Την Τρίτη 19 Ιουνίου του 1945, η εφημερίδα του Πολιτικού Συνασπισμού Κομμάτων του ΕΑΜ «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ» ανήγγειλε στο βασικό θέμα της πρώτης της σελίδας την επιβεβαίωση μιας συγκλονιστικής είδησης για όλο το ΕΑΜικό κίνημα εθνικής αντίστασης 1941-1944, ιδιαίτερα δε για τους αγωνιστές του ΕΛΑΣ. Η είδηση, που κυκλοφορούσε ως φήμη από τις προηγούμενες ημέρες, αφορούσε το θάνατο του Θανάση Κλάρα, του πρωτοκαπετάνιου του ΕΛΑΣ, που πλέον περνούσε στην ιστορία με το αντιστασιακό του όνομα ΑΡΗΣ ΒΕΛΟΥΧΙΩΤΗΣ. Εγραφε η «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ» στον τίτλο του βασικού της θέματος: «Ο ΑΡΗΣ ΣΚΟΤΩΘΗΚΕ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΠΟΛΥΩΡΗ ΣΥΜΠΛΟΚΗ - Το λαϊκό δημοκρατικό κίνημα αποκήρυξε ΕΝΑΝ ΑΠΕΙΘΑΡΧΟ ΟΠΑΔΟ ΤΟΥ αλλά ο Δοσιλογισμός εκρέμασε το κεφάλι ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΑΓΩΝΙΣΤΗ». Ο τίτλος αυτός απέδιδε πλήρως την αλήθεια των πραγμάτων. Δεν μπορεί να συγχέεται ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε το ΚΚΕ και το ΕΑΜικό κίνημα τον Αρη Βελουχιώτη, μετά την απόφαση του τελευταίου να αντιταχθεί εμπράκτως στην πολιτική του κινήματος, όπως αυτή εκφραζόταν στο πλαίσιο της Συμφωνίας της Βάρκιζας, με τη στάση που κράτησε απέναντί του η αντίδραση.
Εκείνη
την εποχή, την εποχή του θανάτου του, δεν υπήρχε δεύτερη άποψη σε
ολόκληρο το ΕΑΜικό κίνημα: Ο Αρης Βελουχιώτης ήταν ο πρωτοκαπετάνιος του
ΕΛΑΣ, από τους πρωτοπόρους του αντιστασιακού κινήματος, ένας από τους
κορυφαίους λαϊκούς αγωνιστές, που μετά τη Βάρκιζα είχε παραβιάσει τους
κανόνες πειθαρχίας του κινήματος. Την ίδια αξία απέδιδε στον Αρη και η
αντίδραση: Τον θεωρούσε κορυφαίο λαϊκό - εθνικό αγωνιστή κι ακριβώς γι'
αυτό το λόγο επιδίωξε και πέτυχε την εξόντωσή του, βοηθούμενη
αντικειμενικά και από τη δική του στάση, μια στάση που τον ωθούσε στη
σύγκρουση με το Κόμμα του και το ΕΑΜ και εκ των πραγμάτων στην
αυτοαπομόνωσή του. Πριν προχωρήσουμε σε μια πιο ολοκληρωμένη έκθεση της
προσωπικότητας του Αρη Βελουχιώτη και των γεγονότων που οδήγησαν στο
τραγικό του τέλος, οφείλουμε να δώσουμε στον αναγνώστη δύο ακόμη
ιστορικά στοιχεία που βοηθούν στην πληρέστερη κατανόηση των όσων έγραφε η
εφημερίδα του ΕΑΜ στο προαναφερόμενο δημοσίευμά της.
Λίγες ημέρες πριν το τέλος...
Στις
16 Ιουνίου του 1945, ημέρα θανάτου του Αρη, από τραγική σύμπτωση, ο
«ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ» δημοσίευσε την απόφαση της ΚΕ για τη διαγραφή του από το
Κόμμα. Η απόφαση αυτή είχε ληφθεί στην 11η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ στις
αρχές Απρίλη του ιδίου έτους. Λίγες ημέρες πριν, με δήλωσή του στο «Ρ» ο
ΓΓ της ΚΕ του Κόμματος Ν. Ζαχαριάδης είχε προαναγγείλει τη δημοσίευση
της διαγραφής, καταγγέλλοντας ανοιχτά την απειθαρχία του Αρη Βελουχιώτη.
Υπό τον τίτλο «Το ΚΚΕ καταγγέλλει ανοιχτά τον Αρη Βελουχιώτη», ο «Ρ»
έγραψε1:
«Ο σ. Ζαχαριάδης μας ανακοίνωσε ότι η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ αφού
συζήτησε πάνω σε εκθέσεις που ήρθαν από διάφορες κομματικές οργανώσεις,
αποφάσισε να καταγγείλει ανοιχτά την ύποπτη και τυχοδιωκτική δράση του
Αρη Βελουχιώτη (Θανάση Κλάρα ή Μιζέρια). Ο Βελουχιώτης και ύστερα από τη
σύναψη της συμφωνίας της Βάρκιζας συνέχισε τη δράση του. Η δράση αυτή,
που μονάχα την αντίδραση μπορούσε να εξυπηρετήσει, γιατί της έδινε όπλα
για να χτυπά το ΚΚΕ, να παραβιάζει τη συμφωνία της Βάρκιζας και να
δικαιολογεί τα εγκλήματά της, δεν επιτρέπει πια καμία καθυστέρηση για
την ανοιχτή καταγγελία του Αρη Βελουχιώτη. Οπως είναι γνωστό ο
Βελουχιώτης (Θανάσης Κλάρας) στον καιρό της δικτατορίας του Μεταξά είχε
πιαστεί και είχε κάνει δήλωση μετανοίας και αποκήρυξης του ΚΚΕ».
Η
καταγγελία του Αρη από το Κόμμα καθιστούσε πλέον τυπικό το ζήτημα της
κοινοποίησης της διαγραφής του. Ο ταξικός αντίπαλος, αντιλαμβανόμενος τη
σημασία του, δεν άφησε ανεκμετάλλευτο το γεγονός, όπως άλλωστε έκανε
και κάνει σε όλες τις παρόμοιες περιπτώσεις. Ηταν μάλιστα τόσο
προκλητική αυτή η συμπεριφορά της αντίδρασης που ο «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ» δεν
μπόρεσε να την αγνοήσει. Στο φύλλο που βγήκε την παραμονή του θανάτου
του Αρη, στην πρώτη σελίδα, υπό τον τίτλο «Χαμένος Κόπος» δημοσιεύτηκε
ένα ανυπόγραφο σχόλιο γραμμής στο οποίο μεταξύ άλλων αναφερόταν2:
«Η αντίδραση θορυβεί γύρω από το ζήτημα της διαγραφής του Αρη
Βελουχιώτη και ανέλαβε την υπεράσπισή του. Μάταια όμως θορυβεί... Μετά
τη συμφωνία της Βάρκιζας ο Θανάσης Κλάρας ή Αρης Βελουχιώτης, όπως
γράψαμε ήδη, συνεχίζει τη δράση που μόνο την αντίδραση εξυπηρετεί και
ξέχασε την υπόσχεση που είχε δώσει στο κόμμα όταν το 1942 ζήτησε να
χρησιμοποιηθεί καθώς και τις υποχρεώσεις που έχουν τα μέλη και τα
στελέχη του ΚΚΕ. Για τους λόγους αυτούς και ανεξάρτητα από τις υπηρεσίες
που πρόσφερε στον αντάρτικο αγώνα το ΚΚΕ δε δίστασε ούτε στιγμή και τον
διέγραψε... Σήμερα η αντίδραση, που έβριζε χυδαία τον Θανάση Κλάρα,
όταν πάλευε για τα συμφέροντα του έθνους, ανέλαβε την υπεράσπισή του και
είναι αφειδώλευτη σε επαίνους δείχνοντας έτσι τη συμπάθειά της προς
κάθε τι αντιλαϊκό. Και μόνο το γεγονός αυτό είναι αρκετό για ν'
αποδείξει πόσο το ΚΚΕ έχει δίκιο και πόσο βάζει πάνω απ' όλα τα
συμφέροντα του λαού. Χαμένος κόπος, λοιπόν, οι υστερικές κραυγές». Λίγες
ημέρες αργότερα, όταν ο Αρης θα είναι πια νεκρός, η ντόπια αντίδραση δε
θα διστάσει, για παραδειγματισμό του λαού, να κρεμάσει το κεφάλι του
και το κεφάλι του συντρόφου του Τζαβέλα σ' ένα φανοστάτη στα Τρίκαλα και
να αφήσει τα ακέφαλα κορμιά τους βορά στα αγρίμια.
Ας δούμε όμως τώρα ποιος ήταν ο Αρης Βελουχιώτης, παρακολουθώντας την πορεία του από τα πρώτα βήματα της ζωής του.
Τα πρώτα του βήματα στη ζωή
Ο
Αρης Βελουχιώτης (Θανάσης Κλάρας) γεννήθηκε στη Λαμία στις 27 Αυγούστου
του 1905. Ηταν το τρίτο παιδί του Δημήτρη και της Αγλαΐας Κλάρα. Στην
οικογένεια υπήρχαν άλλα τρία παιδιά: Ο Περικλής, η Ευαγγελία και ο
Μπάμπης. Η οικογένεια του Αρη ήταν γενικά εύπορη με ρίζες αγωνιστικές. Ο
πατέρας του ήταν δικηγόρος, αλλά είχε και κτηματική περιουσία,
ελαιοτριβείο και σαπουνοποιείο. Οι προπάπποι του, από μητέρα κι από
πατέρα, είχαν πάρει ενεργό μέρος στην Επανάσταση του 1821. Γράφει
σχετικά ο Πάνος Λαγδάς στην κλασική, πλέον, εργασία του για τον Αρη3:
«Οι πρόγονοί του πήραν μέρος στην επανάσταση του Εικοσιένα και
διακρίθηκαν για την τόλμη τους και την παλικαριά τους. Ενας απ' αυτούς, ο
Ανδρέας Κλάρας, στα ηρωικά εκείνα χρόνια του ξεσηκωμού του έθνους
αγωνίστηκε για την απελευθέρωση της πατρίδας πολεμώντας τους Τούρκους
σαν αξιωματικός στα σώματα των οπλαρχηγών του Εικοσιένα Πανουργιά και
Δυοβουνιώτη. Αλλά και άλλος πρόγονός του, από τη μητέρα του - που ανήκε
στη Σουλιώτικη οικογένεια Ζέρβα, η οποία ύστερα από την καταστροφή του
Σουλίου κατέφυγε στο Μεσολόγγι - πολέμησε γενναία τους Τούρκους με τον
Μάρκο Μπότσαρη, στις μάχες που έδωσε κοντά στο Καρπενήσι, επίσης και στο
Μεσολόγγι. Μάλιστα την εποχή που βρισκόταν στο Μεσολόγγι (όπως το θέλει
η παράδοση) ήταν στα σώματα που είχε οργανώσει ο Μπάιρον».
Το
1911 ο μικρός Θανάσης Κλάρας γράφτηκε στο Δημοτικό σχολείο του «Λαχανά»
και το 1915 γράφτηκε στο σχολαρχείο. Μετά το σχολαρχείο θα γραφεί στο
ανώτερο τμήμα της «Αβερώφειου Γεωργικής Σχολής» της Λάρισας (Μέση
Γεωπονική Σχολή με τρίχρονη φοίτηση), απ' όπου και θα αποφοιτήσει το
1922. Ο Θανάσης ήταν πολύ δραστήριος, σωστός ταραξίας, από πολύ μικρός.
Απείθαρχος, ανυπότακτος, ερχόταν συχνά αντιμέτωπος με τους κανόνες ζωής
της μικρής κοινωνίας της Λαμίας. Ετσι, όταν στα 1919 έφυγε για να
σπουδάσει στη Λάρισα «ησύχασε κι η Λαμία από την πέτρα του σκανδάλου
της», γράφει ο αδελφός του Μπάμπης4.
Απόφοιτος
πια γεωπόνος, με τη βοήθεια του πατέρα του, ο Θανάσης διορίζεται στη
Γεωργική Υπηρεσία και αρχικά υπηρετεί στα Μπούκια (Παρανέστιο) Δράμας,
ενώ το 1923 θα μετατεθεί στα Τρίκαλα. Γρήγορα, όμως, θα παραιτηθεί
ερχόμενος σε διαφωνία με την υπηρεσία, ειδικότερα δε με το καθεστώς της
συναλλαγής και του ρουσφετιού που κυριαρχούσε στο δημόσιο. Κατόπιν θα
αρνηθεί την πρόταση του πατέρα του να ασχοληθεί με την κτηματική
περιουσία της οικογένειας και θα πάρει το δρόμο προς την πρωτεύουσα για
να φτιάξει μόνος του τη ζωή του5.
Η μεγάλη στροφή στη ζωή του
Στην
Αθήνα ο Θ. Κλάρας θα συνδεθεί στενά με τον συμπατριώτη του Τάκη Φίτσο, ο
οποίος στάθηκε δάσκαλός του, τον βοήθησε να ξεκαθαρίσει τις ανησυχίες
του, να διευρύνει τους ορίζοντές του. Σύντομα ο Φίτσος χρησιμοποιεί τον
Θανάση σε διάφορες κομματικές δουλιές που αποτελούσαν τότε απαραίτητη
προϋπόθεση δοκιμασίας του οποιουδήποτε υποψηφίου για ένταξη στο Κόμμα ή
στην οργάνωση της Νεολαίας.
Με
την ένταξή του στο επαναστατικό κίνημα ο Θανάσης κλείνει οριστικά τον
πρώτο κύκλο της ζωής του και βρίσκει ουσιαστική διέξοδο και περιεχόμενο
ζωής, πραγματικό σκοπό για να διοχετεύσει τις δημιουργικές ανησυχίες
του, την τόλμη και το ατίθασο του εαυτού του. Για το θέμα αυτό έχει
μιλήσει ο ίδιος με επιστολή του που δημοσιεύτηκε στο «Ριζοσπάστη» το
Σεπτέμβρη του 1931, σε απάντηση της κατηγορίας που είχαν εκτοξεύσει σε
βάρος του, ότι το 1924 είχε καταδικαστεί για κλοπή. Γράφει
χαρακτηριστικά6:
«Καταδικάστηκα για κλοπή το 1924; Εκανα κλοπή το 1924; Ναι! Και έκανα την κλοπή και καταδικάστηκα!
Γιατί
έκλεψα; Γεννημένος μέσα στο καθεστώς αυτό της ληστείας, της διαφθοράς,
του πνευματικού σκότους και της διαστρέβλωσης της πνευματικής, έχοντας
για σύμβουλο τον διεφθαρμένο αστικό πολιτισμό, έφτασα στο σημείο να
κλέψω. Οχι αυτό μόνο. Ρωτήστε τον τόπο της καταγωγής μου: Θα μάθετε πως
στα μικρά μου χρόνια χαρτόπαιζα, μεθούσα, πιστόλιζα για το τίποτε και
τον τυχόντα μέσα στα καφενεία. Αυτά ως το 1924, ακόμα και το '25 σχεδόν,
όταν επί τέλους άρχισα με τη βοήθεια κομμουνιστών εργατών και
διανοουμένων να βλέπω όχι θολά, μα με κάποια καθαρότητα. Εφτασε λίγος
καιρός να απαλλαγώ απ' την επίδραση του διεφθαρμένου αστικού πολιτισμού.
Ημουνα πια στους κόλπους του Κομμουνιστικού κόμματος. Αν στη ζωή μου
υπάρχει ένα σημείο που με συγκίνηση και με υπερηφάνεια αφάνταστη από
καιρού σε καιρό γυρίζω και βλέπω, είναι ακριβώς η εποχή που μπήκα στο
Κομμουνιστικό Κόμμα. Διαπαιδαγωγήθηκα ταξικά, έμαθα το συμφέρο μου,
πέταξα τον κεφαλαιοκρατικό πολιτισμό στα μούτρα της λωποδύτριας
μπουρζουαζίας και ρίχτηκα με πίστη, με θέληση, με ηρωισμό στον αγώνα για
τις εργαζόμενες μάζες. Εκτοτε δεν έχω στο ενεργητικό μου παρά
φυλακίσεις για πάλη επαναστατική. Μιλάν τα γεγονότα, μιλάει αυτή η
αλήθεια. Ούτε ΜΙΑ ΚΗΛΙΔΑ. Είναι αυτό σε βάρος μου; Είναι αυτό στοιχείο
ενάντια στο Κομμουνιστικό Κόμμα; ΤΙΜΗ ΜΟΥ ΜΕΓΑΛΗ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΙΜΗ
ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΣΤΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΜΟΥ ΑΝΗΚΕΙ ότι γλίτωσα απ' τη
διαφθορά της συνείδησης, στην οποία με οδηγούσε το ληστρικό αστικό
καθεστώς και κόσμησα τον Κλάρα που φερόντανε τροχάδην στον γκρεμό με
ΑΓΝΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΑ στοιχεία και μόνο με τέτοια».
Η
αρχή της οργανωμένης δράσης του Θ. Κλάρα μέσα από τις γραμμές της ΟΚΝΕ
τοποθετείται χρονολογικά στα 1924 με 1925. Ο ισχυρισμός του Λευτέρη
Αποστόλου ότι τον γνώρισε ως στέλεχος της ΟΚΝΕ το 1923 μάλλον οφείλεται
σε παραπλάνηση μνήμης7.
Πάντως, το 1925, που θα καταταγεί στο στρατό για να υπηρετήσει τη
θητεία του, ο Θανάσης είναι ήδη μέλος της Κομμουνιστικής Νεολαίας. Στο
στρατό, λόγω της μόρφωσής του, αλλά και των ικανοτήτων του, παίρνει το
βαθμό του δεκανέα και τον προτείνουν για τη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών.
Στη σχολή δεν πρόκειται να πάει ποτέ. Γρήγορα γίνεται αντιληπτός για την
επαναστατική του δράση, καθαιρείται από δεκανέας και στέλνεται «ως
επικίνδυνος κομμουνιστής» να περάσει το υπόλοιπο της θητείας του
περιορισμένος στον «πειθαρχικό ουλαμό» στο Καλπάκι8.
Στο Καλπάκι, ο Θανάσης Κλάρας κράτησε στάση πραγματικού λαϊκού αγωνιστή
και ο «Ριζοσπάστης» της εποχής πολλές φορές αναφέρει το όνομά του σε
ρεπορτάζ από το μαρτυρικό στρατόπεδο.
Το
1927 ο Κλάρας απολύεται από το στρατό. Φτάνει στην Αθήνα, ξανασυνδέεται
με την ΟΚΝΕ και γρήγορα θα αναδειχτεί στέλεχός της. Στην κομματική
δουλιά δεν εμφανίζεται με το πραγματικό του όνομα, αλλά με ψευδώνυμο για
λόγους συνωμοτικούς. Το ψευδώνυμο που χρησιμοποιεί είναι «ΜΙΖΕΡΙΑΣ».
Λέγεται πως ο ίδιος διάλεξε αυτό το ψευδώνυμο, γιατί απηχούσε τη μιζέρια
και την εξαθλίωση του λαού9. Στην ΟΚΝΕ δούλεψε σε
διάφορες δουλιές, υπήρξε συντάκτης της εφημερίδας «ΝΕΟΛΑΙΑ» και μέλος
της Περιφερειακής Επιτροπής Αθήνας της Οργάνωσης. Επίσης δούλεψε στο
κομματικό «Σοσιαλιστικό Βιβλιοπωλείο», που είχε διευθυντή τον Γ. Ζέβγο,
και είχε συνεργασία με τον «Ριζοσπάστη», ενώ αργότερα υπήρξε συντάκτης
του.
Το 1929 ο Κλάρας περνάει στο ΚΚΕ και, ανάμεσα στις δουλιές που είχε, χρεώθηκε και ειδική δουλιά, που, μεταξύ άλλων, αφορούσε την κομματική περιφρούρηση, την οργάνωση δραπετεύσεων αγωνιστών από τις φυλακές, την εξασφάλιση πλαστών ταυτοτήτων για τους παράνομους συντρόφους κλπ. Από το 1934 έως τη σύλληψή του από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, ο Θανάσης Κλάρας χρησιμοποιείται σε υπεύθυνες κομματικές δουλιές στην επαρχία (Μυτιλήνη, Εβρος, Μακεδονία κλπ.) και ανταποκρίνεται με επιτυχία. Σ' όλη, δε, την περίοδο της κομματικής του ζωής και μέχρι το '36, θα συλληφθεί, θα φυλακιστεί και θα εξοριστεί πολλές φορές.
Η
δικτατορία του Μεταξά θα τον συλλάβει στα τέλη του '36 - αρχές του '37
και θα τον φυλακίσει στην Αίγινα. Οταν, όμως, μεταφέρθηκε στην Αθήνα
(1937) για να δικαστεί, κατάφερε να αποδράσει από το δικαστήριο και
πέρασε στην παρανομία. Στο διάστημα αυτής της νέας παρανομίας του, θα
δουλέψει στην παράνομη κομματική δουλιά στη Μακεδονία, αλλά θα τον
ξανασυλλάβουν στη Δράμα, στις 28 Σεπτέμβρη του 1937, και θα τον
ξαναστείλουν στις φυλακές της Αίγινας.
Οπως
προκύπτει από κάποια, προσφάτως δημοσιευμένα, ντοκουμέντα του Αρχείου
του Μανιαδάκη, στις αρχές Ιούνη του 1939, ο Θανάσης Κλάρας μεταφέρθηκε
στις φυλακές της Κέρκυρας. Στις 8 του ιδίου μήνα υπέγραψε την πρώτη
«δήλωση μετανοίας», η οποία, όμως, είχε πολύ γενικό χαρακτήρα - ήταν μια
απλή υπόσχεση αποχής από την πολιτική δράση και ιδιώτευσης. Ετσι δεν
έγινε αποδεκτή από το καθεστώς της δικτατορίας, με αποτέλεσμα να μην του
επιτραπεί η αποφυλάκιση, εάν δεν υπέγραφε συμπληρωματική δήλωση με την
οποία θα αποκήρυσσε «τον κομμουνισμόν ως σύστημα ολέθριον διά την
ελληνικήν πραγματικότητα και διαλυτικόν των μεγάλων ηθικών εννοιών,
Πατρίδος, θρησκείας και οικογένειας». Τη συμπληρωματική αυτή δήλωση την
υπέγραψε στις 27 Ιούνη 1939. Στις 23 Αυγούστου του ιδίου έτους, εκδόθηκε
η απόφαση αποφυλάκισή τους και στις 5 Σεπτέμβρη αποφυλακίστηκε10.
Γύρω
από τη δήλωση μετανοίας του Κλάρα, έχει δημιουργηθεί πλήθος συγχύσεων. Η
πρώτη σύγχυση αφορά το περιεχόμενο της δήλωσης - που απ' ορισμένους δε
θεωρήθηκε τίποτε το εξαιρετικό11 - διότι στον Τύπο της εποχής δημοσιεύτηκε η αρχική δήλωση12,
χωρίς τη συμπληρωματική της αποκήρυξης του κομμουνισμού. Επρόκειτο για
μια πάγια τακτική των διωκτικών αρχών να κρατάνε στα χέρια τους κρυφά
χαρτιά, με τα οποία μπορούσαν να ελέγχουν, να απειλούν, να εκβιάζουν,
ακόμη και να χρησιμοποιούν για πολλά χρόνια μετά τους αγωνιστές που
είχαν κάνει υποχώρηση. Η δεύτερη σύγχυση αφορά τις συνθήκες, κάτω από
τις οποίες ο Θανάσης Κλάρας έφτασε στη δήλωση μετανοίας. Εχει
υποστηριχτεί πως ό,τι έκανε το έκανε ύστερα από εντολή του Ν. Ζαχαριάδη,
ο οποίος, δήθεν, του ανέθεσε την αποστολή να βγει από τη φυλακή και να
βοηθήσει στο ξεκαθάρισμα του παράνομου μηχανισμού του Κόμματος από τους
χαφιέδες13.
Ενας τέτοιος ισχυρισμός, όμως, δεν αποδεικνύεται από πουθενά και,
φυσικά, ελάχιστους πείθει. Ο Μπάμπης Κλάρας τον επικαλείται εντελώς
χλιαρά, ο Λαγδάς τον απορρίπτει και το ίδιο κάνει ακόμη κι αυτός ο
Χαριτόπουλος, ο οποίος μιλάει για μυθολογία14.
Πάντως,
μετά την αποφυλάκισή του, ο Κλάρας δεν ιδιώτευσε, δε λούφαξε, δεν
εγκατέλειψε το κίνημα. Εδρασε, με όσες δυνατότητες είχε κι όσο φυσικά
του επέτρεπαν οι συνθήκες.
Στον ΕΛΑΣ
Με
την έναρξη του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου, ο Θ. Κλάρας θα βρεθεί στο
Αλβανικό μέτωπο σαν λοχίας του πυροβολικού και με την είσοδο της
Γερμανίας στον πόλεμο και την κατάρρευση του μετώπου θα επιστρέψει στην
Αθήνα. Στους συναδέλφους του φαντάρους, λέγεται ότι συνιστούσε να μην
παραδώσουν τον οπλισμό τους, αλλά να τον κρύψουν για να μπορέσουν στη
συνέχεια να αντισταθούν στον κατακτητή. Στις 15/5/1941 ο Κλάρας
συμμετέχει σε σύσκεψη στο δασύλλιο της Καισαριανής με θέμα την οργάνωση
της αντίστασης. Παράλληλα, ο ίδιος με δικιά του πρωτοβουλία συγκροτεί
μηχανισμό, τον οποίο και παραδίδει στη συνέχεια στη νέα ΚΕ που θα
αναλάβει να ανασυγκροτήσει το ΚΚΕ.
Το
Νοέμβρη του 1941 στέλνεται από την ΚΕ του ΚΚΕ στη Ρούμελη για να
εξετάσει τις δυνατότητες ανάπτυξης του αντάρτικου κινήματος. Επιστρέφει
το Δεκέμβρη του ίδιου έτους, υποβάλλει σχετική έκθεση στο Κόμμα η οποία
και εγκρίνεται. Το Γενάρη του 1942, βγαίνει οριστικά στο βουνό και
αρχίζει τη δουλιά της συγκρότησης των ανταρτοομάδων. Η δουλιά αυτή
στέφεται με επιτυχία και στις 7/6/1942 θα μπει στο χωριό Δομνίτσα της
Ευρυτανίας με το όνομα Αρης Βελουχιώτης. Από κει και μετά, το όνομά του
θα αντηχήσει σ' ολόκληρη την Ελλάδα. Είναι ο δημιουργός και ο φυσικός
αρχηγός του ΕΛΑΣ. Η συντριβή του ιταλικού καταδιωκτικού αποσπάσματος
«Ρυκά», ο Γοργοπόταμος, οι μάχες του Κρικέλου, του Μικρού Χωριού και
εκατοντάδες άλλες θα συνδεθούν με τ' όνομά του. Στις 2/5/1943 με τη
συγκρότηση του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ θα οριστεί καπετάνιος του,
μέλος της τριμερούς ηγεσίας, δίπλα στον Σαράφη, που ήταν ο στρατιωτικός
αρχηγός, και τον αντιπρόσωπο του ΕΑΜ - κάτι σαν πολιτικός επίτροπος - Α.
Τζήμα - Σαμαρινιώτη.
Στις
22/4/1944 ο Αρης θα περάσει στην Πελοπόννησο με αποστολή να βοηθήσει
στην ανάπτυξη του αντάρτικου κινήματος και στη συντριβή των
εθνοπροδοτικών ταγμάτων ασφαλείας. Πετυχαίνει στην αποστολή του απόλυτα
και επιστρέφει στη Ρούμελη τον Οκτώβρη του ίδιου έτους. Στις 20/10/1944
μπαίνει στη γενέτειρά του Λαμία όπου γίνεται δεκτός από χιλιάδες κόσμο
και εκφωνεί την περίφημη ιστορική του ομιλία.
Το τέλος
Στις
μάχες του Δεκέμβρη του '44 ο Αρης δε θα πάρει μέρος. Θα σταλεί μαζί με
τον Σαράφη και τον κύριο όγκο των δυνάμεων του ΕΛΑΣ στην Ηπειρο εναντίον
του Ζέρβα, ενώ με τη συμφωνία της Βάρκιζας θα διαφωνήσει αν και αρχικά
θα πειθαρχήσει στην κομματική γραμμή και θα υπογράψει τη διαταγή
αποστράτευσης του ΕΛΑΣ. Στη συνέχεια όμως θα ξαναρχίσει την αντάρτική
δράση ορμώμενος από την ορθή γενικά εκτίμηση ότι η παρουσία των Αγγλων
στην Ελλάδα είχε ως μοναδικό στόχο την εξόντωση του λαϊκού ΕΑΜικού
κινήματος. Ετσι επιχείρησε να ανασυγκροτήσει τον ΕΛΑΣ και το ΕΑΜ με τα
χαρακτηριστικά που είχαν στην περίοδο της τριπλής φασιστικής κατοχής
1941- 1944. Τον καινούριο αντάρτικο στρατό που συγκροτεί τον ονομάζει
«ΕΛΑΣ- Νέος» και το ανασυγκροτημένο ΕΑΜ, το ονομάζει «Μέτωπο Εθνικής
Ανεξαρτησίας» (ΜΕΑ). Ο Νέος ΕΛΑΣ, με τις πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις δεν
κατάφερε ποτέ να συγκεντρώσει στις τάξεις του πάνω από 80 μαχητές, ενώ
το ΜΕΑ δεν πήρε ποτέ σάρκα και οστά, δεν έγινε ποτέ έστω και μια μικρή,
πολύ μικρή απειροελάχιστη μικρογραφία του ΕΑΜ της Κατοχής, έμεινε στα
χαρτιά.
Από
τα ιδρυτικά κείμενα του ΜΕΑ και κάποια κείμενα του Νέου ΕΛΑΣ που έχουν
δει το φως της δημοσιότητας προκύπτει αβίαστα ότι ο Αρης δεν κατανοεί το
διαφορετικό χαρακτήρα της συγκεκριμένης περιόδου σε σχέση με την τριπλή
φασιστική κατοχή της χώρας στα χρόνια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου. Τα
κείμενα αυτά θέτουν το ζήτημα της πάλης στη συγκεκριμένη περίοδο με τον
ίδιο τρόπο που ετίθετο στα κείμενα του ΕΑΜ στην περίοδο της κατοχής από
τους Γερμανούς, Ιταλούς και Βούλγαρους φασίστες, λες και δεν είχε συμβεί
τίποτα στη χώρα από το Σεπτέμβρη του '41 που δημιουργήθηκε το ΕΑΜ. Ηταν
φανερό πως τόσο ο Αρης όσο και οι άμεσοι συνεργάτες του δεν κατανοούσαν
ότι τα αγγλικά στρατεύματα βρίσκονταν στην Ελλάδα για να εμποδίσουν
κοινωνικές αλλαγές και να επιβάλουν την παλινόρθωση της αστικής τάξης
που είχε ξεθεμελιωθεί στα χρόνια της πρώτης κατοχής και του εαμικού
εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και δεν ήταν σε θέση από μόνη της να
ξαναδιεκδικήσει την εξουσία. Τα αγγλικά στρατεύματα βρίσκονταν επίσης
στη χώρα για να στηρίξουν το παλινορθωμένο ελληνικό καπιταλισμό και να
τον εντάξουν στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα. Υπό αυτή την έννοια ο
αγώνας ήταν ταξικός. Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι η Συμφωνία της
Βάρκιζας, όσο ολέθρια κι αν ήταν για το κίνημα, από τη στιγμή που
υπογράφηκε και εκτελέστηκε στο βασικό της ζήτημα, δηλαδή στο ζήτημα της
παράδοσης των όπλων, δεν ήταν κάτι που μπορούσε κανείς να το αναιρέσει
με μια μονοκονδυλιά. Ο Νίκος Ζαχαριάδης έχει δίκιο όταν γράφει15:
«Η συμφωνία ήταν κρατική πράξη. Εγώ δεν μπορούσα να τη διαγράψω με μια
μονοκοντυλιά δίχως να προκαλέσω χάος και ανεπανόρθωτο, τότε, χτύπημα του
κινήματος... εκείνος ακριβώς ο χαρακτήρας της Βάρκιζας (κρατική πράξη)
με ανάγκασε ν' αποδοκιμάσω το Βελουχιώτη παρά το ότι τον εχτιμούσα
παλιά».
Στις
16/6/1945 έξω από τη Μεσούντα, ο Αρης έδωσε ο ίδιος τέλος στη ζωή του
με το περίστροφό του. Στο θάνατο τον ακολούθησε και ο πιστός του
αντάρτης ο Τζαβέλας. Οι διώκτες τους, αποκεφάλισαν τους δύο νεκρούς
συντρόφους και κρέμασαν τα κεφάλια τους, από τις 18 ως τις 20 Ιούνη σ'
ένα φανοστάτη στα Τρίκαλα.
Για
την αυτοκτονία του Αρη έχουν πολλά γραφτεί. Και για το πώς έγινε και
για την αιτία που την προκάλεσε. Ο πιο διαδεδομένος ισχυρισμός θέλει τον
Αρη να αυτοκτόνησε είτε γιατί δεν άντεξε την αποκήρυξή του από το κόμμα
είτε γιατί μ' αυτό τον τρόπο ήθελε να εκφράσει την πολιτική του
διαμαρτυρία για το γεγονός της αποκήρυξης. Αν δεχτούμε αυτό τον
ισχυρισμό, τότε θα πρέπει να καταλήξουμε ότι ο Αρης ήταν εντελώς αφελής ή
ένας συναισθηματικός τύπος που δεν πολυκαταλάβαινε τη σημασία των
ενεργειών του. Είναι όμως δυνατό να δεχτούμε κάτι τέτοιο για τον Αρη;
Μπορούμε δηλαδή να υποθέσουμε πως δεν αντιλαμβανόταν ότι οδηγούνταν
εκτός κόμματος - και η διαγραφή του θα καθίστατο τυπικό ζήτημα - όταν
αποφάσιζε να εναντιωθεί στην πολιτική του κόμματος μετά τη Βάρκιζα, να
προχωρήσει σε νέο αντάρτικο, να επιχειρήσει να φτιάξει το Νέο ΕΛΑΣ και
το νέο ΕΑΜ; Αν υποθέσουμε κάτι τέτοιο, τότε δε μιλάμε για τον Αρη αλλά
για κάποιον άλλον. Ο Αρης αποφάσισε την αυτοκτονία του, αφού ήταν έξω
από την όρεξή του κάθε τι άλλο εκτός από πόλεμο, όταν πλέον
συνειδητοποίησε ότι το εγχείρημά του είχε οδηγηθεί σε πλήρες αδιέξοδο.
Τρεις μέρες μετά το θάνατό του ο Ριζοσπάστης έγραφε, ανάμεσα σε άλλα, στην πρώτη του σελίδα16:
«Ο τόσο τραγικός θάνατος του Αρη Βελουχιώτη προκαλεί θλίψη ανάμεσα
στους πραγματικούς πατριώτες και αγωνιστές της εθνικής ιδέας. Γιατί
ανεξάρτητα από τη θέση που πήρε μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας, θέση που
αντικειμενικά εξυπηρετούσε την αντίδραση, δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται
να ξεχνάει κανείς ότι ο Αρης Βελουχιώτης ήταν ένας από τους πρωτοπόρους
του αγώνα της αντίστασης, από τους πρωταθλητές για την οργάνωση του
αντάρτικου κινήματος».
Ο Αρης πέθανε, όπως έζησε, ηρωικά: Ως αντάρτης μαχόμενος.
Πηγές:
1. «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ» 12 Ιουνίου 1945.
2. «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ» 15 Ιουνίου 1945.
3. Π. Λαγδά: «Αρης Βελουχιώτης - Ο πρώτος του Αγώνα», εκδόσεις «ΚΥΨΕΛΗ», τόμος Α' σελ. 85-86.
4. Μπάμπης Δ. Κλάρας: «Ο αδελφός μου ο Αρης», εκδόσεις «ΔΩΡΙΚΟΣ», σελ. 56.
5. Μπ. Κλάρας, στο ίδιο, σελ. 78-80.
6. «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ» 9/9/1931.
7. Λευτέρη Αποστόλου: «Ο Αρης Βελουχιώτης όπως τον γνώρισα - 1923-1944», εκδόσεις «Φιλίστωρ» / «Παρασκήνιο», σελ. 23.
8.
Το Καλπάκι ήταν «πειθαρχικός ουλαμός», το χειρότερο στρατιωτικό κάτεργο
της εποχής, ένα πραγματικό, μ' όλη τη σημασία της λέξης, στρατόπεδο
συγκέντρωσης. Βρισκόταν σε ορεινή περιοχή της Ηπείρου κοντά στο χωριό
Δολιανά. Εκεί έστελναν τους κομμουνιστές αλλά και ποινικούς. Το
στρατόπεδο διαλύθηκε το 1934 αλλά όλο το διάστημα της λειτουργίας του
συγκέντρωνε τις καθημερινές διαμαρτυρίες όλου του λαϊκού κινήματος.
Διαμαρτυρίες για το Καλπάκι υπήρξαν και από πνευματικούς ανθρώπους του
εξωτερικού.
9. Μπ. Κλάρας, στο ίδιο, σελ. 99, Π. Λαγδά, στο ίδιο, 260-263.
10. Θ.Μ. Λυμπερίου: «Το Κομμουνιστικό Κίνημα στην Ελλάδα», Εκδόσεις «Παπαζήση», τόμος Α' σελ. 243-247.
11.
Γράφει ο Μπ. Κλάρας: «Σωστή βόμβα ήταν η δήλωσή του κι έτσι ακούστηκε η
έκρηξή της. Οχι πως ήταν τίποτα το εξαιρετικό. Απείχε μάλιστα
παρασάγγας από τις συνηθισμένες δηλώσεις μετανοίας. Καμιά αποκάλυψη και
καμιά αποκήρυξη δεν έκανε μ' αυτήν ο Θανάσης. Καμιά μετάνοια για τις
ιδέες του και τη δράση του δε δήλωνε. Μόνο ότι αποφάσισε ν' αποσυρθεί
από το κίνημα, χωρίς καμιά λέξη εναντίον του» (στο ίδιο, σελ. 114-115).
12. Εφημερίδες 25/7/1939.
13.
Λ. Αποστόλου, στο ίδιο, σελ. 36, Γιάννη Γ. Χατζηπαναγιώτου (Καπετάν
Θωμά): «Η Πολιτική Διαθήκη του Αρη Βελουχιώτη», εκδόσεις «ΔΩΡΙΚΟΣ», σελ.
36-38, 618-627 κ.ά.
14. Διονύσης Χαριτόπουλος: «Αρης ο Αρχηγός των ατάκτων», εκδόσεις «Εξάντας», τόμο Α' σελ. 64.
15. Πέτρος Ανταίος: «Ν. Ζαχαριάδης: Θύτης και θύμα», εκδόσεις «Φυτράκη», σελ. 502
16. «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ» 19 Ιουνίου 1945.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου