκειμένου να κάνει μέτωπο μαζί τους, χωρίς όμως να τους παραδίδει την ηγεσία, κάτι που άρχισε να πράττει μετά το 1943.
Η στρατηγική του θυμίζει αυτή της Τρίτης Περιόδου της Κομιντέρν (1927-1933), με μία όμως ουσιαστική διαφορά. Τότε, εκκινώντας από την ανάλυση περί επικείμενης κατάρρευσης του καπιταλισμού, τα ΚΚ προετοιυμάζονταν για την κατάληψη της εξοσίας που θα έρχονταν φυσιολογικά μέσα από την αποτυχία των υπόλοιπων δυνάμεων (Ναζί, Σοσιαλδημοκράτες) να διαχειρισθούν ένα σύστημα υπό διάλυση. Σήμερα δεν είναι τόσο αφελείς, γνωρίζουν πως κανένα σύστημα δεν θα καταρρεύσει από μόνο του. Αντιλαμβάνονται όμως και τους κινδύνους που απορρέουν από τους αρνητικούς διεθνείς (και εσωτερικούς) συσχετισμούς, στην προσπάθεια τους να ηγηθούν μία εκστρατεία ανατροπής του καπιταλισμού. Εδώ δεν τα κατάφεραν το 1946-9 που η Σοβιετική Ένωση κατείχε τη μισή Ευρώπη, θα τα καταφέρουν τώρα; Γι αυτό προωθούν μία καθαρά αμυντική στρατηγική που διακρίνεται από αναχωρητισμό, ιδεολογική περιχαράκωση και επιθετικότητα προς τις κοντινες τους δυνάμεις. Δεν πρόκειται για στρατηγική λαϊκού πολέμου, που αναγνωρίζει τη συγκυριακή αδυναμία του λαϊκού παράγοντα και την υπεροπλία του αντιπάλου με αποτέλεσμα να ξεδιπλώνει τακτικές φθοράς του εχθρού και συγκέντρωσης δυνάμεων για την αποφασιστική σύγκρουση. Πρόκειται για μία ηττοπαθή στρατηγική που στηρίζεται σε έναν ιστορικό πεσιμισμό για τις δυνατότητες επαναστατικής πάλης στη δεδομένη περίοδο. Το τελευταίο σημείο βέβαια δεν μπορεί να προσπεραστεί τόσο εύκολα.
Το πρόβλημα όμως είναι πως στους τυφλούς βασιλεύει ο μονόφθαλμος και με δεδομένη την παραδειγματική ανικανότητα της εκτός ΚΚΕ αριστεράς, η γραμμή του τελευταίου φαντάζει ως η λιγότερο λάθος για τη συγκυρία...
2. Όσο η ταξική πάλη παραμένει σε χαμηλά επίπεδα έντασης και το παιχνίδι συνεχίζει να παίζεται στο εκλογικό - κοινοβουλευτικό επίπεδο, το ΚΚΕ θα έχει οφέλη. Αυτή τη στιγμή είναι το κόμμα με τη μεγαλύτερη δημοσκποπική άνοδο. Επίσης, στο επίπεδο της ανάλυσης της κρίσης, διατυπώνει την πιο ταξική προσέγγιση. Αναδεικνύει το ταξικό περιεχόμενο της κρίσης (με πολλές ελλείψεις βέβαια) και της διεξόδυ από αυτή, χωρίς να ανπαράγει τα ιδεολογήματα περί εθνικής καταστροφής, ξένων που μας επιβουλεύονται κλπ. Ή να υποπίπτει στο νομισματικό φετιχισμό, προβάλλοντας την έξοδο από το ευρώ ως τη μαγική λύση (πόσο παρερμηνεύτηκε η δήλωση της Παπαρήγα πως μία έξοδο από το ευρώ με τους παρόντες συσχετισμούς θα ήταν καταστροφή για τα λαϊκά στρώματα...). Τέλος, με την ίδια προσοχή κινήθηκε αναφορικά και με το κίνημα των αγανακτισμένων.
Όμως το πρόβλημα με το ΚΚΕ δεν βρίσκεται τόσο στην ανάλυση, όσο στην πρακτική. Το ΚΚΕ δεν έχει αυτή τη στιγμή μία ηγεμονική στρατηγική. Εξηγούμαι:
1)Τον προηγούμενο μήνα το σύστημα εμφάνισε όψεις οργανικής κρίσης (Γκράμσι), οι παραδοσιακές σχέσεις διαμεσολάβησης αποτυγχάνουν, με την κατάρρευση του δικομματισμού, ενώ έχουμε την είσοδο μικροαστικών μαζών στην πολιτική, με όλα τα αντιφατικά χαρακτηριστικά που τις χαρακτηρίζουν.
2) Ταυτόχρονα η κυρίαρχη (οργανική) ιδεολογία εμφάνισε σημάδια αποδιάρθρωσης. Η μνημονιακή αφήγηση φαινόταν να παραπέει, με την κραυγαλέα αποτυχία του Μνημονίου 1 που χρειάστηκε να επενδυθεί με ένα δεύτερο πιο σκληρό, όσο και με την επιτελεστική αμφισβήτηση του από τις μάζες στο δρόμο. Η αφήγηση του μονοδρόμου προκειμένου να αποφευχθεί η χρεοκοπία και η έξοδος από το ευρώ, φάνηκε να χάνει έστω και για λίγο την αποτελεσματικότητα της.
Σε αυτές λοιπόν τις συνθήκες το πεδίο του πολιτικού και ιδεολογικού ανταγωνισμού ανοίγει απότομα και εμφανίζεται η δυνατότητα σε νέες δυνάμεις να διεκδικήσουν την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία. Αυτές μπορεί να προέρχονται από τμήματα της αστικής τάξης που βρίσκονταν εκτός του μπλοκ εξουσίας ή από δυνάμεις που εκπροσωπούν τμήματα των υποτελών τάξεων. Το ΚΚΕ δεν ακολουθεί μία επιθετική στρατηγική συμμαχιών και διαμόρφωσης μίας νέας ιδεολογικής αφήγησης που θα ενσωματώνει στοιχεία των λαϊκών και δημοκρατικών εγκλήσεων, αρθρωμένα γύρω από ένα προλεταριακό - επαναστατικό πυρήνα. Αντίθετα, ορθώνει ένα τοίχος ανάμεσα στις ταξικές και τις λαϊκές εγκλήσεις, τονίζωντας την ανάγκη για μία αυστηρά εργατική ιδεολογία, ανόθευτη από λαϊκοδημοκρατικά στοιχεία, και ένα καθαρό εργατικό κόμμα. Ας αντιπαρατεθεί αυτή η γραμμή με εκείνη της περιόδου 1941 - 1943, όταν το ΚΚΕ είχε σχεδόν κατασκευάσει από μόνο του αστικές και σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις προκειμένου να κάνει μέτωπο μαζί τους, χωρίς όμως να τους παραδίδει την ηγεσία, κάτι που άρχισε να πράττει μετά το 1943.
Η στρατηγική του θυμίζει αυτή της Τρίτης Περιόδου της Κομιντέρν (1927-1933), με μία όμως ουσιαστική διαφορά. Τότε, εκκινώντας από την ανάλυση περί επικείμενης κατάρρευσης του καπιταλισμού, τα ΚΚ προετοιυμάζονταν για την κατάληψη της εξοσίας που θα έρχονταν φυσιολογικά μέσα από την αποτυχία των υπόλοιπων δυνάμεων (Ναζί, Σοσιαλδημοκράτες) να διαχειρισθούν ένα σύστημα υπό διάλυση. Σήμερα δεν είναι τόσο αφελείς, γνωρίζουν πως κανένα σύστημα δεν θα καταρρεύσει από μόνο του. Αντιλαμβάνονται όμως και τους κινδύνους που απορρέουν από τους αρνητικούς διεθνείς (και εσωτερικούς) συσχετισμούς, στην προσπάθεια τους να ηγηθούν μία εκστρατεία ανατροπής του καπιταλισμού. Εδώ δεν τα κατάφεραν το 1946-9 που η Σοβιετική Ένωση κατείχε τη μισή Ευρώπη, θα τα καταφέρουν τώρα; Γι αυτό προωθούν μία καθαρά αμυντική στρατηγική που διακρίνεται από αναχωρητισμό, ιδεολογική περιχαράκωση και επιθετικότητα προς τις κοντινες τους δυνάμεις. Δεν πρόκειται για στρατηγική λαϊκού πολέμου, που αναγνωρίζει τη συγκυριακή αδυναμία του λαϊκού παράγοντα και την υπεροπλία του αντιπάλου με αποτέλεσμα να ξεδιπλώνει τακτικές φθοράς του εχθρού και συγκέντρωσης δυνάμεων για την αποφασιστική σύγκρουση. Πρόκειται για μία ηττοπαθή στρατηγική που στηρίζεται σε έναν ιστορικό πεσιμισμό για τις δυνατότητες επαναστατικής πάλης στη δεδομένη περίοδο. Το τελευταίο σημείο βέβαια δεν μπορεί να προσπεραστεί τόσο εύκολα.
Το πρόβλημα όμως είναι πως στους τυφλούς βασιλεύει ο μονόφθαλμος και με δεδομένη την παραδειγματική ανικανότητα της εκτός ΚΚΕ αριστεράς, η γραμμή του τελευταίου φαντάζει ως η λιγότερο λάθος για τη συγκυρία...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου