«…ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πια, μετά το 1ο Ιδρυτικό του Συνέδριο, μια ιδεολογικοπολιτική διακήρυξη που είναι ένα ταυτοτικό κείμενο, έχει τις πολιτικές του αποφάσεις, οι οποίες αποσαφηνίζουν και επιβεβαιώνουν πλευρές της πολιτικής του, έχει το καταστατικό του και έχει και για πρώτη φορά τον πρόεδρό του, εκλεγμένο και νομιμοποιημένο μέσα από απόλυτα δημοκρατικές διαδικασίες ». (δηλώσεις Π. Σκουρλέτη μετά το συνέδριο).
"Η Αριστερή Πλατφόρμα θεωρεί πολύ θετικό το ποσοστό που συγκέντρωσε η λίστα της στο Ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ. Το ποσοστό αυτό καταδεικνύει εμπιστοσύνη προς την Αριστερή Πλατφόρμα και επιβεβαιώνει τη μεγάλη και ανοδική απήχηση που συναντούν οι θέσεις και οι εναλλακτικές προτάσεις της όχι μόνο στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά σε όλη την Αριστερά και τον κόσμο της και ευρύτερα στην κοινωνία» (απόσπασμα της ανακοίνωσης της Αριστερής Πλατφόρμας μετά το συνέδριο)
Σε ανάλογο ύφος κινούνται όλες οι δηλώσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ και νομίζουμε ότι αυτές του Δ. Παπαδημούλη, «να τα αφήσουμε πίσω όλα αυτά και να δουλέψουμε όλοι μαζί με συντροφικότητα, αλληλεγγύη και σεβασμό », εκφράζουν την κοινή συνισταμένη τους.
Έτσι και αλλιώς, σε αυτό το συνέδριο δεν κρινόταν η γενική κατεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία έχει αποκτήσει «ταυτότητα» όλο το προηγούμενο διάστημα, αλλά τώρα απέκτησε και την «νομιμότητα» ενός ιδρυτικού συνεδρίου και φυσικά η αναβαπτισμένη ηγεσία του έλαβε την «εξουσιοδότηση» να προχωρήσει προς τους στόχους που έχει θέσει χωρίς «ταλαντεύσεις».
Οι πανηγυρισμοί (!) της Αριστερής Πλατφόρμας για την αύξηση των ποσοστών της στην διάρκεια των εκλογών για την νέα ΚΕ σε σχέση με την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη, μάλλον μελαγχολία πρέπει να προκάλεσε σε όσους έχουν στηρίξει ελπίδες σε αυτό τον χώρο για την αλλαγή του «τοπίου» μέσα και έξω από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Παρόλη την μετασυνεδριακή σύμπνοια, τις αισιόδοξες δηλώσεις, τα «κοιτάμε μπροστά» και άλλα τέτοια, η διαδικασία του συνεδρίου φαίνεται ότι άφησε «στυφή» γεύση σε μέλη, στελέχη και οπαδούς του κόμματος της «κυβερνώσας αριστεράς» που περίμεναν απαντήσεις σε κρίσιμα ερωτήματα. Σε άλλους, πάλι, επιβεβαιώθηκε η πορεία προς την «εθνική σωτηρία» εντός συστήματος και δεσμών εξάρτησης και έμειναν «ικανοποιημένοι» από την διαδικασία και τα αποτελέσματά της.
Η επιλογή της ηγεσίας του να τελειώνει με την εκκρεμότητα του «ενιαίου» και απερίσπαστη να «ριχτεί στην μάχη» των…εκλογών, οι οποίες θεωρεί ότι είναι κοντά ή τέλος πάντων με τον «ανένδοτο» που έχει κηρύξει θα τις φέρει πιο κοντά, καθόρισε τον χαρακτήρα του συνεδρίου και τα αποτελέσματά του.
Παρά την εντυπωσιακή απουσία του Μανώλη Γλέζου την πρώτη μέρα του συνεδρίου, στην εναρκτήρια ομιλία του Αλ. Τσίπρα, ως έκφραση διαμαρτυρίας για την διάλυση των συνιστωσών και τη δημιουργία ενός αρχηγικού κόμματος, τελικά το ζήτημα της αυτοδιάλυσης των συνιστωσών διευθετήθηκε και δόθηκε «εύλογο χρονικό διάστημα», για να αποφασίσουν και οι υπόλοιποι που δεν προχώρησαν ακόμα, όπως ήδη έχουν κάνει ο ΣΥΝ, η ΑΚΟΑ, η ΚΟΕ, η Ρόζα. Βέβαια, στο ζήτημα αυτό, οι χειρισμοί, από όλες τις πλευρές, δεν έχουν όρια και δείχνουν το πώς αντιλαμβάνονται την εσωτερική λειτουργία ενός αριστερού κόμματος «των μελών», όπως λένε.
Άλλοι αυτοδιαλύθηκαν με πανηγυρικό τρόπο (ΣΥΝ), αφού ήδη αποτελούν την κυρίαρχη πλευρά μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, άλλοι έκαναν «αναστολή της αυτοτελούς δημόσιας παρουσίας» (ΚΟΕ), μοντέλο που μάλλον θα «φορεθεί» και από τους υπόλοιπους, άλλοι θα συμμετέχουν ως «προσωπικότητες» στην ηγεσία και τα όργανα. Σε κάθε περίπτωση, κανένας δεν φαίνεται διατεθειμένος να παραιτηθεί ολοκληρωτικά από το «έχειν» του. Η συγκρότηση τάσεων-μηχανισμών εντός του κόμματος, με όλα τα χαρακτηριστικά μίας οργανωμένης αλλά «νόμιμης» φράξιας, εξασφαλίζει την διαπραγμάτευση σε ηγετικό επίπεδο ενώ ταυτόχρονα αποτελεί και πρόσφορη έξοδο διαφυγής, εάν το πράγμα «στραβώσει». Αλλά επί της ουσίας, αυτό που φάνηκε στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι το πραγματικό διακύβευμα στην υπόθεση των συνιστωσών είναι να απαλλαγεί η ηγεσία του από τα «βαρίδια» μιας προηγούμενης περιόδου και να μπει στην πλήρη συμμόρφωση και προσαρμογή στους κανόνες του αστικού πολιτικού παιχνιδιού. Μέσα στο συνέδριο δεν υπήρξε πάλη αντίθετων πολιτικών γραμμών και θέσεων και αυτό το πιστοποιεί και η διαδικασία ψήφισης της πολιτικής απόφασης. Στη διαδικασία αυτή, η Αριστερή Πλατφόρμα (ΑΠ) δεν κατέθεσε αντιθετικό κείμενο αλλά τροπολογίες, οι οποίες και καταψηφίστηκαν από την πλειοψηφία, ενώ η ΑΠ ψήφισε λευκό στο σχέδιο της απόφασης.
Πάντως ένα είναι σίγουρο. Αυτό το συνέδριο δεν απασχόλησε τον εργαζόμενο λαό, τον οποίο καταπλακώνει η ολομέτωπη επίθεση του συστήματος που έχει ρημάξει την ζωή του. Και είναι πράγματι πολύ αντιφατικό πράγμα να γίνεται ένα ολόκληρο συνέδριο κόμματος της αριστεράς για το πώς «θα σωθεί ο λαός και η χώρα» και αυτό να απασχολεί μόνο τα μέλη του συγκεκριμένου χώρου.
Για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, τα καυτά ζητήματα του εργαζόμενου λαού και οι κινητοποιήσεις του για το δικαίωμα στην δουλειά και την ζωή θα βρουν «ικανοποίηση» μόνο από την επόμενη κυβέρνηση «εθνικής σωτηρίας με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ».
Εξάλλου ο Αλέξης Τσίπρας, στην εναρκτήρια ομιλία του, έθεσε το δίλημμα στον λαό, με την μορφή « μνημόνιο ή ΣΥΡΙΖΑ», για να ξεκαθαρίσει από την πλευρά του ότι η ανατροπή των βάρβαρων μέτρων δεν αποτελεί ζήτημα μαζικού κινήματος αλλά ζήτημα εκλογικής διαδικασίας. Δεν μπήκε, βέβαια, στον κόπο να εξηγήσει πώς η εκτίναξη του ποσοστού από το 4% στο 27%, και μάλιστα στην θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεν λειτούργησε προς όφελος του εργαζόμενου λαού, όταν από τον Ιούνιο του 2012 η επίθεση κλιμακώνεται με καταιγιστικούς ρυθμούς. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ «προσβλέπει» στον λαό μόνο σαν «όχημα» που θα τον φέρει στην κυβερνητική εξουσία και από εκεί ξεκινάει και το μεγάλο του πρόβλημα. Στην «σκληρή διαπραγμάτευση» που σκοπεύει να κάνει με τους ιμπεριαλιστές και τους εκπροσώπους του κεφαλαίου στην χώρα, όταν αναλάβει την διακυβέρνηση, ζητάει την στήριξη του λαϊκού παράγοντα, την ίδια στιγμή που κάνει ό, τι περνάει από το χέρι του, για να τον αποσυγκροτήσει πολιτικά και οργανωτικά, είτε σπέρνοντας αυταπάτες κάθε είδους είτε ξεπουλώντας κινητοποιήσεις, όπως αυτές των καθηγητών. Οι σχέσεις που προσπαθεί να οικοδομήσει με τον λαό και το «συμβόλαιο εμπιστοσύνης» μαζί του είναι σε ευθεία «αναλογία» με τις σχέσεις που προσπαθεί να οικοδομήσει με το σύστημα της εκμετάλλευσης και το πλέγμα της εξάρτησης. Από τις αυταπάτες του 4%, το κόμμα πρέπει να περάσει στον ρεαλισμό του 27% της αξιωματικής αντιπολίτευσης και της πιθανής αυριανής διακυβέρνησης.
Εξάλλου, και κάποια «μηνύματα», όπως το άρθρο των Γκαλμπρέϊθ – Βαρουφάκη στους New York Times, ότι «μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να σώσει την Ελλάδα», γιατί «Μόνο ένα κόμμα που είναι υπέρ της Ευρώπης, αλλά αποφασισμένο να αλλάξει την πολιτική της, μπορεί να ελπίζει ότι θα το καταφέρει. Δεν υπάρχει λύση που απλώς να ακολουθεί τις ακόμη πιο καταστροφικές απαιτήσεις της τρόικας.» (εξηγήσεις Γκαλμπρέϊθ στην Καθημερινή), αποτελούν «οδηγό» για την ηγεσία του αλλά ταυτόχρονα αναδεικνύουν και τις δυσκολίες του «εγχειρήματος» που κάποιοι εντός και εκτός Ευρώπης της επιφυλάσσουν. Είναι φανερό ότι η πιθανή αυριανή διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και των συμμάχων του (από αριστερά έως πατριωτική δεξιά, λέει ο Τατσόπουλος) θα έχει την «έξωθεν» αλλά πιθανά και την «έσωθεν» στήριξη και θα κριθεί από το επίπεδο της «διαπραγμάτευσης» με τον γερμανικό ιμπεριαλισμό, έτσι ώστε να ηττηθεί η «υφεσιακή» πολιτική της Μέρκελ. Το περιεχόμενο και τα χαρακτηριστικά αυτής της «διαπραγμάτευσης» περιγράφει αρκετά αποκαλυπτικά, μετά το συνέδριο, ο Γιάννης Μηλιός, σε συνέντευξή του στο tvxs: «Διότι διαπραγμάτευση σημαίνει ένα τραπέζι όπου διαφορετικά συμφέροντα, διαφορετικές προοπτικές, προσπαθούν να βρουν μια λύση που να κατοχυρώνει κατά το δυνατό και τις δύο πλευρές ή εν πάση περιπτώσει να θέτει τα αιτήματα της μια πλευράς απέναντι στην άλλη. Μέχρι τώρα δεν γινόταν διαπραγμάτευση διότι οι κυβερνήσεις Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά βρίσκονται από την ίδια μεριά του τραπεζιού με τους δανειστές». Και στο ερώτημα, τι θα γίνει με την απειλή της παύσης της χρηματοδότησης, το ηγετικό στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ απαντάει: «Το όπλο της παύσης της χρηματοδότησης θεωρούμε σίγουρο ότι θα χρησιμοποιηθεί. Το ερώτημα είναι για πόσο χρονικό διάστημα. Διότι πρέπει να ξέρουμε ότι η χρηματοδότηση προς το ελληνικό δημόσιο προσανατολίζεται κατά συντριπτικό ποσοστό στην αποπληρωμή παρελθόντων δανείων που λήγουν.
Επομένως, όταν προκύψει ένα σταμάτημα αυτής της χρηματοδότησης, θα πρόκειται για την εξώθηση της χώρας να μην μπορεί να ικανοποιήσει τα δάνεια που λήγουν. Εμείς λοιπόν λέμε ότι αυτό το ζήτημα, αρχίζοντας έτσι τη διαπραγμάτευση, θέτει στο τραπέζι το θέμα και της επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους (το ύψος, τα επιτόκια, τις άλλες ρήτρες κλπ) – σημειωτέον, εμείς επιμένουμε στη θέση να μην πληρώνονται τόκοι και χρεολύσια όσο υπάρχει ύφεση.»
Νομίζουμε ότι καμία πολιτική απόφαση του συνεδρίου δεν μπορεί να αποτυπώσει με πιο χαρακτηριστικό τρόπο από τα παραπάνω, την έκταση και το βάθος της πραγματικής πολιτικής κατεύθυνσης του ΣΥΡΙΖΑ εντός συστήματος και εντός των ιμπεριαλιστικών δεσμών και ανταγωνισμών. Το περιεχόμενο αυτής της κατεύθυνσης μπορεί να εκφράζει τμήματα μεσοστρωμάτων και κομμάτια της αστικής τάξης που ευελπιστούν σε έναν «σκληρό διαπραγματευτή» της ίδιας τους της θέσης αλλά δεν έχουν καμιά σχέση με τις αγωνίες και τις ανάγκες του εργαζόμενου λαού. Και για όσους σπέρνουν αυταπάτες, ότι αυτή η κατεύθυνση μπορεί να γίνει πιο ριζοσπαστική και πιο αριστερή, κυρίως αποτελεί προσπάθεια συγκάλυψης της δικής τους ευθύνης και του συμβιβασμού τους με μία δεξιά πολιτική κατεύθυνση για το εργατικό-λαϊκό κίνημα.
Πηγή:Προλεταριακή Σημαία
"Η Αριστερή Πλατφόρμα θεωρεί πολύ θετικό το ποσοστό που συγκέντρωσε η λίστα της στο Ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ. Το ποσοστό αυτό καταδεικνύει εμπιστοσύνη προς την Αριστερή Πλατφόρμα και επιβεβαιώνει τη μεγάλη και ανοδική απήχηση που συναντούν οι θέσεις και οι εναλλακτικές προτάσεις της όχι μόνο στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά σε όλη την Αριστερά και τον κόσμο της και ευρύτερα στην κοινωνία» (απόσπασμα της ανακοίνωσης της Αριστερής Πλατφόρμας μετά το συνέδριο)
Σε ανάλογο ύφος κινούνται όλες οι δηλώσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ και νομίζουμε ότι αυτές του Δ. Παπαδημούλη, «να τα αφήσουμε πίσω όλα αυτά και να δουλέψουμε όλοι μαζί με συντροφικότητα, αλληλεγγύη και σεβασμό », εκφράζουν την κοινή συνισταμένη τους.
Έτσι και αλλιώς, σε αυτό το συνέδριο δεν κρινόταν η γενική κατεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία έχει αποκτήσει «ταυτότητα» όλο το προηγούμενο διάστημα, αλλά τώρα απέκτησε και την «νομιμότητα» ενός ιδρυτικού συνεδρίου και φυσικά η αναβαπτισμένη ηγεσία του έλαβε την «εξουσιοδότηση» να προχωρήσει προς τους στόχους που έχει θέσει χωρίς «ταλαντεύσεις».
Οι πανηγυρισμοί (!) της Αριστερής Πλατφόρμας για την αύξηση των ποσοστών της στην διάρκεια των εκλογών για την νέα ΚΕ σε σχέση με την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη, μάλλον μελαγχολία πρέπει να προκάλεσε σε όσους έχουν στηρίξει ελπίδες σε αυτό τον χώρο για την αλλαγή του «τοπίου» μέσα και έξω από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Παρόλη την μετασυνεδριακή σύμπνοια, τις αισιόδοξες δηλώσεις, τα «κοιτάμε μπροστά» και άλλα τέτοια, η διαδικασία του συνεδρίου φαίνεται ότι άφησε «στυφή» γεύση σε μέλη, στελέχη και οπαδούς του κόμματος της «κυβερνώσας αριστεράς» που περίμεναν απαντήσεις σε κρίσιμα ερωτήματα. Σε άλλους, πάλι, επιβεβαιώθηκε η πορεία προς την «εθνική σωτηρία» εντός συστήματος και δεσμών εξάρτησης και έμειναν «ικανοποιημένοι» από την διαδικασία και τα αποτελέσματά της.
Η επιλογή της ηγεσίας του να τελειώνει με την εκκρεμότητα του «ενιαίου» και απερίσπαστη να «ριχτεί στην μάχη» των…εκλογών, οι οποίες θεωρεί ότι είναι κοντά ή τέλος πάντων με τον «ανένδοτο» που έχει κηρύξει θα τις φέρει πιο κοντά, καθόρισε τον χαρακτήρα του συνεδρίου και τα αποτελέσματά του.
Παρά την εντυπωσιακή απουσία του Μανώλη Γλέζου την πρώτη μέρα του συνεδρίου, στην εναρκτήρια ομιλία του Αλ. Τσίπρα, ως έκφραση διαμαρτυρίας για την διάλυση των συνιστωσών και τη δημιουργία ενός αρχηγικού κόμματος, τελικά το ζήτημα της αυτοδιάλυσης των συνιστωσών διευθετήθηκε και δόθηκε «εύλογο χρονικό διάστημα», για να αποφασίσουν και οι υπόλοιποι που δεν προχώρησαν ακόμα, όπως ήδη έχουν κάνει ο ΣΥΝ, η ΑΚΟΑ, η ΚΟΕ, η Ρόζα. Βέβαια, στο ζήτημα αυτό, οι χειρισμοί, από όλες τις πλευρές, δεν έχουν όρια και δείχνουν το πώς αντιλαμβάνονται την εσωτερική λειτουργία ενός αριστερού κόμματος «των μελών», όπως λένε.
Άλλοι αυτοδιαλύθηκαν με πανηγυρικό τρόπο (ΣΥΝ), αφού ήδη αποτελούν την κυρίαρχη πλευρά μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, άλλοι έκαναν «αναστολή της αυτοτελούς δημόσιας παρουσίας» (ΚΟΕ), μοντέλο που μάλλον θα «φορεθεί» και από τους υπόλοιπους, άλλοι θα συμμετέχουν ως «προσωπικότητες» στην ηγεσία και τα όργανα. Σε κάθε περίπτωση, κανένας δεν φαίνεται διατεθειμένος να παραιτηθεί ολοκληρωτικά από το «έχειν» του. Η συγκρότηση τάσεων-μηχανισμών εντός του κόμματος, με όλα τα χαρακτηριστικά μίας οργανωμένης αλλά «νόμιμης» φράξιας, εξασφαλίζει την διαπραγμάτευση σε ηγετικό επίπεδο ενώ ταυτόχρονα αποτελεί και πρόσφορη έξοδο διαφυγής, εάν το πράγμα «στραβώσει». Αλλά επί της ουσίας, αυτό που φάνηκε στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι το πραγματικό διακύβευμα στην υπόθεση των συνιστωσών είναι να απαλλαγεί η ηγεσία του από τα «βαρίδια» μιας προηγούμενης περιόδου και να μπει στην πλήρη συμμόρφωση και προσαρμογή στους κανόνες του αστικού πολιτικού παιχνιδιού. Μέσα στο συνέδριο δεν υπήρξε πάλη αντίθετων πολιτικών γραμμών και θέσεων και αυτό το πιστοποιεί και η διαδικασία ψήφισης της πολιτικής απόφασης. Στη διαδικασία αυτή, η Αριστερή Πλατφόρμα (ΑΠ) δεν κατέθεσε αντιθετικό κείμενο αλλά τροπολογίες, οι οποίες και καταψηφίστηκαν από την πλειοψηφία, ενώ η ΑΠ ψήφισε λευκό στο σχέδιο της απόφασης.
Πάντως ένα είναι σίγουρο. Αυτό το συνέδριο δεν απασχόλησε τον εργαζόμενο λαό, τον οποίο καταπλακώνει η ολομέτωπη επίθεση του συστήματος που έχει ρημάξει την ζωή του. Και είναι πράγματι πολύ αντιφατικό πράγμα να γίνεται ένα ολόκληρο συνέδριο κόμματος της αριστεράς για το πώς «θα σωθεί ο λαός και η χώρα» και αυτό να απασχολεί μόνο τα μέλη του συγκεκριμένου χώρου.
Για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, τα καυτά ζητήματα του εργαζόμενου λαού και οι κινητοποιήσεις του για το δικαίωμα στην δουλειά και την ζωή θα βρουν «ικανοποίηση» μόνο από την επόμενη κυβέρνηση «εθνικής σωτηρίας με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ».
Εξάλλου ο Αλέξης Τσίπρας, στην εναρκτήρια ομιλία του, έθεσε το δίλημμα στον λαό, με την μορφή « μνημόνιο ή ΣΥΡΙΖΑ», για να ξεκαθαρίσει από την πλευρά του ότι η ανατροπή των βάρβαρων μέτρων δεν αποτελεί ζήτημα μαζικού κινήματος αλλά ζήτημα εκλογικής διαδικασίας. Δεν μπήκε, βέβαια, στον κόπο να εξηγήσει πώς η εκτίναξη του ποσοστού από το 4% στο 27%, και μάλιστα στην θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεν λειτούργησε προς όφελος του εργαζόμενου λαού, όταν από τον Ιούνιο του 2012 η επίθεση κλιμακώνεται με καταιγιστικούς ρυθμούς. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ «προσβλέπει» στον λαό μόνο σαν «όχημα» που θα τον φέρει στην κυβερνητική εξουσία και από εκεί ξεκινάει και το μεγάλο του πρόβλημα. Στην «σκληρή διαπραγμάτευση» που σκοπεύει να κάνει με τους ιμπεριαλιστές και τους εκπροσώπους του κεφαλαίου στην χώρα, όταν αναλάβει την διακυβέρνηση, ζητάει την στήριξη του λαϊκού παράγοντα, την ίδια στιγμή που κάνει ό, τι περνάει από το χέρι του, για να τον αποσυγκροτήσει πολιτικά και οργανωτικά, είτε σπέρνοντας αυταπάτες κάθε είδους είτε ξεπουλώντας κινητοποιήσεις, όπως αυτές των καθηγητών. Οι σχέσεις που προσπαθεί να οικοδομήσει με τον λαό και το «συμβόλαιο εμπιστοσύνης» μαζί του είναι σε ευθεία «αναλογία» με τις σχέσεις που προσπαθεί να οικοδομήσει με το σύστημα της εκμετάλλευσης και το πλέγμα της εξάρτησης. Από τις αυταπάτες του 4%, το κόμμα πρέπει να περάσει στον ρεαλισμό του 27% της αξιωματικής αντιπολίτευσης και της πιθανής αυριανής διακυβέρνησης.
Εξάλλου, και κάποια «μηνύματα», όπως το άρθρο των Γκαλμπρέϊθ – Βαρουφάκη στους New York Times, ότι «μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να σώσει την Ελλάδα», γιατί «Μόνο ένα κόμμα που είναι υπέρ της Ευρώπης, αλλά αποφασισμένο να αλλάξει την πολιτική της, μπορεί να ελπίζει ότι θα το καταφέρει. Δεν υπάρχει λύση που απλώς να ακολουθεί τις ακόμη πιο καταστροφικές απαιτήσεις της τρόικας.» (εξηγήσεις Γκαλμπρέϊθ στην Καθημερινή), αποτελούν «οδηγό» για την ηγεσία του αλλά ταυτόχρονα αναδεικνύουν και τις δυσκολίες του «εγχειρήματος» που κάποιοι εντός και εκτός Ευρώπης της επιφυλάσσουν. Είναι φανερό ότι η πιθανή αυριανή διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και των συμμάχων του (από αριστερά έως πατριωτική δεξιά, λέει ο Τατσόπουλος) θα έχει την «έξωθεν» αλλά πιθανά και την «έσωθεν» στήριξη και θα κριθεί από το επίπεδο της «διαπραγμάτευσης» με τον γερμανικό ιμπεριαλισμό, έτσι ώστε να ηττηθεί η «υφεσιακή» πολιτική της Μέρκελ. Το περιεχόμενο και τα χαρακτηριστικά αυτής της «διαπραγμάτευσης» περιγράφει αρκετά αποκαλυπτικά, μετά το συνέδριο, ο Γιάννης Μηλιός, σε συνέντευξή του στο tvxs: «Διότι διαπραγμάτευση σημαίνει ένα τραπέζι όπου διαφορετικά συμφέροντα, διαφορετικές προοπτικές, προσπαθούν να βρουν μια λύση που να κατοχυρώνει κατά το δυνατό και τις δύο πλευρές ή εν πάση περιπτώσει να θέτει τα αιτήματα της μια πλευράς απέναντι στην άλλη. Μέχρι τώρα δεν γινόταν διαπραγμάτευση διότι οι κυβερνήσεις Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά βρίσκονται από την ίδια μεριά του τραπεζιού με τους δανειστές». Και στο ερώτημα, τι θα γίνει με την απειλή της παύσης της χρηματοδότησης, το ηγετικό στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ απαντάει: «Το όπλο της παύσης της χρηματοδότησης θεωρούμε σίγουρο ότι θα χρησιμοποιηθεί. Το ερώτημα είναι για πόσο χρονικό διάστημα. Διότι πρέπει να ξέρουμε ότι η χρηματοδότηση προς το ελληνικό δημόσιο προσανατολίζεται κατά συντριπτικό ποσοστό στην αποπληρωμή παρελθόντων δανείων που λήγουν.
Επομένως, όταν προκύψει ένα σταμάτημα αυτής της χρηματοδότησης, θα πρόκειται για την εξώθηση της χώρας να μην μπορεί να ικανοποιήσει τα δάνεια που λήγουν. Εμείς λοιπόν λέμε ότι αυτό το ζήτημα, αρχίζοντας έτσι τη διαπραγμάτευση, θέτει στο τραπέζι το θέμα και της επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους (το ύψος, τα επιτόκια, τις άλλες ρήτρες κλπ) – σημειωτέον, εμείς επιμένουμε στη θέση να μην πληρώνονται τόκοι και χρεολύσια όσο υπάρχει ύφεση.»
Νομίζουμε ότι καμία πολιτική απόφαση του συνεδρίου δεν μπορεί να αποτυπώσει με πιο χαρακτηριστικό τρόπο από τα παραπάνω, την έκταση και το βάθος της πραγματικής πολιτικής κατεύθυνσης του ΣΥΡΙΖΑ εντός συστήματος και εντός των ιμπεριαλιστικών δεσμών και ανταγωνισμών. Το περιεχόμενο αυτής της κατεύθυνσης μπορεί να εκφράζει τμήματα μεσοστρωμάτων και κομμάτια της αστικής τάξης που ευελπιστούν σε έναν «σκληρό διαπραγματευτή» της ίδιας τους της θέσης αλλά δεν έχουν καμιά σχέση με τις αγωνίες και τις ανάγκες του εργαζόμενου λαού. Και για όσους σπέρνουν αυταπάτες, ότι αυτή η κατεύθυνση μπορεί να γίνει πιο ριζοσπαστική και πιο αριστερή, κυρίως αποτελεί προσπάθεια συγκάλυψης της δικής τους ευθύνης και του συμβιβασμού τους με μία δεξιά πολιτική κατεύθυνση για το εργατικό-λαϊκό κίνημα.
Πηγή:Προλεταριακή Σημαία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου