Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2012

Η αφλογιστία μπροστά στην επέλαση των βαρβάρων...









































Εδώ και δυο χρόνια τα έχουμε δοκιμάσει σχεδόν όλα: απεργίες, καταλήψεις, συγκρούσεις, πλατείες... ακόμη και τις εκλογές. Ζήσαμε στιγμές αγωνιστικής κορύφωσης και ευφορίας, στιγμές ανεπανάληπτες, αλληλεγγύης και συνδημιουργίας, ζήσαμε και στιγμές ταπεινωτικής ήττας, αμηχανίας και αδυναμίας. Ήμασταν έτοιμοι να πιαστούμε, σαν τους ναυαγισμένους, από την πρώτη αυταπάτη που θα βρισκόταν δίπλα μας, όπως οι εκλογές, αλλά και να πιστέψουμε πως έτσι με μια «καλή ζαριά», με μια κινητοποίηση εκατομμυρίων για μια μέρα ή με μια «γερή» σύγκρουση, τα πάντα θα μπορούσαν να αλλάξουν. Συζητήσαμε πολύ, όπως δεν το έχουμε κάνει ποτέ στο παρελθόν, σε πλατείες και σε συνελεύσεις χωρίς προαπαιτούμενα, και σκιαγραφήσαμε αρκετές φορές την αλλαγή που ονειρευόμαστε, έξω από κομματικές και ιδεολογικές προδιαγραφές, αλλά δεν καταφέραμε να δημιουργήσουμε τους δικούς μας ανεξάρτητους φορείς αυτής της αλλαγής. Σα να ζητάγαμε πάλι από άλλους να «βγάλουν το φίδι από την τρύπα» για εμάς...

Κι ενώ οι πλατείες έθεσαν το θέμα της
άμεσης δημοκρατίας, της αυτοοργάνωσης και της αυτοδιεύθυνσης της κοινωνίας, άρκεσε και πάλι μια εκλογική αναμέτρηση για να τα παγώσει όλα, να στείλει πολλούς στους γνώριμους συνηθισμένους ρόλους του κομματικού ψηφοσυλλέκτη ή του κομματικού ψηφοκαταναλωτή... Κι ενώ οι απεργίες ξεπερνούσαν αυτούς που αναγκάζονταν να τις κηρύξουν, τις ποικιλώνυμες κρατικές-κομματικές συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες, περιμέναμε ξανά και ξανά από αυτούς να πάρουν την πρωτοβουλία για άλλη μια προδιαγεγραμμένη παρέλαση-πορεία... Κι ενώ τα αυτόνομα εγχειρήματα της αλληλέγγυας-συνεργατικής οικονομίας και των ελεύθερων αυτοδιαχειριζόμενων κοινωνικών χώρων πολλαπλασιάζονταν και συγκροτούσαν έναν «άλλο υπαρκτό κόσμο», οι ιδεολογικές αγκυλώσεις και η συνήθεια της εξάρτησης από το κράτος και από το κεφάλαιο τα πολεμούσαν ως δήθεν «νησίδες» που εξωραΐζουν τον καπιταλισμό...

Κι ακόμη, ενώ γινόταν όλο και πιο εμφανές ότι η κρίση είναι παγκόσμια, είναι του καπιταλισμού, κι ότι επομένως δεν υπάρχει «εθνική λύση» αλλά ούτε και καπιταλιστική «ευρωπαϊκή λύση», η πλειοψηφία της αριστεράς συνέχισε να επενδύει είτε στα «εθνικά χρώματα» της δραχμής και της ανάπτυξης είτε στα «ευρωπαϊκά χρώματα» της διαπραγμάτευσης στα πλαίσια της ΕΕ, ξιφουλκώντας με ξενόφερτες «κατοχές» και «κακές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις», και στρώνοντας το έδαφος στην ευρύτερη νομιμοποίηση των εθνικιστικών αντιλήψεων...

Όλα τελικά συμπυκνώθηκαν στην «απαλλαγή από τα μνημόνια», έναν χυλό προσδοκιών και συμφερόντων χωρίς προοπτική, αφού δεν απαντούσε στο βασικό ζήτημα «τι μετά από αυτά», ικανό να χωρέσει μέσα του και να «ξεπλύνει» όχι μόνο την παλιά συντηρητική σκουριά αλλά και τις «νέες» φασιστικές ιδέες και πρακτικές της «σωτηρίας της χώρας».

Φτάνουμε έτσι και στην εκρηκτική άνοδο της Χρυσής Αυγής. Πολλοί έχουν σταθεί, σωστά, στη συγκυρία που την ανέδειξε και στην ισχυρή ώθηση από το κράτος και τα ΜΜΕ, όμως το φαινόμενο είναι πολύ πιο βαθύ. Συμπυκνώνει μια πορεία δεκαετίας τουλάχιστον, όπου η νεόπλουτη μικροαστική κοινωνία του «εκσυγχρονισμού» και της «ολυμπιακής ευφορίας» ενσωματώνει πλατιά την εκμετάλλευση των μεταναστών σε όλους τους τομείς της οικονομίας και της ζωής, υπό τα αμήχανα και συγκαταβατικά μάτια της αριστεράς. Συνηθίσαμε να ζούμε με την εκμετάλλευση και από την εκμετάλλευσή τους στα χωράφια, στις βιομηχανίες, στις βιοτεχνίες, στα σπίτια, ώσπου η κρίση μάς τους αποκάλυψε ως «πλεονάζοντα απορρίμματα», αφού πλέον οι ίδιοι οι έλληνες μπορούν να πάρουν τη θέση τους με τις ίδιες συνθήκες εκμετάλλευσης... Να θυμίσουμε μήπως πώς αντιμετωπίστηκε, ακόμη και από την αριστερά, μια από τις λίγες μαχητικές εκδηλώσεις αυτοοργάνωσης των ίδιων των μεταναστών και αλληλέγγυας στήριξή τους, η απεργία πείνας των 300;

Όμως η Χρυσή Αυγή δεν αντλεί μόνο από αυτή τη βαθιά δεξαμενή που γεμίζει μεθοδικά και σχεδόν ανεμπόδιστα εδώ και χρόνια. Αντλεί επίσης από τη βαθιά κρίση του πολιτικού συστήματος, την απαξίωση της αστικής «δημοκρατίας», τον εξευτελισμό του πολιτικού προσωπικού, και επενδύει σε μια «αντικομφορμιστική» και «τσαμπουκαλίδικη» στάση έκφρασης των πιο πληβειακών αισθημάτων αποστροφής και εκδίκησης απέναντι στο πολιτικό σύστημα, πατώντας και στο κενό που αφήνει η νομιμόφρων νωχελικότητα της αριστεράς.

...και οι ανάσες του νέου υπαρκτού κόσμου της αλληλεγγύης και της αυτοδιαχείρισης

Μέσα σε αυτό το σκηνικό, η εμβληματική απεργία των χαλυβουργών, συμπυκνώνει δραματικά, όπως άλλοτε η απεργία των ανθρακωρύχων στην Αγγλία της Θάτσερ, το τέλος μιας ολόκληρης εποχής του εργατικού κινήματος. Η βαριά ήττα αυτής της απεργίας διαρκείας, που κέρδισε πολύ πλατιά συμπαράσταση και αλληλεγγύη, δεν είναι απόρροια μόνο της στενής, γραφειοκρατικής και
νομιμόφρωνης διαχείρισής της από το ΠΑΜΕ, αλλά και του περιεχομένου του αγώνα που δεν πήγε πέρα από τη διεκδίκηση επιστροφής στην παλιά «καλή» κατάσταση, στην προηγούμενη «ισορροπία» ισχύος και εκμετάλλευσης.

Δεκάδες μεμονωμένοι αγώνες, όπως και «κεντρικά» η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ, είχαν την ίδια λογική «επιστροφής» στο παλιό καλό «κράτος πρόνοιας» της εξαργύρωσης της υποταγής και της σιωπής, της «επιδότησης» του συμβιβασμού, της μετατροπής του εργατικού κινήματος σε συνεργό των εγκλημάτων του κεφαλαίου. Σήμερα αυτή η λογική, και οι αντίστοιχές τους μορφές οργάνωσης και αγώνα, γκρεμίζονται με πάταγο, αφήνοντας μονάχους και άοπλους τους εργαζόμενους στην πιο κρίσιμη στιγμή.

Όμως μέσα από τη σκόνη του κατεδαφιζόμενου οικοδομήματος του κρατικού, γραφειοκρατικού, κομματικού, πελατειακού και εργοδοτικού συνδικαλισμού αναδύονται νέες δομές αυτοοργάνωσης, αλληλεγγύης και άμεσης δράσης, καθώς και ένας νέου τύπου, αυτόνομος από το κράτος και το κεφάλαιο, συνεργατισμός. Ο αγώνας των εργατών της Βιομηχανικής Μεταλλευτικής, για παράδειγμα, σπάει τα όρια των συνηθισμένων αγώνων και θέτει επιθετικά το καίριο ζήτημα της εποχής για να πάνε αλλιώς τα πράγματα: «να πάρουμε την παραγωγή στα χέρια μας».

Η αυτοδιαχείριση από το επίπεδο της παραγωγής μέχρι το επίπεδο της αυτοδιεύθυνσης της κοινωνίας είναι ο άμεσος δρόμος της κοινωνικής αλλαγής, η επανάσταση εδώ και τώρα, που απαντάει στο εναγώνιο ερώτημα «μπορούμε να ζήσουμε αλλιώς;», όχι με επαγγελίες και προγράμματα σωτήρων, αλλά με την καθημερινή πράξη ανθρώπων ικανών να απεξαρτηθούν από τα μέσα επιβίωσης και αναπαραγωγής του κράτους και του κεφαλαίου. Είναι η δημιουργική «στιγμή» της εξέγερσης, εκεί που επιχειρείται ο αυτοκαθορισμός μας πέρα από τις ταυτότητες και τους ρόλους στους οποίους μας έχει στοιχίσει το σύστημα, η δημιουργία πάνω στα ερείπια του παλιού κόσμου. Ας διαβούμε αυτό το δρόμο, κόντρα στην ηττοπάθεια της παλιάς πολιτικής και του παλιού κινήματος, με τη μεγαλύτερη πολυμορφία εγχειρημάτων και δοκιμών, και με τον πιο μαχητικό συντονισμό και αλληλοστήριξή τους. Για να έχουμε κάτι που να αξίζει να υπερασπιστούμε απέναντι στην επέλαση των βαρβάρων...

Από το νέο τεύχος που κυκλοφορεί την Παρασκευή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου