Απο το ιστολόγιο Sierra Maestra
Επεξεργασία: ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ PRAXIS
Η
σημαντικότερη συμβολή του Ερνέστο Γκεβάρα στη μαρξιστική θεωρία είναι
ίσως το γεγονός ότι επαναθεμελίωσε την περίφημη ρήση του Λένιν πως
"χωρίς επαναστατική θεωρία δε μπορεί να υπάρξει επαναστατικό κίνημα".
Έθεσε τις νέες βάσεις πάνω στις οποίες το επαναστατικό κίνημα θα
μπορούσε να στηριχθεί και να ανανεωθεί - άλλωστε, γιά τον ίδιο η
επανάσταση δεν ήταν ούτε αυτοσκοπός, ούτε αποκλειστικά αντίδραση ενάντια
στην καπιταλιστική και ιμπεριαλιστική τάξη πραγμάτων. Η επαναστατική
δράση πρέπει να εμπνέεται από τη θεωρία αλλά ταυτόχρονα και να την
εξελίσσει, να την προάγει και να την ανανεώνει. "Μιά επανάσταση που δεν προάγεται συνεχώς είναι μιά επανάσταση η οποία παλινδρομεί" γράφει ο ίδιος ο Τσε στο βιβλίο του "Ανταρτοπόλεμος" (Guerilla warfare, 1961). Είναι
το σημείο όπου ο ουτοπικός ιδεαλιστής συναντά τον πραγματιστή, αυτόν
που αντιλαμβάνεται ότι το πλέον δύσκολο δεν είναι η πραγματοποίηση μιάς
επανάστασης αλλά η διατήρηση και εξέλιξη της μέσα στο χρόνο.
Όπως σημειώνει ο Μάικλ Λόουι (1997),
η έννοια της ελευθερίας γιά τον Τσε σχετίζονταν λιγότερο με την
"ιδιωτικοποίηση της κοινωνίας" που προωθούσε η μπουρζουαζία και
περισσότερο με την απελευθέρωση της ανθρωπότητας από την απομόνωση που
είχε επιβληθεί λόγω της καπιταλιστικής παραγωγικής διαδικασίας.
Επομένως, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η δομή της επαναστατικής θεωρίας
του Γκεβάρα είναι ταυτόσημη με τη διαλεκτική του Μαρξ, η οποία
απορρίπτει και τον μεταφυσικό υλισμό αλλά και τον λεγόμενο ουτοπικό
εθελοντισμό. Όπως ο Μαρξ, έτσι και ο Τσε στην ουσία απέρριψε το δίλλημα
μεταξύ μοιρολατρείας (fatalism) και υποκειμενισμού (subjectivism) θέτοντας
ένα ουσιώδες ζήτημα στην αντίληψη περί ιστορίας: την ίδια στιγμή που οι
καταστάσεις (κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές) "πλάθουν" τον
ανθρώπινο χαρακτήρα, το ίδιο το άτομο δημιουργεί νέες καταστάσεις μέσω
της επαναστατικής πράξης και πάλης.
Η "επαναστατική πράξη" για τον Τσε Γκεβάρα δεν περιορίζονταν αποκλειστικά στα όρια της ανατροπής του καπιταλισμού - δεν ήταν μια "οικονομική
πάλη" με μοναδικό στόχο την κατάκτηση των μέσω παραγωγής από το
προλεταριάτο και τις λαϊκές μάζες. Απώτερος στόχος, όπως αναφέρθηκε στο πρώτο μέρος του άρθρου, ήταν η "αυτο-εκπαίδευση" του ατόμου μέσω της συμμετοχής του σε μια αταξική, σοσιαλιστική κοινωνία. Ο Τσε αντιλήφθηκε τον εξοβελισμό των υπολειμμάτων του
καπιταλισμού όχι ως το αυτόματο αποτέλεσμα της ανάπτυξης των
παραγωγικών δυνάμεων, αλλά κάτι που θα προέκυπτε μέσα από έναν ευρύ,
μη-συγκεντρωτικό, κοινωνικό σχεδιασμό. Αυτή του η τοποθέτηση άλλωστε τον
διαφοροποίησε σημαντικά από τη σοβιετική - και πιο συγκεκριμένα την σταλινική - λογική του γραφειοκρατικού σοσιαλισμού. Ο αργεντινός επαναστάτης, σε αντίθεση με σοβιετικούς και Ευρωπαίους μαρξιστές του 20ου αιώνα, έδινε ιδιαίτερο βάρος στη σημασία της ύπαρξης πολιτικών και ηθικών κινήτρων τα οποία ήταν αναγκαία για την
αλλαγή της συλλογικής αντίληψης των μαζών. Αυτός ήταν ο δρόμος που,
σύμφωνα με τον Τσε, θα οδηγούσε αναπόφευκτα στην ιδεολογική ηγεμονία των
κομμουνιστικών αξιών.
Η σοσιαλιστική συλλογική αντίληψη και το σοβιετικό μοντέλο
Η
- καλώς εννοούμενη - εμμονή του Τσε στην ανάπτυξη και διάδοση των
σοσιαλιστικών ιδεωδών στην κοινωνία είχε ως απότοκο το μεγαλύτερο,
εκπαιδευτικού χαρακτήρα, επίτευγμα που έλαβε χώρα στην ιστορία της
λατινικής Αμερικής. Ήταν η περίφημη κουβανική εκπαιδευτική καμπάνια
(Campana Nacional de Alfabetizacion en Cuba) που
εγκαινιάστηκε από την επαναστατική κυβέρνηση του Φιντέλ Κάστρο. Ο
Γκεβάρα υπήρξε από τους θερμότερους υποστηρικτές αυτής της πολιτικής που
άλλαξε ριζικά το status-quo του αναλφαβητισμού που κυριαρχούσε πριν το 1959 (περί
το ένα εκατομμύριο κουβανοί δεν είχαν πρόσβαση στη βασική εκπαίδευση
εξαιτίας ρατσιστικών, ταξικών η και γεωγραφικών διακρίσεων και
κοινωνικών αποκλεισμών).
Και σε αυτό το σημείο η θεωρία του Τσε συγκρούεται με τον γραφειοκρατικό "υπαρκτό" σοσιαλισμό της Σοβιετικής Ένωσης. Το 1966, αναφερόμενος στην περίοδο της ηγεσίας του Ιωσήφ Στάλιν ο Γκεβάρα έγραφε: "Το
μεγαλύτερο ιστορικό έγκλημα του Στάλιν ήταν ότι υποτίμησε την
κομμουνιστική εκπαίδευση και καθιέρωσε το άκρατο δόγμα της Εξουσίας" (Juan Antonio Blanco, 1996). Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, η δόμηση του σοσιαλισμού για τον
Τσε δε μπορούσε να είναι ξεκομμένη από συγκεκριμένες και δεδομένες
ηθικές αξίες, σε αντίθεση με τις "οικονομίστικες" αντιλήψεις των
κυβερνήσεων του Στάλιν, του Χρουτσώφ και των διαδόχων τους . Το
καλοκαίρι του 1963 μιλώντας στη γαλλική εφημερίδα L'Express ο Γκεβάρα ξεδίπλωνε την διαφωνία του με τον "υπαρκτό σοσιαλισμό" της ΕΣΣΔ: "Η
σοσιαλιστική οικονομία χωρίς κομμουνιστική ηθική δε με ενδιαφέρει.
Πολεμάμε τη φτώχεια αλλά ταυτόχρονα και την απομόνωση... Εάν ο
κομμουνισμός είναι αποκομμένος από την αντίληψη (σ.σ. την σοσιαλιστική
συλλογική αντίληψη), μπορεί να αποτελεί μέθοδο διανομής (αγαθών) αλλά
δεν αποτελεί πλέον επαναστατική ηθική". Γίνεται επομένως αντιληπτό ότι για τον Τσε Γκεβάρα η κοινωνική εκπαίδευση και η δημιουργία μιας σοσιαλιστικής συλλογικής σκέψης συνδέονταν με την ίδια την πολιτική οικονομία.
Εφόσον
ο σοσιαλισμός αποσκοπούσε στο να πλήξει τον καπιταλισμό χρησιμοποιώντας
τα ίδια μέσα - και τις ίδιες αξίες - του αντιπάλου του, τότε ήταν
καταδικασμένος σε αποτυχία. Ως εκ τούτου, για το Γκεβάρα, έπρεπε να αναζητηθεί ένας άλλος δρόμος που θα ξεπερνούσε τις πρακτικές δυσκολίες εφαρμογής μιας αληθινά
σοσιαλιστικής οικονομικής πολιτικής. Ειδάλλως το κομμουνιστικό
οικοδόμημα κινδύνευε να απομακρυνθεί από την πρωτογενή μαρξιστική θεωρία
και να καταστεί κακέκτυπο του καπιταλισμού και της, ανθίζουσας τις
τελευταίες δεκαετίες, λεγόμενης "μεικτής οικονομίας".
Σπάνιες σημειώσεις του Ερνέστο Γκεβάρα από την περίοδο 1965-1966, που γράφτηκαν κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Κονγκό και την Τσεχοσλοβακία και είδαν το φως της δημοσιότητας μόλις το 2006, προσθέτουν
ενδιαφέροντα στοιχεία. Από αυτά μπορούμε να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι
κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Τσε ερχόταν ολοένα και πιο κοντά
στην ιδέα μιάς σοσιαλιστικής δημοκρατίας, δηλαδή ενός δημοκρατικού
σχεδιασμού μέσα από τον οποίο οι "μάζες" (όπως ήταν η προσφιλής έκφραση
του Γκεβάρα) θα ήταν σε θέση να λαμβάνουν τις κύριες οικονομικές
αποφάσεις: "Σε αντίθεση με την ιδέα ενός σχεδιασμού οικονομικών αποφάσεων από τις μάζες, με συναίσθηση των λαϊκών συμφερόντων, μας προσφέρεται ένα υποκατάστατο (placebo), στο οποίο μόνο οι οικονομικοί παράγοντες καθορίζουν τη συλλογική μοίρα. Αυτή είναι μία μηχανιστική, μη-μαρξιστική τεχνική. Οι μάζες πρέπει να είναι σε θέση να καθορίζουν τη μοίρα τους, να αποφασίζουν ποιος διαμοιρασμός της παραγωγής θα διατίθεται αντίστοιχα με την συσσώρευση (αγαθών)
και κατανάλωση. Η οικονομική τεχνική πρέπει να λειτουργεί μέσα στα όρια
αυτών των πληροφοριών και η αντίληψη των μαζών να εγγυώνται την
εφαρμογή της".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου