Ποιήματα ποὺ μᾶς διάβασε ἕνα βράδυ ὁ λοχίας Οtto V...
II
Σὲ τούτη τὴ φωτογραφία ἤμουνα νέος κοντὰ 22χρονῶ. ἐδῶ εἶναι ἡ γυναῖκα π᾿ ἀγαποῦσα: ἡ
γυναῖκα μου
Τὴ λέγανε Μάρθα· ἔσφιγγε τὸ γιό μου μὲ λαχτάρα
στὴν ἀγκαλιά της
Δὲ μοῦ ῾πε: «χαίρομαι ποὺ πᾶς νὰ πολεμήσεις».
Ἔκλαιγε σὰν ἕνα μικρὸ κοριτσάκι.
Κι ἐδῶ κάποιο σπίτι παλιὸ μ᾿ ἕναν κῆπο στὴ μέση
καὶ μ᾿ ἄνθη...
...Θυμᾶσαι ὅταν ἤμασταν παιδιὰ εἴχαμε ἕνα ξύλι-
νο ἄλογο καὶ μία γυαλιστερὴ τρομπέτα
Τὰ βράδια ξαγρυπνούσαμε στὰ βιβλία μὲ τὶς ἀρ-
χαῖες ἡρωικὲς ἱστορίες
Τὸν ἀθῷο μας ὕπνο τυράννησαν οἱ ἀντίλαλοι τῶν
φημισμένων πολεμιστῶν
Ὕστερα τὰ ξεχάσαμε ὅλα αὐτὰ σὲ μία γωνιὰ γε-
λώντας γιὰ τὰ παιδιάστικα καμώματα.
Ἴσως αὔριο μιὰ τόση τρυπίτσα μοῦ χαράξει τό μέ-
τωπο
Ὢ μία τρυπίτσα ποὺ χωρᾷ ὅλο τὸν πόνο τῶν ἀν-
θρώπων
Ποιὸς εἶμαι; Ποῦ βρίσκομαι; Σκίστε τὰ ροῦχα
μου ἐδῶ μπροστὰ στὸ στῆθος
Ἴσως θὰ βρεῖτε ἀκόμα τ᾿ ὄνομά μου σκαλισμένο.
Ποιὸς τὸ θυμᾶται;
Ψάξτε τὰ ροῦχα μου ἀκόμα... Ἐδῶ ἤμουνα νέος
22 μόλις χρονῶ
Κι ἐδῶ μιὰ γυναῖκα ποὺ σφίγγει μὲ λαχτάρα ἕνα
παιδὶ στὴν ἀγκαλιά της.
(Ἔκλαιγε ἀλήθεια ὅταν ἔφευγα σὰν ἕνα μικρὸ κο-
ριτσάκι).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου