«Τόλμησε να αγωνιστείς, τόλμησε να νικήσεις!»
Σήμερα η εργασία είναι μια πραγματική τρομοκρατία των αφεντικών και του κράτους, που χτίζουν το κοινωνικό συμβόλαιο-κανιβαλισμό του «αποδέξου ή ψόφα». Οι απολυμένοι, οι νεόφτωχοι, οι απλήρωτοι, οι περιθωριοποιημένοι είναι το αποτέλεσμα αυτής της μορφής μονοπωλιακής βίας των καταπιεστών και του κράτους, που την υφίστανται συνολικά τα κοινωνικά υποκείμενα σε όλο το πλέγμα των κοινωνικών σχέσεων.
Στον αντίποδα, ο σύγχρονος κοινωνικός ανταγωνισμός που αναπτύσσεται ενάντια στη βίαιη προλεταριοποίηση εργαζομένων, δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, είναι ένα «ένστικτο ζωής», μια διαρκής σύγκρουση που πηγάζει από την αντίθεση κράτους-κοινωνίας και βρίσκεται στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης και όλων των αντιπαραθέσεων. Αλλά με όρους διαφορετικούς από το παρελθόν, που έχουν να κάνουν κυρίως με τη βίαιη ανάπτυξη της κοινωνικής και οικονομικής κρίσης. Δεν έχει να κάνει με το σικ «ριζοσπαστισμό» αυτών που στα σαλόνια της εξουσίας παραχαράσσουν την ανεξαρτησία και αυτονομία του κόσμου της εργασίας, φωνασκώντας υπέρ της κρατικής πολιτικής. Ούτε έχει να κάνει απλά με την ανεξαρτησία και αυτονομία από τα κόμματα και τον κρατικό συνδικαλισμό, αλλά αντικατοπτρίζει το κίνημα απελευθέρωσης και χειραφέτησης του ίδιου του κόσμου της εργασίας.
Πρόκειται για μια μαχόμενη διαδικασία ρήξης με την πολιτική εξουσία (κράτος, κόμματα, δικαστήρια, φυλακές), με τα κρατικά συνδικάτα, με τους καπιταλιστικούς μηχανισμούς παραγωγής-διανομής, με τους καθεστωτικούς πολιτιστικούς και κανονιστικούς θεσμούς. Μια πολιτική απειλητική διαδικασία, όπου οι πολιτικά αδύναμοι είναι οι επιτιθέμενοι απέναντι στους κρατούντες και όπου οι εξεγερμένοι-ανυπότακτοι είναι οι δημιουργοί κυτταρικών δομών αντιεξουσίας-ζωνών ελευθερίας στην παραγωγή και στην κοινωνική ζωή, χωρίς αφεντικά.
Κι επειδή οι «αιώνιες» αλήθειες και τα δογματικά πολιτικά τροπάρια τελείωσαν, η αναζήτηση και το νόημα του άμεσου κοινωνικού μετασχηματισμού και της θεώρησής του, βρίσκεται όχι μόνο εκτός των ορίων του συστήματος, αλλά και σύμπασας της αριστεράς των διακηρυκτικών πολιτικών φλυαριών και των ανώδυνων διαδηλώσεων-περιπάτων. Ούτε υπάρχει, ούτε εξαντλείται στις όποιες ενδοαριστερές πολιτικές αντιθέσεις τους που χρησιμοποιούνται για τη διαίρεση του κόσμου της εργασίας, τον ιδεολογικισμό και τον αγωνιστικό αφοπλισμό των εργαζόμενων. Διότι ριζοσπαστική ρήξη με το σύστημα και αντικαθεστωτική κοινωνική πολιτική των από κάτω, σημαίνει μαζική αντεπίθεση στην καρδιά της εξουσίας, στις εμπροσθοφυλακές των αφεντικών που δεν καταβάλλουν τα δεδουλευμένα, στους υπεύθυνους των μαζικών απολύσεων και της ολοένα μεγαλύτερης εξαθλίωσης, στους υπεύθυνους για την αυξανόμενη κρατική τρομοκρατία σε διαδηλωτές, απεργούς, μετανάστες, νεολαία, στους κρατικούς αξιωματούχους για τα πολιτικά και οικονομικά εγκλήματα που διαπράττουν σε βάρος της κοινωνίας.
Ο «ξεκρέμαστος» κόσμος της εργασίας
Ακόμα και τα πιο μαζικά συλλαλητήρια ή συγκεντρώσεις δεν μπορούν να απαντήσουν στον ολοκληρωτικό χαρακτήρα της κρατικής πολιτικής και στη βίαιη μετατροπή των εργαζομένων σε εξαθλιωμένη μάζα. Συνεπώς, τα διδάγματα και η εμπειρία των προηγούμενων αγώνων και της εξέλιξής τους, πρέπει να ενώνονται ολικά με την ανάπτυξη της άμεσης συλλογικής δράσης και την αποφασιστικότητα του κόσμου της εργασίας να απαλλαγεί από τους μαγαζάτορες και τους καντηλανάφτες όλων των πολιτικών ιερατείων. Σε κάθε ζωντανή χειραφετημένη κίνηση του κόσμου της εργασίας είναι επιτακτικό να σπαστεί το πολιτικό εμπόριο των μεν και οι λιτανείες των δε, για να επαναδημιουργηθεί η οργανική σχέση θεωρίας και δράσης. Είναι περισσότερο η θέληση για αυτενέργεια και χειραφετημένη δράση όλων αυτών των εργαζομένων που είναι «ξεκρέμαστοι» και που στην πραγματικότητα είναι οι εν δυνάμει φορείς του κοινωνικού μετασχηματισμού. Όχι με την έννοια του εργάτη-πρωτοπορία ή του εργάτη-μάζα, αλλά του «φτωχοποιημένου» εργαζόμενου, ως κοινωνικού υποκειμένου που πλήττεται από την κοινωνική και οικονομική κρίση.
Είναι προφανές ότι η ανασυγκρότηση των αγώνων του κόσμου της εργασίας δεν μπορεί να γίνει με τις ίδιες αγωνιστικές και οργανωτικές μεθόδους του παρελθόντος. Ακόμα χειρότερα, αυτές οι μέθοδοι γίνονται τροχοπέδη που επιδεινώνουν περισσότερο την κοινωνικοοικονομική ανασφάλεια και τη ζωή των εργαζομένων. Πιο συγκεκριμένα, ο κόσμος της εργασίας δεν θα κινηθεί σε ριζοσπαστική κατεύθυνση μόνο μέσα από μια διαδικασία απεργιών ή εξαιτίας μιας ανατρεπτικής συνδικαλιστικής πολιτικοποίησης γενικώς, αλλά κυρίως σε συνδυασμό με την ανάπτυξη σε μαζική κλίμακα της άμεσης συλλογικής δράσης και συνολικά της αντιπαράθεσης με το καθεστώς της κοινωνικής βαρβαρότητας, γκρεμίζοντας τα εμπόδια και τα όρια του κομματικού και κρατικού συνδικαλισμού που στέλνουν ακατάπαυστα τους αγώνες μέσα στο πλαίσιο και στους κανόνες του καθεστώτος.
Ρωγμή στον κόσμο του κέρδους
Βρισκόμαστε σε ένα κομβικό σημείο. Παρά την ένταση της κρίσης, η παραγωγικότητα είναι υψηλή, το ίδιο και οι εξαγωγές προϊόντων, ενώ η υπερεκμετάλλευση στέλνει εκ περιτροπής τον κόσμο της εργασίας από την εργασιακή ανασφάλεια, στην εφεδρεία και από εκεί στο ταμείο ανεργίας και στην εξαθλίωση. Ποτέ άλλοτε δεν υπήρχε τόσο κραυγαλέος βίαιος διαχωρισμός ανάμεσα στα συσσωρευμένα πλούτη και τη φτώχεια, το αποτέλεσμα της οποίας είναι οι «στρατοί» των απολυμένων, των απλήρωτων, των αστέγων και των απόκληρων, που αποτελούν τη σημερινή κοινωνική πλειοψηφία.
Ωστόσο, η αγωνιστική και δημιουργική μορφή του κοινωνικού ανταγωνισμού θα ’πρεπε να είναι στην ίδια αντικαθεστωτική ταχύτητα. Ενώ δημιουργούνται συνεχώς κυτταρικές δομές και μορφές κοινωνικής αντιεξουσίας (τοπικά ανταλλακτικά συστήματα, τράπεζες χρόνου και δίκτυα παραγωγών-καταναλωτών, συνεργατικές ενώσεις, ελεύθεροι κοινωνικοί χώροι, φυσικές καλλιέργειες, αυτοοργανωμένες καλλιέργειες, κ.λπ.), η αγωνιστική μορφή παραμένει ακόμα στο επίπεδο της απλής διαμαρτυρίας, της λειτουργικής συμβολικής κατάληψης και των πορειών χωρίς αντίκρισμα, ακόμα και στην θεαματική-συμβολική συγκρουσιακή μορφή τους. Προφανώς οι λόγοι είναι πολλοί. Ο πιο σημαντικός, όμως, είναι ότι η πραγματική αγωνιστική και δημιουργική μαζική σύγκρουση απαιτεί ανάληψη ευθύνης και κυρίως υπευθυνότητα και αποφασιστικότητα.
Ένα παράδειγμα αγώνα που θα μπορούσε να υπερβεί τα εσκαμμένα και εξακολουθεί να έχει μεγάλη απήχηση είναι η απεργία των Χαλυβουργών. Θα μπορούσε να μετεξελιχθεί σε ανοιχτή αντιπαράθεση και πραγματική σύγκρουση με τον Μάνεση, αν υπήρχε η στοιχειώδης ριζοσπαστική πολιτική βούληση, να καταλάβουν οι εργαζόμενοι το εργοστάσιο και να επανακινήσουν την παραγωγή σε κοινωνική βάση, χωρίς αφεντικά. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που οι εργαζόμενοι χαλυβουργοί αποφασίζουν στις συνελεύσεις τους τη συνέχιση της απεργίας τους και με τον ίδιο τρόπο έμπρακτης κινηματικής αλληλεγγύης, υποστήριξης και συμπαράστασης, όχι μόνο από το Θριάσιο, αλλά απ’ όλο το πανελλήνιο.
Τώρα είναι που ο κόσμος της εργασίας πρέπει να μπλοκάρει την κρατική μηχανή, να επανακτήσει τον κοινωνικό πλούτο, να καταλάβει την παραγωγή, τα εργοστάσια και τις «δημόσιες»-κρατικές υπηρεσίες. Να μετασχηματίσει το περιεχόμενο και την ίδια την παραγωγική διαδικασία με μη κρατικούς, μη καπιταλιστικούς όρους. Με αντιεραρχικές συλλογικές μορφές διεύθυνσης, χωρίς αφεντικά. Με δωρεάν σε όλους δημόσια κοινωνικά αγαθά, που παράγονται και διαχειρίζονται στο πλαίσιο της συνεργασίας, της ισοτιμίας και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Καταστρέφοντας τις εμπορευματικές σχέσεις και το κέρδος, με κοινωνικά δίκτυα παραγωγής-διανομής, ώστε να καλυφθούν όλες οι κοινωνικές ανάγκες.
Η εποχή επιτάσσει τη δημιουργία ζωνών ελευθερίας, όπου η κοινωνική ζωή θα ορίζεται στη βάση της χειραφέτησης και της αμεσοδημοκρατικής συμμετοχής και η υπεράσπισή της θα γίνεται στο πλαίσιο της κοινωνικής αυτοάμυνας. Ας σηκώσουμε τη σημαία του πραγματικού αγώνα και ας προχωρήσουμε από την απόγνωση στην ελπίδα.
Σήμερα η εργασία είναι μια πραγματική τρομοκρατία των αφεντικών και του κράτους, που χτίζουν το κοινωνικό συμβόλαιο-κανιβαλισμό του «αποδέξου ή ψόφα». Οι απολυμένοι, οι νεόφτωχοι, οι απλήρωτοι, οι περιθωριοποιημένοι είναι το αποτέλεσμα αυτής της μορφής μονοπωλιακής βίας των καταπιεστών και του κράτους, που την υφίστανται συνολικά τα κοινωνικά υποκείμενα σε όλο το πλέγμα των κοινωνικών σχέσεων.
Στον αντίποδα, ο σύγχρονος κοινωνικός ανταγωνισμός που αναπτύσσεται ενάντια στη βίαιη προλεταριοποίηση εργαζομένων, δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, είναι ένα «ένστικτο ζωής», μια διαρκής σύγκρουση που πηγάζει από την αντίθεση κράτους-κοινωνίας και βρίσκεται στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης και όλων των αντιπαραθέσεων. Αλλά με όρους διαφορετικούς από το παρελθόν, που έχουν να κάνουν κυρίως με τη βίαιη ανάπτυξη της κοινωνικής και οικονομικής κρίσης. Δεν έχει να κάνει με το σικ «ριζοσπαστισμό» αυτών που στα σαλόνια της εξουσίας παραχαράσσουν την ανεξαρτησία και αυτονομία του κόσμου της εργασίας, φωνασκώντας υπέρ της κρατικής πολιτικής. Ούτε έχει να κάνει απλά με την ανεξαρτησία και αυτονομία από τα κόμματα και τον κρατικό συνδικαλισμό, αλλά αντικατοπτρίζει το κίνημα απελευθέρωσης και χειραφέτησης του ίδιου του κόσμου της εργασίας.
Πρόκειται για μια μαχόμενη διαδικασία ρήξης με την πολιτική εξουσία (κράτος, κόμματα, δικαστήρια, φυλακές), με τα κρατικά συνδικάτα, με τους καπιταλιστικούς μηχανισμούς παραγωγής-διανομής, με τους καθεστωτικούς πολιτιστικούς και κανονιστικούς θεσμούς. Μια πολιτική απειλητική διαδικασία, όπου οι πολιτικά αδύναμοι είναι οι επιτιθέμενοι απέναντι στους κρατούντες και όπου οι εξεγερμένοι-ανυπότακτοι είναι οι δημιουργοί κυτταρικών δομών αντιεξουσίας-ζωνών ελευθερίας στην παραγωγή και στην κοινωνική ζωή, χωρίς αφεντικά.
Κι επειδή οι «αιώνιες» αλήθειες και τα δογματικά πολιτικά τροπάρια τελείωσαν, η αναζήτηση και το νόημα του άμεσου κοινωνικού μετασχηματισμού και της θεώρησής του, βρίσκεται όχι μόνο εκτός των ορίων του συστήματος, αλλά και σύμπασας της αριστεράς των διακηρυκτικών πολιτικών φλυαριών και των ανώδυνων διαδηλώσεων-περιπάτων. Ούτε υπάρχει, ούτε εξαντλείται στις όποιες ενδοαριστερές πολιτικές αντιθέσεις τους που χρησιμοποιούνται για τη διαίρεση του κόσμου της εργασίας, τον ιδεολογικισμό και τον αγωνιστικό αφοπλισμό των εργαζόμενων. Διότι ριζοσπαστική ρήξη με το σύστημα και αντικαθεστωτική κοινωνική πολιτική των από κάτω, σημαίνει μαζική αντεπίθεση στην καρδιά της εξουσίας, στις εμπροσθοφυλακές των αφεντικών που δεν καταβάλλουν τα δεδουλευμένα, στους υπεύθυνους των μαζικών απολύσεων και της ολοένα μεγαλύτερης εξαθλίωσης, στους υπεύθυνους για την αυξανόμενη κρατική τρομοκρατία σε διαδηλωτές, απεργούς, μετανάστες, νεολαία, στους κρατικούς αξιωματούχους για τα πολιτικά και οικονομικά εγκλήματα που διαπράττουν σε βάρος της κοινωνίας.
Ο «ξεκρέμαστος» κόσμος της εργασίας
Ακόμα και τα πιο μαζικά συλλαλητήρια ή συγκεντρώσεις δεν μπορούν να απαντήσουν στον ολοκληρωτικό χαρακτήρα της κρατικής πολιτικής και στη βίαιη μετατροπή των εργαζομένων σε εξαθλιωμένη μάζα. Συνεπώς, τα διδάγματα και η εμπειρία των προηγούμενων αγώνων και της εξέλιξής τους, πρέπει να ενώνονται ολικά με την ανάπτυξη της άμεσης συλλογικής δράσης και την αποφασιστικότητα του κόσμου της εργασίας να απαλλαγεί από τους μαγαζάτορες και τους καντηλανάφτες όλων των πολιτικών ιερατείων. Σε κάθε ζωντανή χειραφετημένη κίνηση του κόσμου της εργασίας είναι επιτακτικό να σπαστεί το πολιτικό εμπόριο των μεν και οι λιτανείες των δε, για να επαναδημιουργηθεί η οργανική σχέση θεωρίας και δράσης. Είναι περισσότερο η θέληση για αυτενέργεια και χειραφετημένη δράση όλων αυτών των εργαζομένων που είναι «ξεκρέμαστοι» και που στην πραγματικότητα είναι οι εν δυνάμει φορείς του κοινωνικού μετασχηματισμού. Όχι με την έννοια του εργάτη-πρωτοπορία ή του εργάτη-μάζα, αλλά του «φτωχοποιημένου» εργαζόμενου, ως κοινωνικού υποκειμένου που πλήττεται από την κοινωνική και οικονομική κρίση.
Είναι προφανές ότι η ανασυγκρότηση των αγώνων του κόσμου της εργασίας δεν μπορεί να γίνει με τις ίδιες αγωνιστικές και οργανωτικές μεθόδους του παρελθόντος. Ακόμα χειρότερα, αυτές οι μέθοδοι γίνονται τροχοπέδη που επιδεινώνουν περισσότερο την κοινωνικοοικονομική ανασφάλεια και τη ζωή των εργαζομένων. Πιο συγκεκριμένα, ο κόσμος της εργασίας δεν θα κινηθεί σε ριζοσπαστική κατεύθυνση μόνο μέσα από μια διαδικασία απεργιών ή εξαιτίας μιας ανατρεπτικής συνδικαλιστικής πολιτικοποίησης γενικώς, αλλά κυρίως σε συνδυασμό με την ανάπτυξη σε μαζική κλίμακα της άμεσης συλλογικής δράσης και συνολικά της αντιπαράθεσης με το καθεστώς της κοινωνικής βαρβαρότητας, γκρεμίζοντας τα εμπόδια και τα όρια του κομματικού και κρατικού συνδικαλισμού που στέλνουν ακατάπαυστα τους αγώνες μέσα στο πλαίσιο και στους κανόνες του καθεστώτος.
Ρωγμή στον κόσμο του κέρδους
Βρισκόμαστε σε ένα κομβικό σημείο. Παρά την ένταση της κρίσης, η παραγωγικότητα είναι υψηλή, το ίδιο και οι εξαγωγές προϊόντων, ενώ η υπερεκμετάλλευση στέλνει εκ περιτροπής τον κόσμο της εργασίας από την εργασιακή ανασφάλεια, στην εφεδρεία και από εκεί στο ταμείο ανεργίας και στην εξαθλίωση. Ποτέ άλλοτε δεν υπήρχε τόσο κραυγαλέος βίαιος διαχωρισμός ανάμεσα στα συσσωρευμένα πλούτη και τη φτώχεια, το αποτέλεσμα της οποίας είναι οι «στρατοί» των απολυμένων, των απλήρωτων, των αστέγων και των απόκληρων, που αποτελούν τη σημερινή κοινωνική πλειοψηφία.
Ωστόσο, η αγωνιστική και δημιουργική μορφή του κοινωνικού ανταγωνισμού θα ’πρεπε να είναι στην ίδια αντικαθεστωτική ταχύτητα. Ενώ δημιουργούνται συνεχώς κυτταρικές δομές και μορφές κοινωνικής αντιεξουσίας (τοπικά ανταλλακτικά συστήματα, τράπεζες χρόνου και δίκτυα παραγωγών-καταναλωτών, συνεργατικές ενώσεις, ελεύθεροι κοινωνικοί χώροι, φυσικές καλλιέργειες, αυτοοργανωμένες καλλιέργειες, κ.λπ.), η αγωνιστική μορφή παραμένει ακόμα στο επίπεδο της απλής διαμαρτυρίας, της λειτουργικής συμβολικής κατάληψης και των πορειών χωρίς αντίκρισμα, ακόμα και στην θεαματική-συμβολική συγκρουσιακή μορφή τους. Προφανώς οι λόγοι είναι πολλοί. Ο πιο σημαντικός, όμως, είναι ότι η πραγματική αγωνιστική και δημιουργική μαζική σύγκρουση απαιτεί ανάληψη ευθύνης και κυρίως υπευθυνότητα και αποφασιστικότητα.
Ένα παράδειγμα αγώνα που θα μπορούσε να υπερβεί τα εσκαμμένα και εξακολουθεί να έχει μεγάλη απήχηση είναι η απεργία των Χαλυβουργών. Θα μπορούσε να μετεξελιχθεί σε ανοιχτή αντιπαράθεση και πραγματική σύγκρουση με τον Μάνεση, αν υπήρχε η στοιχειώδης ριζοσπαστική πολιτική βούληση, να καταλάβουν οι εργαζόμενοι το εργοστάσιο και να επανακινήσουν την παραγωγή σε κοινωνική βάση, χωρίς αφεντικά. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που οι εργαζόμενοι χαλυβουργοί αποφασίζουν στις συνελεύσεις τους τη συνέχιση της απεργίας τους και με τον ίδιο τρόπο έμπρακτης κινηματικής αλληλεγγύης, υποστήριξης και συμπαράστασης, όχι μόνο από το Θριάσιο, αλλά απ’ όλο το πανελλήνιο.
Τώρα είναι που ο κόσμος της εργασίας πρέπει να μπλοκάρει την κρατική μηχανή, να επανακτήσει τον κοινωνικό πλούτο, να καταλάβει την παραγωγή, τα εργοστάσια και τις «δημόσιες»-κρατικές υπηρεσίες. Να μετασχηματίσει το περιεχόμενο και την ίδια την παραγωγική διαδικασία με μη κρατικούς, μη καπιταλιστικούς όρους. Με αντιεραρχικές συλλογικές μορφές διεύθυνσης, χωρίς αφεντικά. Με δωρεάν σε όλους δημόσια κοινωνικά αγαθά, που παράγονται και διαχειρίζονται στο πλαίσιο της συνεργασίας, της ισοτιμίας και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Καταστρέφοντας τις εμπορευματικές σχέσεις και το κέρδος, με κοινωνικά δίκτυα παραγωγής-διανομής, ώστε να καλυφθούν όλες οι κοινωνικές ανάγκες.
Η εποχή επιτάσσει τη δημιουργία ζωνών ελευθερίας, όπου η κοινωνική ζωή θα ορίζεται στη βάση της χειραφέτησης και της αμεσοδημοκρατικής συμμετοχής και η υπεράσπισή της θα γίνεται στο πλαίσιο της κοινωνικής αυτοάμυνας. Ας σηκώσουμε τη σημαία του πραγματικού αγώνα και ας προχωρήσουμε από την απόγνωση στην ελπίδα.
Θοδωρής Θεοδωρόπουλος
Από το 7ο τεύχος της εργατικής εφημερίδας ΔΡΑΣΗ που κυκλοφορεί
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου