Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2012

Στα όρια της αηδίας ή το ΠΑΣΟΚ που όλοι αγαπήσαμε

Η Πολιτική Παραγωγικής Ανασυγκρότησης ως Πυρήνας του Προγράμματος της Αριστεράς 

 

του Κώστα Αλέξη

 

Σήμερα βρισκόμαστε σε μια κατάσταση οριακής ισορροπίας, σε μια κατάσταση όπου οι από πάνω δεν μπορούν πλέον να κυβερνήσουν όπως παλιά και οι από κάτω δεν δέχονται να κυβερνηθούν. Αυτή η συνθήκη είναι αντικειμενικά ασταθής ενώ η τροπή των ευρύτερων εξελίξεων θα καθορίσει το μέλλον του λαού μας για τα επόμενα πολλά χρόνια. Οι κυβερνώντες, τα αστικά επιτελεία συνολικά και τα επιχειρηματικά συμφέροντα που εξυπηρετούν έχουν βαθιά συνείδηση της παραπάνω αλήθειας και κατά αυτή την έννοια εξαπολύουν μια σαρωτική επίθεση που ξεπερνά κάθε προηγούμενη και σε ένταση και σε ποιότητα. Κεντρικός άξονας αυτής της επίθεσης είναι και το ξεπούλημα της χώρας, η παραχώρηση επί πινακίου φακής του δημόσιου πλούτου που οικοδομήθηκε με χρόνια υστέρησης του λαού καθώς και ευρύτερα του φυσικού πλούτου και των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας μας. Η κίνηση αυτή δεν σχετίζεται μονάχα με την αδηφάγα προσπάθεια ανάκαμψης των δεικτών κερδοφορίας ακόμα και με φόρο αίματος. Ως πολιτική κατεύθυνση εξυπηρετεί ταυτόχρονα και τον στόχο της αποτροπής του ενδεχομένου αριστερής διεξόδου, του ενδεχομένου να έρθει ο λαός συνολικά στο προσκήνιο, να πάρει την τύχη του στα χέρια του, να αναλάβει την πολιτική εξουσία. Σήμερα λοιπόν, εν όψει της επιχειρούμενης καταστροφής μεγακλίμακας, της καταστροφής που ξεκινά από την ιδιωτικοποίηση του ρεύματος και περνά στην καταστροφή του δάσους των Σκουριών, το ζήτημα της αριστερής πολιτικής για την παραγωγική ανασυγκρότηση είναι αντικειμενικά στο επίκεντρο. 


Να πάρει ο λαός την τύχη στα χέρια του! 

Τι σημαίνει όμως το σύνθημα; Σημαίνει αγώνες, κινητοποιήσεις, ανατροπή των κυβερνώντων. Σημαίνει όλα αυτά, σημαίνει όμως και κάτι ακόμα: ο λαός πρέπει να γίνει κύριος αυτού του τόπου και κατά αυτή την έννοια οφείλει να οργανώσει και την παραγωγική δραστηριότητα κατά τον τρόπο που μπορεί να εξυπηρετήσει τα δικά του συμφέροντα, κατά τρόπο που επιτρέπει την εθνική ανεξαρτησία και την μακρόπνοη λαική κυριαρχία. Κανένας δρόμος που περνά από την εξυπηρέτηση της ίδιας χούφτας επιχειρηματικών συμφερόντων (ή όποιας άλλης κάστας προνομιούχων) δεν μπορεί να αποτελέσει λύση για τον λαό. Η ανάγκη αυτή καθίσταται επιτακτικότερη και βαθύτερη στην εποχή της κρίσης και της έκφρασης του ιστορικά καταστροφικού ρόλου του οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου. 


Ο δρόμος της σύγκρουσης και της ανατροπής προυποθέτει την δημιουργία. Εξάλλου η δυσκολία σημαντικών μερίδων της κοινωνίας μας να πεισθούν και να στηρίξουν μια αριστερή πολιτική, η δυσκολία τους να μεταπηδήσουν από την κατάσταση υποταγής και ψεύτικων ελπίδων στην πλευρά του ενεργού αγώνα σχετίζεται και με την αίσθηση τους ότι δεν υπάρχει άλλη “ρεαλιστική” εναλλακτική. Μπροστά σε αυτή τη στάση σημαντικής μερίδας των μαζών ή ακόμα μπροστά στις αντιφάσεις των αγωνιζόμενων μερίδων ως προς την προοπτική του αγώνα τους δεν αρκεί μια αριστερά που μονάχα αποδεικνύει την αποτυχία των κυρίαρχων πολιτικών. Απαιτείται η αριστερά που στην πράξη χαράζει τον άλλο δρόμο. Η Αριστερά που μπορεί να περιγράψει και να οργανώσει την οικονομική βάση σε εναλλακτικό πλαίσιο. 


Πως θα πεισθεί για παράδειγμα ο αγροτικός πληθυσμός πλατιά ότι απαιτείται ρήξη με την Ευρωζώνη και την ΕΕ που για χρόνια τον μάθανε να ζει από τις επιδοτήσεις της ΕΕ ακόμα και καταστρέφοντας τα προιόντα του, αν δεν πεισθεί ότι μπορεί να ζήσει αξιοπρεπώς από τον κόπο του, τον συναιτερισμό του με τους υπολοίπους για την καλύτερη οργάνωση της παραγωγής, την ανάπτυξη μεταποιητικού κλάδου, την εγγυημένη αγορά του μεγαλύτερου μέρους του προϊόντος του για την κάλυψη των εγχώριων αναγκών; Πως θα συμφωνήσει για την ανάγκη εξόδου από το Ευρώ αν δεν πεισθεί για τα πλεονεκτήματα που θα έχει για την δικιά του ζωή ένα μαλακό εθνικό νόμισμα τόσο υπό την έννοια των κρατικών επενδύσεων για την ώθηση της παραγωγής, των δανείων στους συνεταιρισμούς μέσα από ένα εθνικοποιημένο τραπεζικό κλάδο όσο και υπό την έννοια του ενισχυμένου κέρδους από την πώληση των ποιοτικών προιόντων του στο εξωτερικό; 


Ή πως θα καταρρίψουμε την τρομοκρατία των άδειων ραφιών αν δεν μιλήσουμε για την ανάγκη παραγωγικής αυτάρκειας στα είδη άμεσης ανάγκης; Πως θα καταρρίψουμε την τρομοκρατία της έλλειψης πετρελαίου αν δεν οικοδομηθεί ένα πλαίσιο εναλλακτικών διεθνών συμμαχιών με τις χώρες της Λατινικής Αμερικής και όχι μόνο σε συνδυασμό με την επανά-εθνικοποίηση των Ελληνικών Πετρελαίων; Τι σημαίνει έλεγχος των βασικών πλουτοπαραγωγικών πηγών αν δεν σημαίνει εθνικοποίηση, ανασυγκρότηση για τη βελτίωση της ποιότητας, αειφόρος χαρακτήρας, κοινωνική λογοδοσία και έλεγχος;


Και μόνο από τα παραπάνω παραδείγματα καθίσταται σαφές ότι η πολιτική παραγωγικής ανασυγκρότησης βρίσκεται αντικειμενικά στον πυρήνα του αριστερού προγράμματος διεξόδου. Προϋποθέτει την άμεση ανατροπή ενώ παράλληλα δίνει βάση και πόδια σε αυτήν. Τα άμεσα αιτήματα για ανατροπή του μνημονίου και της κυβέρνησης, η ανάγκη απαγκίστρωσης από τη μέγγενη της τρόικας, η σύγκρουση με την πολιτική που θυσιάζει τον τόπο και τον λαό στο βωμό της παραμονής σε ένα σκληρό νόμισμα που εξυπηρετεί μόνο τις ελίτ, ο αγώνας για ανεξαρτησία και ελευθερία βρίσκεται σε διαλεκτική ενότητα με μια εναλλακτική πολιτική για τον χαρακτήρα, τη μορφή και την οργάνωση της παραγωγής. Μαζί με το ξερίζωμα της κυριαρχίας των οικονομικών ελίτ απαιτείται η οικοδόμηση του δικού μας κόσμου. 


Αριστερά και Παραγωγική Ανασυγκρότηση


Σε αυτά τα πλαίσια καλούμαστε να συζητήσουμε για τις βάσεις του προγράμματος παραγωγικής ανασυγκρότησης από την πλευρά της αριστεράς, μια συζήτηση που έχει εξάλλου ανοίξει πλατιά στους κόλπους της αριστεράς και του λαού. Η συζήτηση για το θέμα αυτό είχε παύσει για χρόνια και η αριστερά είτε αρκούνταν στην (ορθή) καταγγελία των πολιτικών αναφερόμενη παράλληλα στην σοσιαλιστική προοπτική όχι ως πολιτική κατεύθυνση στο σήμερα αλλά σε ένα άλλο απώτερο μέλλον, είτε ενσωματωνόταν στη κυρίαρχη λογική της ανάπτυξης με τις ενέσεις της ΕΕ, χωρίς κριτήρια για το τι και πως θα αλλάζει στην παραγωγική βάση ή πως αλλάζουν παράλληλα οι μέθοδοι δουλειάς και οι εργασιακές σχέσεις.  


Από την αρχή όμως της κρίσης έγινε φανερό ότι ο πήχης πρέπει να ανέβει και η αριστερά καλούνταν να δώσει ουσιαστικότερες απαντήσεις. Κατά αυτή την έννοια απαιτείται οργανωμένο πολιτικό πρόγραμμα το οποίο στα ζητήματα της παραγωγής να απαντά τα κρίσιμα ερωτήματα “τι πρέπει να παράγουμε”, “πως πρέπει να το παράγουμε”, “που πρέπει να το παράγουμε”, “ποιοι θα το παράγουν” καθώς και πότε γίνεται το κάθε βήμα, ποιο επείγει, ποιο είναι άμεσα εφικτό, ποιο είναι κρίσιμο, για ποια προϊόντα απαιτούνται διεθνείς συνεργασίες και ποιες. Η συγκρότηση αυτού του προγράμματος κάθε άλλο παρά απλή τεχνοκρατική υπόθεση είναι: δεν μιλάμε απλά για μια καλύτερη τεχνοκρατική λύση πάνω στα ίδια πολιτικά πλαίσια όπως διάφοροι “έμπειροι” τεχνοκράτες προτείνουν αλλά για μια άλλη πολιτική στο τιμόνι της παραγωγικής συγκρότησης της χώρας σε συνδυασμό με οργανωμένες - τεχνικά άρτιες - λύσεις και συμμετοχή του λαού ώστε να αλλάζει και ο ίδιος ο τρόπος της παραγωγής, να ενισχύεται η λαική συμμετοχή και η δημοκρατία στους χώρους δουλειάς.  


Στο κρίσιμο ερώτημα “τι θα παράγουμε”, μια πολιτική εξυπηρέτησης των λαικών συμφερόντων αντικειμενικά κινείται σε ολότελα διαφορετικό δρόμο από την κυρίαρχη κατεύθυνση. Αντί το κριτήριο να είναι πως θα μεγιστοποιηθεί το κέρδος μιας κάστας επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται σε ορισμένους παραγωγικούς κλάδους και μόνο (π.χ. κατασκευές) πέρα και έξω από το αν αυτό είναι αυτό που χρειάζεται ο λαός και η χώρα, πέρα από το αν αυτό εν τέλει δημιουργεί φούσκες (όπως και έγινε για την οικοδομή). Μια πολιτική διέξοδος στο σήμερα οφείλει να δώσει βάρος στην κατεύθυνση της παραγωγικής αυτάρκειας και αυτονομίας στον αγροτικό-κτηνοτροφικό-αλιευτικό τομέα, να ανασυγκροτήσει τον τομέα της ενέργειας και των τηλεπικοινωνιών, αλλάζοντας το χαρακτήρα των μεταφορών δίνοντας έμφαση στα μέσα μαζικής μεταφοράς, να ανακτήσει τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών και ιδιαίτερα του ορυκτού πλούτου και να οργανώσει την εκμετάλλευση τους με φιλικό στο περιβάλλον χαρακτήρα, να (ανά)συγκροτήσει τον δευτερογενή τομέα ώστε να καλυφθούν οι σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες, να ανατραπεί το καθεστώς βαθιάς εξάρτησης της χώρας, να ενισχυθεί η δυνατότητα κερδοφορίας των παραγωγών από το προϊόν τους αλλά και να δοθεί η δυνατότητα ενίσχυσης της κερδοφορίας από εξαγωγές προιόντων υψηλού επιπέδου.  


Το ερώτημα του “τι” πρέπει να να συνδυάζεται διαλεκτικά με το ερώτημα του “πως” οργανώνεται η παραγωγή. Στην κατεύθυνση αυτή η αριστερά οφείλει να προωθεί την -το δυνατόν- πλατύτερη και ουσιαστικότερη συνεταιριστική οργάνωση των εργαζομένων. Χρειάζεται ένα νέο κίνημα συνεταιριστικής οργάνωσης νέου τύπου σε ρήξη με εκείνες τις πρακτικές που αποδόμησαν και σπίλωσαν τις ιδέες του συνεταιρισμού και έδωσαν χώρο στις αντιδραστικές ιδέες της ατομικότητας και άκρατου - αντικειμενικά αθέμιτου - ανταγωνισμού. Όπου είναι εφικτό και κυρίως στον πρωτογενή τομέα απαιτούνται νέες ή ανασυγκροτημένες συνεταιριστικές δομές που δεν θα εξαντλούν το ρόλο τους στην προσπάθεια επίτευξης καλύτερων τιμών πώλησης αλλά θα οργανώνουν την καλύτερη εκμετάλλευση των παραγωγικών δυνατοτήτων (πχ. εκμεταλλευση της αγροτικής γης για παραγωγή ποιοτικών προϊόντων όλο το χρόνο), θα αναπτύσσουν τα αναγκαία παραγωγικά μέσα σε συλλογική βάση (έτσι για παράδειγμα τα αγροτικά μηχανήματα θα ανήκουν στον συναιτερισμό και θα μπορούν να είναι υψηλότερης απόδοσης εξοικονομώντας παράλληλα κονδύλια), θα δίνουν τη δυνατότητα ανάπτυξης του κλάδου της μεταποίησης σε συνδυασμό με τους παραγωγικούς φορείς των πόλεων. Με στόχο δε, την αντιμετώπιση της σύγχρονης κοινωνικής κρίσης η παραγωγική ανασυγκρότηση θα πρέπει να έχει το μάτι στραμμένο κύρια στην κάλυψη των εσωτερικών αναγκών ενώ στους τομείς που υπάρχει υπερπαραγωγή θα πρέπει να οργανωθεί από τους ίδιους τους συνεταιρισμούς η εξαγωγή των προιόντων κύρια μετά από μεταποίηση και χωρίς κανένα δίκτυο μεσαζόντων που κερδοσκοπούν πάνω στον κόπο των άμεσων παραγωγών. Οι παραγωγοί του τόπου μας μπορούν να ενταχθούν σε μια τέτοια κατεύθυνση, να κάνουν τον μεγάλο κόπο που απαιτείται, να οργανώσουν σε συλλογική βάση την ίδια τους την μικρή ιδιοκτησία αν γνωρίζουν ότι η πώληση ενός μεγάλου ποσοστού του προϊόντος τους είναι εγγυημένη στην εσωτερική αγορά (εξάλλου πρέπει να καλυφθούν οι ανάγκες των λαικών μαζών) ενώ παράλληλα μπορούν να δοθούν διάφορα κίνητρα (όπως φορολόγηση σε είδος για τους παραγωγούς ειδών διατροφής τουλάχιστον για όσο διάστημα δεν έχει ανατραπεί το καθεστώς φτώχειας για σημαντικό ποσοστό του λαού και άρα απαιτείται παροχή δωρεάν σίτισης με ευθύνη του κράτους).  


Κρίσιμος άξονας είναι αυτός της βιομηχανίας της χώρας. Ο άξονας αυτός αντικειμενικά δεν έχει εύκολες λύσεις αλλά στην εποχή μας δεν μπορεί να λείπει από το πολιτικό πρόγραμμα για μια μακρόπνοη ανασυγκρότηση και αλλαγή χαρακτήρα της παραγωγής στη χώρα μας. Σήμερα απαιτείται μια ολότελα διαφορετική πολιτική για την βιομηχανική συγκρότηση που καταρχήν αντιστέκεται στα συμφέροντα των βιομηχάνων! Η νέα εκβιομηχάνιση που χρειαζόμαστε θα είναι γύρω από τους παραπάνω άξονες δίνοντας έμφαση στα πεδία της μεταποίησης και της πλήρους εκμετάλλευσης των προϊόντων του πρωτογενούς τομέα (το βασικό προιόν και όλα τα υποπροϊόντα που μπορούν να προκύψουν), στη βιομηχανία μετάλλου, τη χημική βιομηχανία και τα φάρμακα. Θέλουμε μια βιομηχανική συγκρότηση που κυρίως παράγει αυτά που ο λαός έχει σήμερα ανάγκη καθώς και αυτά που η ίδια η βιομηχανία έχει ανάγκη για να προχωρά χωρίς να εξαρτάται εφ' όρου ζωής από την αγορά εργαλειομηχανών από το εξωτερικό ή την εκπαίδευση προσωπικού εκεί. Μια πολιτική κατεύθυνση που θα προστατεύει τον φυσικό πλούτο του τόπου μας, θα βάζει τους ανθρώπους πάνω από τα κέρδη και το κοινωνικό συμφέρον πάνω από τις σκοπιμότητες άμεσου, βραχυπρόθεσμου και ραντιέρικου κέρδους μιας χούφτας επιχειρηματιών. Η σημερινή επίθεση στο δάσος των Σκουριών δίνει ένα καλό παράδειγμα του “τι πρέπει να αποφύγουμε”. Πέραν όμως ενός ευχολογίου, πως μπορεί να αναπτυχθεί μια τέτοια βιομηχανία στη χώρα μας; Πως μπορεί να γίνει αυτό χωρίς να θρέψουμε εμείς οι ίδιοι τους νέους βιομήχανους που θα (ξανά)τσακίσουν το λαό μας; Απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά έχουν δοκιμασθεί να δοθούν ιστορικά. Σήμερα απαιτείται ένας συνδυασμός μεταξύ κρατικής ιδιοκτησίας και κεντρικού σχεδιασμού, ενεργού ρόλου της τοπικής κοινωνίας και δημοκρατίας στους χώρους δουλειάς και ενίσχυσης του ρόλου των εργαζομένων. Όσα περισσότερα μπορούν να αποκεντρωθούν και να έρθουν κοντά στον έλεγχο της ίδιας της τοπικής κοινωνίας τόσο το καλύτερο. Για παράδειγμα η βιομηχανία αγροτικών προϊόντων θα είναι δυνητικά αποκεντρωμένη και άρα στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν απαιτείται κρατική ιδιοκτησία. Η εγγύηση αγοράς του τελικού προιόντος ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες του κόσμου, η εγγυημένη κατανάλωση του μεγαλύτερου μέρους της παραγωγής στην εσωτερική αγορά είναι επαρκής εγγύηση κερδοφορίας για να αναπτυχθεί αυτή η βιομηχανία. Από την άλλη υπάρχουν ζητήματα όμως η ναυπήγηση πλοίων (πχ αλιευτικών) που αντικειμενικά θα πρέπει να αναπτυχθούν από τα κεφάλαια του κράτους. Μάλιστα ορισμένες σημαντικές, πολύπλοκες, εν δυνάμει ιδιαίτερα κερδοφόρες βιομηχανίες που παράλληλα σχετίζονται με την κατάκτηση τεχνογνωσίας υψηλού επιπέδου όπως η βιομηχανία μετάλλου, τα φάρμακα ή η ενέργεια θα πρέπει να είναι δημόσιες και σύγχρονες πολύπλευρες μορφές κοινωνικού ελέγχου (οικονομική διαφάνεια, ρόλος των σωματείων και των τοπικών κοινωνιών κλπ). 


Φυσικά πρέπει να κατανοούμε ότι η μετάβαση από τη σημερινή κατάσταση αποδιάρθρωσης σε ένα επίπεδο επαρκούς αυτόνομης παραγωγής, εναλλακτικών διεθνών σχέσεων και ικανού εξαγωγικού κλάδου ποιοτικών προϊόντων δεν είναι καθόλου εύκολη. Μπορεί όμως μια κυβέρνηση της αριστεράς να συντονίσει τις βασικές παραγωγικές δυνάμεις και τη συσσωρευμένη εμπειρία και γνώση που σήμερα βρίσκεται σε διάχυτη μορφή στους αγρότες, στους εργαζόμενους των μεγάλων επιχειρήσεων, στους επιστήμονες που δουλεύουν ατομικά ή σε μικρές ομάδες, στα πανεπιστήμια της χώρας, ώστε να απελευθερώσει τις κοινωνικές δυνάμεις που μπορούν να φέρουν σε πέρας ένα τέτοιο σχέδιο. Εξάλλου πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη στην συνείδηση του λαού και την σημασία που έχει για αυτόν να είναι η χώρα του ελεύθερη και ανεξάρτητη. Για αυτό το σκοπό οι άνθρωποι θα απελευθερώσουν πρωτόγνωρες δυνατότητες και θα εργαστούν σκληρά όσο καταλαβαίνουν και στην πράξη επιβεβαιώνουν ότι προχωρά ένα όραμα συλλογικής προκοπής. 


Η παραγωγική ανασυγκρότηση προϋποθέτει το πρόγραμμα άμεσης διεξόδου


Οι προαναφερθείσες κατευθύνσεις δεν έχουν προοπτική πολιτικής πραγμάτωσης αν δεν αποτελούν μέρος και προέκταση του προγράμματος άμεσης διεξόδου. Ενός προγράμματος που όπως έχει αναλυθεί από πολλούς αγωνιστές και χώρους της αριστεράς ξεκινά από την άρνηση των μνημονίων, τη διαγραφή του χρέους και ανοίγει διέξοδο για τη χώρα μέσα από την ανάκτηση της κυριαρχίας στην οικονομική και νομισματική πολιτική με πρώτα βήματα την έξοδο από τον ζουρλομανδία του Ευρώ και την εθνικοποίηση των τραπεζών. Αν και δεν αποτελεί θέμα του παρόντος κειμένου, τονίζεται ότι κατά την άποψη του γράφοντος ο λαός δεν έχει να ελπίζει σε καμία διαδικασία παραγωγικής ανασυγκρότησης όσο όλος του ο πλούτος (τωρινός ή ιστορικός) πάει στους δανειστές, όσο το δικό του αίμα διατηρεί στη ζωή τα ζόμπι των τραπεζών ή όσο το τι θα παράξει, που και πως, αποφασίζεται από τις πιο διεθνοποιημένες και μονοπωλιακές μερίδες της ευρωζώνης. Δεν υπάρχει παραγωγική ανασυγκρότηση με μνημόνια, με προγράμματα σταθερότητας και εν τέλει δεν μπορεί κάτι τέτοιο να γίνει στην Ελλάδα με πολιτική σκληρού νομίσματος. Πως γίνεται το νομισματικό μοντέλο που ταιριάζει απόλυτα στη βαριά βιομηχανία της Γερμανίας και το δικό της τραπεζικό σύστημα να ταιριάζει και στα τωρινά δεδομένα της χώρας μας. Αντίθετα, όχι μόνο δεν ταιριάζει αλλά αποτελεί και πλευρά πολιτικού ελέγχου της χώρας μας, αποτελεί μέσο υποδαύλισης της επιθυμίας και των αναγκών του λαού. Εξάλλου όπως μας λένε, για το Ευρώ τα ξεπουλάνε όλα... Άραγε δεν ήρθε η ώρα να πούμε ένα μεγάλο «Φτάνει πια» και να αλλάξουμε ρότα;  


Ο Λαός στο προσκήνιο


Όλα τα παραπάνω θα παραμείνουν λόγια σε χαρτιά, ευχολόγια ή στην καλύτερη ενδιαφέρουσες συζητήσεις αν ο λαός δεν συμμετέχει ενεργά, αν δεν πάρει εν τέλει πάνω του την προσπάθεια. Η πολιτική παραγωγικής ανασυγκρότησης δεν μπορεί να προχωρήσει αν δεν πατά πάνω σε ένα συλλογικό όραμα κοινωνικής προκοπής για την πλειοψηφία, αν δεν συνδυάζεται με ένα συλλογικό όραμα βελτίωσης της θέσης της κοινωνίας, με ένα όραμα εκδημοκρατισμού στη βάση, την καθημερινότητα, τους χώρους δουλειάς. Πρέπει ο κάθε ένας από εμάς και όλοι μαζί συλλογικά να βλέπει ότι αυτό το πρόγραμμα βελτιώνει την θέση μας σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Μια τέτοια ηγεμονία του ιδεολογικού νήματος της αριστεράς για κοινωνική προκοπή κόντρα στην λογική της ατομικής εξέλιξης (που σήμερα εξάλλου δεν έχει καμία δόση αλήθειας) μπορεί να εκτινάξει την παραγωγική δυναμική των λαικών μαζών. Να δουλέψουμε σκληρά, καταλαβαίνουμε ότι δεν υπάρχει εύκολη λύση αλλά να δουλέψουμε για μας, τους παλιότερους και τους νεότερους από εμάς, να δουλέψουμε και να παλέψουμε για τον τόπο μας και το μέλλον του. Εξάλλου όπως έλεγε ο Άρης στον λόγο του στη Λαμία είναι ο λαός που είναι ο πραγματικός πατριώτης, διότι αυτός έχει πατρίδα, αυτός έχει ανάγκη να μπορεί να ζήσει σε αυτήν και όχι τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα που μεταφέρουν τις επενδύσεις τους όπου μπορούν αυτές να γίνουν πιο προσοδοφόρες. Και όπως τραγουδούσαν οι νέοι στην αντίσταση...




“Δουλειά χαρά και μόρφωση

να το ιδανικό μας!

και θέλουμε στον τόπο μας,

Ελλάδα μας,

 αφέντη το λαό μας!”

3 σχόλια:

  1. Άσε μας ρε Κωσταλέξη! Κάνε εκεί τα διδακτορικά σου και μη μας πρήζεις άλλο! Μια χαρά μας έδωσες όταν έφυγες και θες να μας την πάρεις πίσω δηλαδή?

    ΑπάντησηΔιαγραφή