Πηγή: Μαρξιστική Επιθεώρηση PRAXIS
ΔΙΑΛΥΣΗ ΠΤΥΧΙΩΝ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ – ΚΑΤΕΔΑΦΙΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΑΣΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Το πανεπιστήμιο που οραματίζεται η αστική τάξη εκτός από το ότι δεν θα είναι δημόσιο και δωρεάν, δεν θα είναι καν πανεπιστήμιο![1] Η ακαδημαϊκή μονάδα που θα αποδίδει τους τίτλους σπουδών θα είναι η σχολή και όχι το τμήμα, (π.χ. το Πάντειο και όχι το τμήμα Κοινωνιολογίας) και οι φοιτητές της θα επιλέγουν ανάμεσα στο χυλό των γνωστικών αντικειμένων που θα δημιουργηθεί έπειτα από την διάλυση των τμημάτων και φυσικά τις συγχωνεύσεις – καταργήσεις – κατατμήσεις (βασικό καλλικρατικό σχέδιο της κυβέρνησης) μαθήματα και πακέτα μαθημάτων που θα συγκροτούν 3ετή, 2ετή, ακόμα και μονοετή προγράμματα σπουδών! Τα μαθήματα αυτά δεν θα αποτελούν κομμάτι κανενός ενιαίου κορμού διδασκαλίας ενός γνωστικού αντικειμένου, παρά λειτουργικές δεξιότητες κατακερματισμένες, εσωτερικά διαφοροποιημένες που θα καθιστούν την εμβάθυνση στην επιστήμη και στη μεθοδολογία της άπιαστη. Κατά συνέπεια η έννοια του πτυχίου που κατοχυρώνει εργασιακά και επαγγελματικά δικαιώματα καταργείται, αφού ο κάθε φοιτητής μέσα από το εξατομικευμένο πρόγραμμα σπουδών που έχει επιλέξει και το οποίο θα αντιστοιχεί σε συγκεκριμένο αριθμό πιστωτικών μονάδων (ECTS) το μόνο που θα έχει στα χέρια του θα είναι ένας απαξιωμένος, ευέλικτος, αναλώσιμος φάκελος σπουδών.
[1] Η έκφραση προέρχεται από ανακοινώσεις του «Δικτύου Πληροφόρησης κ’ Συντονισμού για το Πανεπιστημιακό Κίνημα»
[2] Θ.Φωτίου, πανεπιστημιακός ΕΜΠ, άρθρο Κατεδαφίζουν κάθε προσπάθεια συγκρότησης των πανεπιστημίων μεταπολιτευτικά, www.epohi.gr
[3] Σύλλογος Εκτάκτου Εκπαιδευτικού Προσωπικού ΤΕΙ Πάτρας «ΑΡΤΙΝ ΔΑΝΕΛΙΑΝ», ανακοίνωση Νομοσχέδιο Διαμαντοπούλου: αυταρχικό πανεπιστήμιο των πελατειακών σχέσεων, της αγοράς και της ελαστικής απασχόλησης.
[4] Θ. Φωτίου ό.π.
[5] Θεωρήσαμε σκόπιμο να παραθέσουμε κομμάτι από την επιστολή του καθηγητή Κ. Χ. Χρυσόγονου αναφορικά με την πρόβλεψη του ν/σ για τα συγγράμματα: «Το κατ’ άρθρο 16 παρ. 4 δικαίωμα της δωρεάν παιδείας σημαίνει, εκτός από τη μη καταβολή διδάκτρων, και τη δωρεάν παροχή του ελάχιστου αριθμού των στοιχειωδώς απαραίτητων, για την αποτελεσματική συμμετοχή στην εκπαιδευτική διαδικασία, διδακτικών μέσων. Τούτο βέβαια δεν σημαίνει ότι το Σύνταγμα επιτάσσει τη δωρεάν διανομή βιβλίων, αλλά ότι, σε περίπτωση ολικής ή μερικής κατάργησής του, το σύστημα αυτό οφείλει να αντικατασταθεί από άλλο ισοδύναμου αποτελέσματος π.χ. η δημιουργία βιβλιοθηκών με επαρκή αριθμό βιβλίων και χώρους, καθώς και με συνεχή δυνατότητα πρόσβασης των φοιτητών σε αυτές. Εν προκειμένω, με το άρθρο 37 παρ. 2 του προσχεδίου νόμου προβλέπεται η κατάργηση της διανομής διδακτικών συγγραμμάτων στους φοιτητές με δαπάνες του Δημοσίου. Εντούτοις, η κατά την παράγραφο 9 του ίδιου άρθρου πρόβλεψη περί ενίσχυσης των βιβλιοθηκών των ιδρυμάτων με τον απαραίτητο αριθμό έντυπων ή ηλεκτρονικών συγγραμμάτων ώστε να καλύπτονται οι εκπαιδευτικές ανάγκες των ιδρυμάτων, καθώς και η συνακόλουθη εξουσιοδότηση προς τους Υπουργούς Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και Οικονομικών για τον καθορισμό του αριθμού, της διαδικασίας παραχώρησης των ανωτέρω διδακτικών συγγραμμάτων κλπ. είναι προδήλως ανεπαρκής ως αντικατάσταση ισοδύναμου αποτελέσματος με τη δωρεάν διανομή βιβλίων. Με το περιεχόμενο αυτό επομένως, το οποίο είναι ασαφές λόγω γενικότητας της διατύπωσης, δεν καλύπτεται το αίτημα για δωρεάν παιδεία. Εξάλλου, στο άρθρο 37 παρ. 2 του προσχεδίου νόμου προβλέπεται «η υποχρέωση ανάρτησης στο διαδίκτυο της αναλυτικής ύλης των παραδόσεων/σημειώσεων των μαθημάτων που διδάσκουν οι καθηγητές όλων των βαθμίδων». Στο βαθμό που με τη διάταξη αυτή υπονοείται η εκ μέρους των καθηγητών υποχρέωση δωρεάν ανάρτησης συγγραμμάτων, ανακύπτει ζήτημα παραβίασης των διατάξεων περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Ειδικότερα η πνευματική ιδιοκτησία εμπίπτει στην έννοια της ιδιοκτησίας η προστασία της οποίας κατοχυρώνεται στο άρθρο 1 παρ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (βλ. Κ. Χρυσόγονου Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, 3η εκδ. 2006, σελ. 371, 373). Η ως άνω σύμβαση, μετά την κύρωσή της με το ν.δ. 53/1974, έχει σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος υπερνομοθετική ισχύ και ως εκ τούτου υπερισχύει έναντι των κοινών νόμων.
[7] Σ Σακελλαρόπουλος ό.π.
[8] Βλ. σχετικά Χ. Κάτσικας – Κ. Θεριανός – Θ. Τσιριγώτης – Γ. Καββαδίας, Η αξιολόγηση στην εκπαίδευση, εκδ. Λιβάνη, Αθήνα 2007
ΔΙΑΛΥΣΗ ΠΤΥΧΙΩΝ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ – ΚΑΤΕΔΑΦΙΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΑΣΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Το πανεπιστήμιο που οραματίζεται η αστική τάξη εκτός από το ότι δεν θα είναι δημόσιο και δωρεάν, δεν θα είναι καν πανεπιστήμιο![1] Η ακαδημαϊκή μονάδα που θα αποδίδει τους τίτλους σπουδών θα είναι η σχολή και όχι το τμήμα, (π.χ. το Πάντειο και όχι το τμήμα Κοινωνιολογίας) και οι φοιτητές της θα επιλέγουν ανάμεσα στο χυλό των γνωστικών αντικειμένων που θα δημιουργηθεί έπειτα από την διάλυση των τμημάτων και φυσικά τις συγχωνεύσεις – καταργήσεις – κατατμήσεις (βασικό καλλικρατικό σχέδιο της κυβέρνησης) μαθήματα και πακέτα μαθημάτων που θα συγκροτούν 3ετή, 2ετή, ακόμα και μονοετή προγράμματα σπουδών! Τα μαθήματα αυτά δεν θα αποτελούν κομμάτι κανενός ενιαίου κορμού διδασκαλίας ενός γνωστικού αντικειμένου, παρά λειτουργικές δεξιότητες κατακερματισμένες, εσωτερικά διαφοροποιημένες που θα καθιστούν την εμβάθυνση στην επιστήμη και στη μεθοδολογία της άπιαστη. Κατά συνέπεια η έννοια του πτυχίου που κατοχυρώνει εργασιακά και επαγγελματικά δικαιώματα καταργείται, αφού ο κάθε φοιτητής μέσα από το εξατομικευμένο πρόγραμμα σπουδών που έχει επιλέξει και το οποίο θα αντιστοιχεί σε συγκεκριμένο αριθμό πιστωτικών μονάδων (ECTS) το μόνο που θα έχει στα χέρια του θα είναι ένας απαξιωμένος, ευέλικτος, αναλώσιμος φάκελος σπουδών.
Ο
Ενιαίος Ευρωπαϊκός Χώρος Ανώτατης Εκπαίδευσης θέλει αποφοίτους φθηνούς,
με στείρες αναλώσιμες δεξιότητες που θα επανακαταρτίζονται διαρκώς (με
ιδίων κόστος φυσικά) προκειμένου να επανδρώσουν τις στρατιές σκλάβων που
έχει ανάγκη ο καπιταλισμός και το ιδεολόγημα του για «Κοινωνία της
Γνώσης»! Πρόκειται για διάλυση του πανεπιστημιακού χαρακτήρα των σπουδών
και τη μετατροπή του σε «επαγγελματική μεταλυκειακή κατάρτιση»[2]
Φυσικά, η «αφρόκρεμα» των πανεπιστημίων, γιατί θα υπάρχει και αυτή αν
και ισχνά μειοψηφική, θα αποφοιτεί από τα «αξιόπιστα» Κέντρα Αριστείας
των ΑΕΙ, δηλαδή το πεδίο αναπαραγωγής της οικονομικής και πολιτικής ελίτ
που θα εξοπλίζει τους αποφοίτους του με όλα τα γνωσιοθεωρητικά
χαρακτηριστικά που οφείλει να έχει η κυρίαρχη τάξη στο καπιταλισμό. Αν
και η κυρίαρχη τάξη, κατά πλειοψηφία, δεν αναδύεται τόσο από τα ελληνικά
ΑΕΙ, στα οποία συνήθως ολοκληρώνει ένα κύκλο σπουδών (τον πρώτο κατά
κύριο λόγο), όσο από τα πανεπιστημιακά ιδρύματα των ελίτ ( Harvard,
Yale, MIT, Oxford, Cambridge, LSE κτλ).
Η επιχειρηματικοποίηση του πανεπιστημίου και τo σχέδιο για καταργήσεις – συγχωνεύσεις – κατατμήσεις τμημάτων ή και σχολών ολόκληρων ενισχύει τη κατεύθυνση της αγοράς για αναζήτηση δεξιοτήτων και επένδυση σε ερευνητικά projects που τα αποτελέσματά τους είναι άμεσα αξιοποιήσιμα από τις επιχειρήσεις. Αυτό οδηγεί στην χρηματοδότηση από τους ιδιώτες και άρα στην παραγωγή από τα πανεπιστήμια έρευνας εφαρμοσμένης και στον εφοδιασμό των αποφοίτων τους με τις δεξιότητες που έχει βραχυπρόθεσμα ανάγκη η αγορά εργασίας. Όλο αυτό αποβαίνει εις βάρος της βασικής έρευνας, η οποία πια δεν θα αναπτύσσεται αφού δεν θα υπάρχουν οι πόροι για τέτοια προγράμματα! Πολλά τμήματα θετικών επιστημών της χώρας θα προχωρούν σε ερευνητικά προγράμματα που ικανοποιούν τις επιχειρήσεις, μα είναι αδιάφορα για το κοινωνικό όφελος και την προαγωγή της επιστήμης για την κοινωνική χειραφέτηση και η πλειοψηφία των τμημάτων κοινωνικών – ανθρωπιστικών σπουδών θα παλεύουν να επιβιώσουν. Ποιός Μπόμπολας και Βγενόπουλος θα επενδύσει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, στη Φιλοσοφική του ΕΚΠΑ και στο ΤΕΙ Κοινωνικής Εργασίας? Μάλλον κανείς… Και πώς θα λειτουργήσουν αυτά τα τμήματα εφεξής? Γιατί η εξευτελιστική κρατική χρηματοδότηση το πολύ πολύ να καλύπτει το ηλεκτρικό ρεύμα και το προσωπικό καθαριότητας! Μάλλον θα στραφούν στην οδό που ακολουθούν τα ιδιωτικά κολλέγια. Δίδακτρα στους φοιτητές τους προκειμένου να παραμείνουν εν λειτουργία, δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως η εισαγωγή διδάκτρων στα Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών έχει εκκινήσει από τμήματα κοινωνικών επιστημών (Πάντειο, Πολιτικό Νομικής, Ο.Π.Α.).
ΟΙ ΕΛΑΣΤΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΤΩΝ ΑΕΙ
Αναφέραμε και παραπάνω την δημιουργία δυο ταχυτήτων καθηγητών στο εσωτερικό του ίδιου ιδρύματος. Αναλυτικά, «ο τρόπος με τον οποίο ρυθμίζονται οι σχέσεις εργασίας των εκπαιδευτικών συνηγορεί στην άποψη ότι το νομοσχέδιο επικυρώνει και διευρύνει την ελαστική απασχόληση ως έννοια, αλλά κυρίως ως πρακτική. Η κατάργηση της βαθμίδας του Λέκτορα και του Επίκουρου, οι αλλεπάλληλες αξιολογήσεις για την – ναρκοθετημένη από τον ακόμα χειρότερο σε σχέση με πριν τρόπο συγκρότησης των εκλεκτορικών – ανέλιξη και μονιμοποίηση, η ανάθεση σε εντεταλμένους εκπαιδευτικούς με ατομικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου, είναι επιλογές που διευρύνουν την εργασιακή ανασφάλεια (με τον ανάλογο αντίκτυπο στη διεξαγωγή και στα αποτελέσματα της έρευνας), το καθεστώς ομηρείας, τις ελαστικές σχέσεις απασχόλησης.»[3] Οι καθηγητές βαθμίδας θα αξιολογούνται συχνά – πυκνά και σε περίπτωση αρνητικής έκθεσης της αξιολόγησης, ο μισθός τους θα μειώνεται κατά 35% και θα ξανακρίνονται μετά το πέρας 3 ετών! Η επαναποτυχία τους θα τους διώξει οριστικά από το πανεπιστήμιο για να τους μεταθέσει κάπου στο δημόσιο!
Καταργείται το ενιαίο μισθολόγιο των ΔΕΠ, αφού οι ατομικές συμβάσεις, θα οδηγούν σε εξατομικευμένες διαβουλεύσεις με το Σ.Ι., το οποίο θα εξετάζει τις «επιδόσεις» του καθηγητή (τις επιχειρηματικές προφανώς!) και αναλόγως θα ρυθμίζει το μισθό. Αυτή η ατομική διαπραγμάτευση με το Σ.Ι., είναι περιττό να εξηγήσουμε γιατί θα εντείνει τα φαινόμενα διαφθοράς και πελατειακών σχέσεων και την πρόσδεση της καθηγητικής ελίτ στα αστικά κόμματα εξουσίας. «Καταργείται η συνταγματική επιταγή ότι οι Πανεπιστημιακοί είναι δημόσιοι λειτουργοί, αφού το κράτος παύει να έχει αποκλειστικά αυτό την ευθύνη του κόστους της μισθοδοσίας τους. Το κείμενο διακατέχεται από ένα εξευτελιστικό πνεύμα ραγιαδισμού, αναθέτοντας σε διεθνή σώματα την κρίση του ΔΕΠ, επιτρέποντας τη διπλοθεσία σε καθηγητές του εξωτερικού και την εκλογή τους σε θέση Πρύτανη. Τριάντα χρόνια μετά τον Νόμο 1268/82, η καθηγητική έδρα είναι πάλι εδώ.»[4] Είναι σαφής η ύπαρξη δύο στρωμάτων εκπαιδευτικού προσωπικού στο επιχειρηματικό πανεπιστήμιο. Από τη μία, το διδακτικό προσωπικό που υπό καθεστώς δουλείας θα εργάζεται με μισθούς πείνας και θα αναλαμβάνει όλο το φόρτο της διδασκαλίας, χωρίς καμία εμπλοκή με την έρευνα και από την άλλη οι καθηγητές – managers που θα υλοποιούν όλα τα ερευνητικά προγράμματα των πανεπιστημίων προς όφελος των επιχειρηματιών για να βρουν χρηματοδότες και χορηγούς, να κερδίσουν τα bonus τους και να φιγουράρουν με τις δημοσιεύσεις τους στις ranking – lists που υποτάσσονται στα υποδείγματα των «διανοούμενων» της καπιταλιστικής οικονομίας. Η αστική τάξη, υποταγμένους, φοβισμένους και πειθήνιους θέλει τους πρώτους, παραγωγούς και εκπροσώπους των δογμάτων της θέλει τους δεύτερους.
ΑΥΤΑΡΧΙΚΗ ΦΟΙΤΗΣΗ – ΑΤΟΜΙΚΟΣ ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΑΣΥΛΟ
Δεν αλλάζει μόνο ο χαρακτήρας των σπουδών, το περιεχόμενο των τίτλων τους και το μοντέλο του αποφοίτου στο επιχειρηματικό πανεπιστήμιο. Αλλάζει και η ίδια η φοίτηση, με αυταρχικοποίηση και εντατικοποίηση που κορυφή τους έχουν την διάλυση του φοιτητικού κινήματος, των συλλογικών διαδικασιών των φοιτητών, του κοινωνικού και πολιτικού εκείνου υποκειμένου που έδωσε σκληρές μάχες τη τελευταία 20ετία απέναντι στις κυβερνήσεις του κεφαλαίου που επιδίωκαν την καπιταλιστική άλωση της ανώτατης εκπαίδευσης. Οι φοιτητές θα χωρίζονται σε τρείς κατηγορίες : α) ενεργοί φοιτητές [όσοι δεν έχουν υπερβεί τα ν + 2 ] β) μερικής φοίτησης [όσοι επιλέγουν να ολοκληρώσουν τις σπουδές σε διπλάσιο χρόνο λόγω εργασίας/ λοιπών υποχρεώσεων] γ) όσοι έχουν υπερβεί τα ν+2 έτη ή τα 2ν+4 [για τη περίπτωση β]. Οι διαχωρισμοί αυτοί εισάγονται δηλώνοντας την αυταρχικοποίηση του ρυθμού σπουδών, κατά συνέπεια τις κυρώσεις που θα υπάρχουν σε αυτούς που δεν εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους στον προβλεπόμενο χρόνο και προκειμένου να καμφθούν οι αντιδράσεις εκ μέρους του φοιτητικού κινήματος υπάρχουν οι κατηγορίες β κ’ γ. Δεν διευκρινίζεται, όμως, από το νομοσχέδιο – μαργαριτάρι, τί θα συμβαίνει στην τρίτη κατηγορία? Μπορεί αυτό που είχαν εξαγγείλει από τους πρώτους μήνες της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, δηλαδή, αν χρωστάς μάθημα στου οποίου την εξέταση έχεις αποτύχει τρείς φορές, πρέπει να καταβάλεις χρηματικό αντίτιμο προκειμένου να επανεξεταστείς! Μπορεί και διαγραφή… πολλά «μπορεί». Άλλωστε η διαγραφή φοιτητή προβλέπεται από το νομοσχέδιο στη περίπτωση της μη εγγραφής του σε δύο συνεχόμενα εξάμηνα σπουδών.
Προφανώς και η κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται για την φίμωση των καθεστωτικών παρατάξεων ΔΑΠ – ΠΑΣΠ (αυτές θα συνεχίσουν να υπάρχουν, με άλλη μορφή ίσως, μέσα στην Α.Ε., το Σ.Ι., τα επιχειρηματικά projects, μέσα σ’ όλο το πλαίσιο των πελατειακών σχέσεων), αλλά για τη φίμωση της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας του φοιτητικού κινήματος, της Ε.Α.Α.Κ. και κάθε μάχιμης, ανατρεπτικής και ανεξάρτητης συλλογικότητας στα ΑΕΙ – ΤΕΙ που αποτελεί την «αντιπολίτευση» στις κατευθύνσεις του κεφαλαίου και τον πυροδότη των διαδικασιών του φοιτητικού κινήματος. Μ’ αυτούς θέλει να τελειώσει μια για πάντα η κυβέρνηση, μ’ αυτούς που πότε αποκαλεί «μειοψηφίες», πότε «εξωπανεπιστημιακούς κουκουλοφόρους» και πότε «συντηρητικούς που αντιστέκονται στην όποια αλλαγή»!
Το ευφυολόγημα της αξιολόγησης των ΑΕΙ ως εξορθολογισμός της λειτουργίας τους και αξιοκρατία που αναμασάνε εδώ και δεκαετίες οι ελληνικές κυβερνήσεις και η Ε.Ε. δεν είναι τίποτα άλλο από τη δημιουργία ενός δούρειου ίππου για την εμπορευματοποίηση των πανεπιστημίων και την ένταξή τους σε περιβάλλοντα ευελιξίας, ανταγωνιστικότητας, αποδοτικότητας, παραγωγικότητας. Η Αρχή Διασφάλισης κ’ Πιστοποίησης της Ποιότητας ως φορέας της αξιολόγησης έχει στόχο τον διαρκή έλεγχο των ιδρυμάτων με βάσει τους δείκτες «ποιότητας κ’ επιτευγμάτων» ,που η ίδια ορίζει, οι οποίοι φτάνουν τους 20 με σημαντικότερους [7] :
α) Ποιότητα και αποτελεσματικότητα εκπαιδευτικής διαδικασίας (αριθμητική σχέση αποφοίτων προς εισερχόμενους φοιτητές, αριθμός Κέντρων Αριστείας στην εκπαίδευση και την οργάνωση της μάθησης, αριθμός φοιτητών σε προγράμματα δια βίου μάθησης, πορεία επαγγελματικής ένταξης των αποφοίτων, κ.λπ.).
β) Ερευνητική αριστεία (αριθμός δημοσιεύσεων ανά καθηγητή, αριθμός ετεροαναφορών ανά καθηγητή, αριθμός ανά καθηγητή απλών συμμετοχών σε διεθνή ανταγωνιστικά προγράμματα έρευνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αριθμός ανά καθηγητή συμμετοχών με συντονιστικό ρόλο σε ανταγωνιστικά προγράμματα έρευνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αριθμός μελών του επιστημονικού προσωπικού που επιτυγχάνουν χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας, αριθμός Κέντρων Αριστείας στην έρευνα, αριθμός διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού που κατέχει θέσεις στα κεντρικά όργανα διοίκησης διεθνών ακαδημαϊκών ή ερευνητικών οργανισμών ή διεθνών επιστημονικών εταιρειών κ.λπ.).
γ) Διεθνοποίηση (αριθμός αλλοδαπών φοιτητών, αριθμός φοιτητών που προσελκύονται στο ίδρυμα μέσω των ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αριθμός φοιτητών που αποστέλλονται στο εξωτερικό μέσω ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αριθμός συμφωνιών συνεργασίας με άλλα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης της Ελλάδας ή του εξωτερικού κ.λπ.).»
Τα πράγματα είναι ολοφάνερα, η αξιολόγηση φέρνει την πρόσθετη ( πέραν της κρατικής δηλαδή) χρηματοδότηση στο ίδρυμα σε περίπτωση που είναι η έκθεσή της θετική, δηλαδή το ίδρυμα προσελκύει επενδυτές, επιχειρηματικά συμφέροντα αφού έχει εναρμονιστεί (βάσει των δεικτών) με το επιχειρηματικό κλίμα και τις ανάγκες της αγοράς, αλλά, επιπλέον, το νομοσχέδιο αναφέρει, πως το κράτος θα παρέχει ,πέραν αυτού του χαμηλότατου κονδυλίου – πλαφόν, και extra χρηματοδότηση στα ιδρύματα που τα «πήγαν καλά» σύμφωνα με την ΑΔΙΠ! Και αυτά που δεν τα πήγαν καλά?.... Το υπουργείο έχει λύση και σε αυτό! Το ίδρυμα / τμήμα αυτό είτε παύει να δέχεται νεοεισερχόμενους φοιτητές και συρρικνώνεται (περαιτέρω μείωση κρατικού κονδυλίου), είτε βάζει λουκέτο και οι ήδη φοιτητές του μεταφέρονται σε ομοειδές ίδρυμα!
Αυτό που πρέπει να συγκρατήσουμε είναι πως η αξιολόγηση συνδέεται άρρηκτα με τον «Οργανισμό» μέσω των «τετραετών συμβάσεων», αφού η ΑΔΙΠ είναι επί της ουσίας ένα εργαλείο της Α.Ε. Η αξιολόγηση «τιμαριθμοποιεί» το ίδρυμα, τις σπουδές του, τα ερευνητικά αποτελέσματα, έμψυχο και άψυχο υλικό των πανεπιστημίων για να τα καταστήσει εμπορεύσιμα προϊόντα τα οποία θα τα διαχειριστεί η Α.Ε.- πανεπιστήμιο, όπως κρίνει σύμφωνα με τις απαιτήσεις της αγοράς. Η αξιολόγηση παραδοσιακά είχε έναν ρόλο, να είναι ο βασικός μηχανισμός άσκησης τυπικού κοινωνικού ελέγχου στο ζωντανό στοιχείο της εκπαίδευσης, το φοιτητές - καθηγητές, δηλαδή να θέτει ως στόχο του ελέγχου αν και κατά πόσο το πανεπιστήμιο υπηρετεί και εξυπηρετεί το κράτος. Άρα η αξιολόγηση εμφανιζόταν ως μηχανισμός επιτήρησης του πανεπιστημίου από το κράτος.[8]
Η επιχειρηματικοποίηση του πανεπιστημίου και τo σχέδιο για καταργήσεις – συγχωνεύσεις – κατατμήσεις τμημάτων ή και σχολών ολόκληρων ενισχύει τη κατεύθυνση της αγοράς για αναζήτηση δεξιοτήτων και επένδυση σε ερευνητικά projects που τα αποτελέσματά τους είναι άμεσα αξιοποιήσιμα από τις επιχειρήσεις. Αυτό οδηγεί στην χρηματοδότηση από τους ιδιώτες και άρα στην παραγωγή από τα πανεπιστήμια έρευνας εφαρμοσμένης και στον εφοδιασμό των αποφοίτων τους με τις δεξιότητες που έχει βραχυπρόθεσμα ανάγκη η αγορά εργασίας. Όλο αυτό αποβαίνει εις βάρος της βασικής έρευνας, η οποία πια δεν θα αναπτύσσεται αφού δεν θα υπάρχουν οι πόροι για τέτοια προγράμματα! Πολλά τμήματα θετικών επιστημών της χώρας θα προχωρούν σε ερευνητικά προγράμματα που ικανοποιούν τις επιχειρήσεις, μα είναι αδιάφορα για το κοινωνικό όφελος και την προαγωγή της επιστήμης για την κοινωνική χειραφέτηση και η πλειοψηφία των τμημάτων κοινωνικών – ανθρωπιστικών σπουδών θα παλεύουν να επιβιώσουν. Ποιός Μπόμπολας και Βγενόπουλος θα επενδύσει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, στη Φιλοσοφική του ΕΚΠΑ και στο ΤΕΙ Κοινωνικής Εργασίας? Μάλλον κανείς… Και πώς θα λειτουργήσουν αυτά τα τμήματα εφεξής? Γιατί η εξευτελιστική κρατική χρηματοδότηση το πολύ πολύ να καλύπτει το ηλεκτρικό ρεύμα και το προσωπικό καθαριότητας! Μάλλον θα στραφούν στην οδό που ακολουθούν τα ιδιωτικά κολλέγια. Δίδακτρα στους φοιτητές τους προκειμένου να παραμείνουν εν λειτουργία, δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως η εισαγωγή διδάκτρων στα Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών έχει εκκινήσει από τμήματα κοινωνικών επιστημών (Πάντειο, Πολιτικό Νομικής, Ο.Π.Α.).
ΟΙ ΕΛΑΣΤΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΤΩΝ ΑΕΙ
Αναφέραμε και παραπάνω την δημιουργία δυο ταχυτήτων καθηγητών στο εσωτερικό του ίδιου ιδρύματος. Αναλυτικά, «ο τρόπος με τον οποίο ρυθμίζονται οι σχέσεις εργασίας των εκπαιδευτικών συνηγορεί στην άποψη ότι το νομοσχέδιο επικυρώνει και διευρύνει την ελαστική απασχόληση ως έννοια, αλλά κυρίως ως πρακτική. Η κατάργηση της βαθμίδας του Λέκτορα και του Επίκουρου, οι αλλεπάλληλες αξιολογήσεις για την – ναρκοθετημένη από τον ακόμα χειρότερο σε σχέση με πριν τρόπο συγκρότησης των εκλεκτορικών – ανέλιξη και μονιμοποίηση, η ανάθεση σε εντεταλμένους εκπαιδευτικούς με ατομικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου, είναι επιλογές που διευρύνουν την εργασιακή ανασφάλεια (με τον ανάλογο αντίκτυπο στη διεξαγωγή και στα αποτελέσματα της έρευνας), το καθεστώς ομηρείας, τις ελαστικές σχέσεις απασχόλησης.»[3] Οι καθηγητές βαθμίδας θα αξιολογούνται συχνά – πυκνά και σε περίπτωση αρνητικής έκθεσης της αξιολόγησης, ο μισθός τους θα μειώνεται κατά 35% και θα ξανακρίνονται μετά το πέρας 3 ετών! Η επαναποτυχία τους θα τους διώξει οριστικά από το πανεπιστήμιο για να τους μεταθέσει κάπου στο δημόσιο!
Καταργείται το ενιαίο μισθολόγιο των ΔΕΠ, αφού οι ατομικές συμβάσεις, θα οδηγούν σε εξατομικευμένες διαβουλεύσεις με το Σ.Ι., το οποίο θα εξετάζει τις «επιδόσεις» του καθηγητή (τις επιχειρηματικές προφανώς!) και αναλόγως θα ρυθμίζει το μισθό. Αυτή η ατομική διαπραγμάτευση με το Σ.Ι., είναι περιττό να εξηγήσουμε γιατί θα εντείνει τα φαινόμενα διαφθοράς και πελατειακών σχέσεων και την πρόσδεση της καθηγητικής ελίτ στα αστικά κόμματα εξουσίας. «Καταργείται η συνταγματική επιταγή ότι οι Πανεπιστημιακοί είναι δημόσιοι λειτουργοί, αφού το κράτος παύει να έχει αποκλειστικά αυτό την ευθύνη του κόστους της μισθοδοσίας τους. Το κείμενο διακατέχεται από ένα εξευτελιστικό πνεύμα ραγιαδισμού, αναθέτοντας σε διεθνή σώματα την κρίση του ΔΕΠ, επιτρέποντας τη διπλοθεσία σε καθηγητές του εξωτερικού και την εκλογή τους σε θέση Πρύτανη. Τριάντα χρόνια μετά τον Νόμο 1268/82, η καθηγητική έδρα είναι πάλι εδώ.»[4] Είναι σαφής η ύπαρξη δύο στρωμάτων εκπαιδευτικού προσωπικού στο επιχειρηματικό πανεπιστήμιο. Από τη μία, το διδακτικό προσωπικό που υπό καθεστώς δουλείας θα εργάζεται με μισθούς πείνας και θα αναλαμβάνει όλο το φόρτο της διδασκαλίας, χωρίς καμία εμπλοκή με την έρευνα και από την άλλη οι καθηγητές – managers που θα υλοποιούν όλα τα ερευνητικά προγράμματα των πανεπιστημίων προς όφελος των επιχειρηματιών για να βρουν χρηματοδότες και χορηγούς, να κερδίσουν τα bonus τους και να φιγουράρουν με τις δημοσιεύσεις τους στις ranking – lists που υποτάσσονται στα υποδείγματα των «διανοούμενων» της καπιταλιστικής οικονομίας. Η αστική τάξη, υποταγμένους, φοβισμένους και πειθήνιους θέλει τους πρώτους, παραγωγούς και εκπροσώπους των δογμάτων της θέλει τους δεύτερους.
ΑΥΤΑΡΧΙΚΗ ΦΟΙΤΗΣΗ – ΑΤΟΜΙΚΟΣ ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΑΣΥΛΟ
Δεν αλλάζει μόνο ο χαρακτήρας των σπουδών, το περιεχόμενο των τίτλων τους και το μοντέλο του αποφοίτου στο επιχειρηματικό πανεπιστήμιο. Αλλάζει και η ίδια η φοίτηση, με αυταρχικοποίηση και εντατικοποίηση που κορυφή τους έχουν την διάλυση του φοιτητικού κινήματος, των συλλογικών διαδικασιών των φοιτητών, του κοινωνικού και πολιτικού εκείνου υποκειμένου που έδωσε σκληρές μάχες τη τελευταία 20ετία απέναντι στις κυβερνήσεις του κεφαλαίου που επιδίωκαν την καπιταλιστική άλωση της ανώτατης εκπαίδευσης. Οι φοιτητές θα χωρίζονται σε τρείς κατηγορίες : α) ενεργοί φοιτητές [όσοι δεν έχουν υπερβεί τα ν + 2 ] β) μερικής φοίτησης [όσοι επιλέγουν να ολοκληρώσουν τις σπουδές σε διπλάσιο χρόνο λόγω εργασίας/ λοιπών υποχρεώσεων] γ) όσοι έχουν υπερβεί τα ν+2 έτη ή τα 2ν+4 [για τη περίπτωση β]. Οι διαχωρισμοί αυτοί εισάγονται δηλώνοντας την αυταρχικοποίηση του ρυθμού σπουδών, κατά συνέπεια τις κυρώσεις που θα υπάρχουν σε αυτούς που δεν εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους στον προβλεπόμενο χρόνο και προκειμένου να καμφθούν οι αντιδράσεις εκ μέρους του φοιτητικού κινήματος υπάρχουν οι κατηγορίες β κ’ γ. Δεν διευκρινίζεται, όμως, από το νομοσχέδιο – μαργαριτάρι, τί θα συμβαίνει στην τρίτη κατηγορία? Μπορεί αυτό που είχαν εξαγγείλει από τους πρώτους μήνες της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, δηλαδή, αν χρωστάς μάθημα στου οποίου την εξέταση έχεις αποτύχει τρείς φορές, πρέπει να καταβάλεις χρηματικό αντίτιμο προκειμένου να επανεξεταστείς! Μπορεί και διαγραφή… πολλά «μπορεί». Άλλωστε η διαγραφή φοιτητή προβλέπεται από το νομοσχέδιο στη περίπτωση της μη εγγραφής του σε δύο συνεχόμενα εξάμηνα σπουδών.
Οι σπουδές στο επιχειρηματικό πανεπιστήμιο
εντατικές και πειθαρχημένες, με όλο το κόστος τους να πέφτει στις
πλάτες του φοιτητή και της οικογένειάς του (πανεπιστημιακά συγγράμματα[5],
φοιτητική μέριμνα), δεν χωρούν συλλογικότητες, πολιτική παρέμβαση και
συμμετοχικότητα, δεν χωρούν το μαζικό φοιτητικό κίνημα των ριζοσπαστικών
διεκδικήσεων και μορφών πάλης. Πέρα από τις πειθαρχικές διώξεις για
διαδικασίες οι οποίες «παρακωλύουν την εκπαιδευτική και ερευνητική
διαδικασία», δηλαδή τις συνελεύσεις, παρεμβάσεις στις διαλέξεις,
καταλήψεις, εκδηλώσεις, το νομοσχέδιο καταργεί τις φοιτητικές
συλλογικότητες με την πρόβλεψη για διενέργεια φοιτητικών εκλογών με
εκπροσώπους μέσω ενιαίου ψηφοδελτίου! Σχολικό 15μελές με λίγα λόγια… Ο
εκπρόσωπος των φοιτητών στο Σ.Ι. θα εκλέγεται από το ενιαίο αυτό
ψηφοδέλτιο και θα είναι επίσης μέλος της Εθνικής Φοιτητικής Ένωσης
Ελλάδας, [6]
την οποία η υπουργός αποφάσισε αυτοβούλως να αναστήσει προκειμένου να
αποτελέσει την έκφραση του φοιτητικού συνδικαλισμού στο επιχειρηματικό
πανεπιστήμιο! Η γραφειοκρατική, ΕΦΕΕ των φοιτητο – πατέρων και των
καταδικαστικών αποφάσεων για καταλήψεις σχολών, που οι πρωτοπόρες
δυνάμεις του φοιτητικού κινήματος απονέκρωσαν και το ίδιο το κίνημα της
έχει γυρίσει δια παντός την πλάτη, αποτελεί εργαλείο στα χέρια της
κυβέρνησης για τον μαρασμό των μάχιμων συλλογικών διαδικασιών των
Συλλόγων και του φοιτητικού κινήματος. Μάλλον η υπουργός Παιδείας
ενδιαφέρεται για την πανελλαδικότητα του κινήματος….(!)
Προφανώς και η κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται για την φίμωση των καθεστωτικών παρατάξεων ΔΑΠ – ΠΑΣΠ (αυτές θα συνεχίσουν να υπάρχουν, με άλλη μορφή ίσως, μέσα στην Α.Ε., το Σ.Ι., τα επιχειρηματικά projects, μέσα σ’ όλο το πλαίσιο των πελατειακών σχέσεων), αλλά για τη φίμωση της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας του φοιτητικού κινήματος, της Ε.Α.Α.Κ. και κάθε μάχιμης, ανατρεπτικής και ανεξάρτητης συλλογικότητας στα ΑΕΙ – ΤΕΙ που αποτελεί την «αντιπολίτευση» στις κατευθύνσεις του κεφαλαίου και τον πυροδότη των διαδικασιών του φοιτητικού κινήματος. Μ’ αυτούς θέλει να τελειώσει μια για πάντα η κυβέρνηση, μ’ αυτούς που πότε αποκαλεί «μειοψηφίες», πότε «εξωπανεπιστημιακούς κουκουλοφόρους» και πότε «συντηρητικούς που αντιστέκονται στην όποια αλλαγή»!
Σε αυτό το αυταρχικό πλαίσιο λειτουργίας
των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων έρχεται να προστεθεί και το ζήτημα του
πανεπιστημιακού ασύλου, ή μάλλον να αφαιρεθεί, αφού οι συγγραφείς του
ν/σ επινόησαν πώς η έλλειψη αναφοράς του στο νομικό κείμενο θα το
απάλλασσε από κάθε νομική μορφή/υπόσταση και συνεπώς δεν θα υπόκειται σε
κανένα θεσμικό καθεστώς! Αυτό υπηρετεί απόλυτα το σχέδιο της κυβέρνησης
για το πανεπιστημιακό άσυλο, που το θέλει άσυλο ελεύθερης διακίνησης
των επιχειρηματικών ιδεών, ελεύθερης ερευνητικής διαδικασίας για τις
ανάγκες της αγοράς, ελεύθερης εντατικοποιημένης διδασκαλίας των
λειτουργικών δεξιοτήτων.
Η ΑΔΙΠ ΚΑΙ Η ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ
Το ευφυολόγημα της αξιολόγησης των ΑΕΙ ως εξορθολογισμός της λειτουργίας τους και αξιοκρατία που αναμασάνε εδώ και δεκαετίες οι ελληνικές κυβερνήσεις και η Ε.Ε. δεν είναι τίποτα άλλο από τη δημιουργία ενός δούρειου ίππου για την εμπορευματοποίηση των πανεπιστημίων και την ένταξή τους σε περιβάλλοντα ευελιξίας, ανταγωνιστικότητας, αποδοτικότητας, παραγωγικότητας. Η Αρχή Διασφάλισης κ’ Πιστοποίησης της Ποιότητας ως φορέας της αξιολόγησης έχει στόχο τον διαρκή έλεγχο των ιδρυμάτων με βάσει τους δείκτες «ποιότητας κ’ επιτευγμάτων» ,που η ίδια ορίζει, οι οποίοι φτάνουν τους 20 με σημαντικότερους [7] :
α) Ποιότητα και αποτελεσματικότητα εκπαιδευτικής διαδικασίας (αριθμητική σχέση αποφοίτων προς εισερχόμενους φοιτητές, αριθμός Κέντρων Αριστείας στην εκπαίδευση και την οργάνωση της μάθησης, αριθμός φοιτητών σε προγράμματα δια βίου μάθησης, πορεία επαγγελματικής ένταξης των αποφοίτων, κ.λπ.).
β) Ερευνητική αριστεία (αριθμός δημοσιεύσεων ανά καθηγητή, αριθμός ετεροαναφορών ανά καθηγητή, αριθμός ανά καθηγητή απλών συμμετοχών σε διεθνή ανταγωνιστικά προγράμματα έρευνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αριθμός ανά καθηγητή συμμετοχών με συντονιστικό ρόλο σε ανταγωνιστικά προγράμματα έρευνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αριθμός μελών του επιστημονικού προσωπικού που επιτυγχάνουν χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας, αριθμός Κέντρων Αριστείας στην έρευνα, αριθμός διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού που κατέχει θέσεις στα κεντρικά όργανα διοίκησης διεθνών ακαδημαϊκών ή ερευνητικών οργανισμών ή διεθνών επιστημονικών εταιρειών κ.λπ.).
γ) Διεθνοποίηση (αριθμός αλλοδαπών φοιτητών, αριθμός φοιτητών που προσελκύονται στο ίδρυμα μέσω των ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αριθμός φοιτητών που αποστέλλονται στο εξωτερικό μέσω ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αριθμός συμφωνιών συνεργασίας με άλλα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης της Ελλάδας ή του εξωτερικού κ.λπ.).»
Τα πράγματα είναι ολοφάνερα, η αξιολόγηση φέρνει την πρόσθετη ( πέραν της κρατικής δηλαδή) χρηματοδότηση στο ίδρυμα σε περίπτωση που είναι η έκθεσή της θετική, δηλαδή το ίδρυμα προσελκύει επενδυτές, επιχειρηματικά συμφέροντα αφού έχει εναρμονιστεί (βάσει των δεικτών) με το επιχειρηματικό κλίμα και τις ανάγκες της αγοράς, αλλά, επιπλέον, το νομοσχέδιο αναφέρει, πως το κράτος θα παρέχει ,πέραν αυτού του χαμηλότατου κονδυλίου – πλαφόν, και extra χρηματοδότηση στα ιδρύματα που τα «πήγαν καλά» σύμφωνα με την ΑΔΙΠ! Και αυτά που δεν τα πήγαν καλά?.... Το υπουργείο έχει λύση και σε αυτό! Το ίδρυμα / τμήμα αυτό είτε παύει να δέχεται νεοεισερχόμενους φοιτητές και συρρικνώνεται (περαιτέρω μείωση κρατικού κονδυλίου), είτε βάζει λουκέτο και οι ήδη φοιτητές του μεταφέρονται σε ομοειδές ίδρυμα!
Αυτό που πρέπει να συγκρατήσουμε είναι πως η αξιολόγηση συνδέεται άρρηκτα με τον «Οργανισμό» μέσω των «τετραετών συμβάσεων», αφού η ΑΔΙΠ είναι επί της ουσίας ένα εργαλείο της Α.Ε. Η αξιολόγηση «τιμαριθμοποιεί» το ίδρυμα, τις σπουδές του, τα ερευνητικά αποτελέσματα, έμψυχο και άψυχο υλικό των πανεπιστημίων για να τα καταστήσει εμπορεύσιμα προϊόντα τα οποία θα τα διαχειριστεί η Α.Ε.- πανεπιστήμιο, όπως κρίνει σύμφωνα με τις απαιτήσεις της αγοράς. Η αξιολόγηση παραδοσιακά είχε έναν ρόλο, να είναι ο βασικός μηχανισμός άσκησης τυπικού κοινωνικού ελέγχου στο ζωντανό στοιχείο της εκπαίδευσης, το φοιτητές - καθηγητές, δηλαδή να θέτει ως στόχο του ελέγχου αν και κατά πόσο το πανεπιστήμιο υπηρετεί και εξυπηρετεί το κράτος. Άρα η αξιολόγηση εμφανιζόταν ως μηχανισμός επιτήρησης του πανεπιστημίου από το κράτος.[8]
Στο επιχειρηματικό πανεπιστήμιο της
σύγχρονης εποχής, η αξιολόγηση είναι η συγγραφή ενός «τιμοκαταλόγου» των
υπηρεσιών του πανεπιστημίου, υπακούει στις απαιτήσεις του κεφαλαίου για
κερδοφορία και ανάπτυξη και τελικά διαμέσου αυτού, εξυπηρετείται και ο
παραδοσιακός της ρόλος ως έλεγχος και ιδεολογικός μηχανισμός, αφού στο
νέο πανεπιστήμιο της ελαστασφάλειας και των μισθών – πείνας των
καθηγητών, και της αδιάκοπης συλλογής πιστωτικών μονάδων, της
πειθάρχησης αναφορικά με τα όρια φοίτησης και τη φοιτητική μέριμνα των
φοιτητών, η καθυπόταξη, η χειραγώγηση και η κατεδάφιση των συλλογικών
διαδικασιών έρχεται μέσω της οικονομικής λειτουργίας του ιδρύματος. Οι
νέοι οικονομικοί όροι για τα ΑΕΙ φέρνουν τον (περαιτέρω) διαχωρισμό
μεγαλο – καθηγητών με παχυλά bonus που θα προέρχονται από τα
επιχειρηματικά projects που θα διεκπεραιώνουν για λογαριασμό των
επιχειρηματιών και από τις διαφημιστικού ρόλου ranking lists [9]
που θα υπηρετούν την κυρίαρχη ιδεολογία και τις επιδιώξεις του
κεφαλαίου και από την άλλη, του κακοπληρωμένου με ατομικές συμβάσεις
διδακτικού προσωπικού, χωρίς καμιά συμμετοχή στη λειτουργία και διοίκηση
του ΑΕΙ, που θα αγωνιά για την επαύριο.
Σημειώσεις.
[1] Η έκφραση προέρχεται από ανακοινώσεις του «Δικτύου Πληροφόρησης κ’ Συντονισμού για το Πανεπιστημιακό Κίνημα»
[2] Θ.Φωτίου, πανεπιστημιακός ΕΜΠ, άρθρο Κατεδαφίζουν κάθε προσπάθεια συγκρότησης των πανεπιστημίων μεταπολιτευτικά, www.epohi.gr
[3] Σύλλογος Εκτάκτου Εκπαιδευτικού Προσωπικού ΤΕΙ Πάτρας «ΑΡΤΙΝ ΔΑΝΕΛΙΑΝ», ανακοίνωση Νομοσχέδιο Διαμαντοπούλου: αυταρχικό πανεπιστήμιο των πελατειακών σχέσεων, της αγοράς και της ελαστικής απασχόλησης.
[4] Θ. Φωτίου ό.π.
[5] Θεωρήσαμε σκόπιμο να παραθέσουμε κομμάτι από την επιστολή του καθηγητή Κ. Χ. Χρυσόγονου αναφορικά με την πρόβλεψη του ν/σ για τα συγγράμματα: «Το κατ’ άρθρο 16 παρ. 4 δικαίωμα της δωρεάν παιδείας σημαίνει, εκτός από τη μη καταβολή διδάκτρων, και τη δωρεάν παροχή του ελάχιστου αριθμού των στοιχειωδώς απαραίτητων, για την αποτελεσματική συμμετοχή στην εκπαιδευτική διαδικασία, διδακτικών μέσων. Τούτο βέβαια δεν σημαίνει ότι το Σύνταγμα επιτάσσει τη δωρεάν διανομή βιβλίων, αλλά ότι, σε περίπτωση ολικής ή μερικής κατάργησής του, το σύστημα αυτό οφείλει να αντικατασταθεί από άλλο ισοδύναμου αποτελέσματος π.χ. η δημιουργία βιβλιοθηκών με επαρκή αριθμό βιβλίων και χώρους, καθώς και με συνεχή δυνατότητα πρόσβασης των φοιτητών σε αυτές. Εν προκειμένω, με το άρθρο 37 παρ. 2 του προσχεδίου νόμου προβλέπεται η κατάργηση της διανομής διδακτικών συγγραμμάτων στους φοιτητές με δαπάνες του Δημοσίου. Εντούτοις, η κατά την παράγραφο 9 του ίδιου άρθρου πρόβλεψη περί ενίσχυσης των βιβλιοθηκών των ιδρυμάτων με τον απαραίτητο αριθμό έντυπων ή ηλεκτρονικών συγγραμμάτων ώστε να καλύπτονται οι εκπαιδευτικές ανάγκες των ιδρυμάτων, καθώς και η συνακόλουθη εξουσιοδότηση προς τους Υπουργούς Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και Οικονομικών για τον καθορισμό του αριθμού, της διαδικασίας παραχώρησης των ανωτέρω διδακτικών συγγραμμάτων κλπ. είναι προδήλως ανεπαρκής ως αντικατάσταση ισοδύναμου αποτελέσματος με τη δωρεάν διανομή βιβλίων. Με το περιεχόμενο αυτό επομένως, το οποίο είναι ασαφές λόγω γενικότητας της διατύπωσης, δεν καλύπτεται το αίτημα για δωρεάν παιδεία. Εξάλλου, στο άρθρο 37 παρ. 2 του προσχεδίου νόμου προβλέπεται «η υποχρέωση ανάρτησης στο διαδίκτυο της αναλυτικής ύλης των παραδόσεων/σημειώσεων των μαθημάτων που διδάσκουν οι καθηγητές όλων των βαθμίδων». Στο βαθμό που με τη διάταξη αυτή υπονοείται η εκ μέρους των καθηγητών υποχρέωση δωρεάν ανάρτησης συγγραμμάτων, ανακύπτει ζήτημα παραβίασης των διατάξεων περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Ειδικότερα η πνευματική ιδιοκτησία εμπίπτει στην έννοια της ιδιοκτησίας η προστασία της οποίας κατοχυρώνεται στο άρθρο 1 παρ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (βλ. Κ. Χρυσόγονου Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, 3η εκδ. 2006, σελ. 371, 373). Η ως άνω σύμβαση, μετά την κύρωσή της με το ν.δ. 53/1974, έχει σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος υπερνομοθετική ισχύ και ως εκ τούτου υπερισχύει έναντι των κοινών νόμων.
[6]
Βλ. σχετικά προσχέδιο νόμου «Οργάνωση Ανώτατης Εκπαίδευσης, Ανεξάρτητη
Αρχή για τη Διασφάλιση και Πιστοποίηση της Ποιότητας στην Ανώτατη
Εκπαίδευση»
[8] Βλ. σχετικά Χ. Κάτσικας – Κ. Θεριανός – Θ. Τσιριγώτης – Γ. Καββαδίας, Η αξιολόγηση στην εκπαίδευση, εκδ. Λιβάνη, Αθήνα 2007
[9]
Βλ. σχετικά Γ. Οικονομάκης – Τ. Ζορμπαλά, βιβλιοκριτική στο «Ο
Νεοφιλελεύθερος εναγκαλισμός του Πανεπιστημίου», Γ. Σταμάτη, Θέσεις,
τ.112, 2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου