Κυριακή 28 Αυγούστου 2011

Πόλεμος και Πολιτική: οι δύο πλευρές της Καπιταλιστικής εκμετάλλευσης

Πηγή: Μαρξιστική Επιθεώρηση PRAXIS
Κείμενο της συντακτικής επιτροπής.

« Πρέπει να αποδώσουμε τα νέα φαινόμενα που παρατηρούνται στον τομέα του πολέμου όχι τόσο στις νέες στρατιωτικές επινοήσεις και ιδέες, όσο σε αυτή την αλλαγή του κοινωνικού καθεστώτος και των κοινωνικών σχέσεων.»
                                                                                                                                         Κ.Κλάουζεβιτς.
                                   
                                       «….και πίσω από τα κανόνια ξεπρόβαλαν οι έμποροι»
M.Μπρέχτ
                          
Ο πόλεμος αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της ανθρωπότητας, κεντρικό στοιχείο όλων των κοινωνικών-ταξικών σχηματισμών που αναπτύχθηκαν σε όλη την ιστορική διαδρομή. Ο ρόλος του στη σύγχρονη Ευρωπαϊκή ιστορία αλλά και στην ανάπτυξη και κυριαρχία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και της εξουσίας του κεφαλαίου, είναι αποφασιστικός. Ο πόλεμος, ο στρατός, το κράτος και η πολιτική είναι σε τελευταία ανάλυση μηχανισμοί ιδιοποίησης από την εκμεταλλεύτρια τάξη του κοινωνικού υπερπροιόντος σε βάρος των άμεσων παραγωγών. Ο πόλεμος είναι η ανώτερη πολιτική μορφή εσωτερικής και εξωτερικής ενίσχυσης και επέκτασης αυτής της ιδιοποίησης σε όσο το δυνατόν ευρύτερες μάζες άμεσων παραγωγών στις κατεχόμενες, στις γειτονικές η στις μακρινές περιοχές. Από την άλλη μεριά ο απελευθερωτικός «πόλεμος», με την μορφή της ταξικής πάλης ως το επίπεδο της εμφύλιας σύγκρουσης, είναι η αντίθετη ιστορική μορφή διεκδίκησης από τους άμεσους παραγωγούς των προϊόντων της δουλειάς τους και της ελευθερίας τους απέναντι στους κάθε λογής εσωτερικούς και εξωτερικούς εκμεταλλευτές τους. Η διαλεκτική ενότητα του «εσωτερικού» και του «εξωτερικού» πολέμου, του πολέμου των καταπιεσμένων και του πολέμου των καταπιεστών, συνδέεται με την καρδιά κάθε ταξικού τρόπου παραγωγής, που είναι η καταπίεση, η καταστολή και η βία από όσο το δυνατόν «λιγότερους» εκμεταλλευτές πάνω σε όσο το δυνατόν περισσότερους εκμεταλλευόμενους. Αυτή η βασική αντίθεση είναι πρωταρχική σε σχέση με τη δευτερεύουσα πλευρά του κράτους, της πολιτικής και του πολέμου που είναι ο ανταγωνισμός στο εσωτερικό των εκμεταλλευτριών τάξεων ανάμεσα στις διάφορες ιστορικές, εθνικές και παραγωγικές μορφές οργάνωσης και εξέλιξης.

Οι αιτίες του πολέμου σε όλη την εποχή του καπιταλισμού βρίσκονται από τη μία, στην ανάπτυξη της βασικής του αντίθεσης ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία και από την άλλη στην ανάπτυξη του εσωτερικού και εξωτερικού ανταγωνισμού του κεφαλαίου. Ο πόλεμος σε όλη την ιστορική περίοδο του καπιταλισμού αποτελεί προέκταση της οικονομικής και κοινωνικής επίθεσης του κεφαλαίου σε βάρος των εργαζομένων και των πλατειών εκμεταλλευομένων τάξεων, είναι η ανώτερη μορφή αντεπανάστασης απέναντι στις επαναστατικές και ανατρεπτικές τάσεις. Αποτελεί ταυτόχρονα προέκταση του ανταγωνισμού του κεφαλαίου στο εσωτερικό του κοινωνικού σχηματισμού και στο διεθνές σύστημα. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά, κοινά για όλες τις περιόδους του καπιταλισμού εμφανίζονται σε διαφορετική μορφή ανάλογα με την εποχή, την συγκυρία, τον συσχετισμό των δυνάμεων και επηρεάζουν τον επαναστατικό αγώνα στα ζητήματα του πολέμου, του εθνικισμού, της ειρήνης.

Οι αλλαγές στον πόλεμο συμβάδιζαν πάντα με σοβαρές αλλαγές στις οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις. Στη σημερινή εποχή της κρίσης έχουμε μια νέα ριζική αναδιάταξη των σχέσεων ανάμεσα στη βασική αντίθεση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία και στη λειτουργία του ανταγωνισμού. Η εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας συνδέεται σε νέα σχέση με τις ποιοτικά αναβαθμισμένες λειτουργίες του ανταγωνισμού του κεφαλαίου (απελευθέρωση της αγοράς, κατάργηση κράτους πρόνοιας, καπιταλιστικές ολοκληρώσεις, νέα σχέση εθνικού-διεθνικού, νέες μορφές εκμετάλλευσης του διεθνούς συστήματος). Η εκμετάλλευση, η βαθύτερη ουσία όλων των κοινωνικών σχέσεων, χωρίς να καταργεί την διαμεσολάβηση των υπόλοιπων αντιθέσεων συνδέεται περισσότερο από ποτέ με όλα τα κοινωνικά φαινόμενα. Eνώ στις προηγούμενες περιόδους ο ταξικός χαρακτήρας του πολέμου τελικά εμφανιζόταν ενσωματωμένος στους αστικούς ανταγωνισμούς (συγκρότηση εθνικών κρατών, πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, σύγκρουση φασισμού-«συμμάχων»), σήμερα η ενότητα και αντίθεση της κοινωνικής εκμετάλλευσης και των κεφαλαιοκρατικών ανταγωνισμών επηρεάζει κάθε πλευρά των διεθνών σχέσεων και των «εθνικών» θεμάτων, από τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας και το Ιράκ, το Παλαιστινιακό, την «ανθρωπιστική» δράση του ΝΑΤΟ στη Λιβύη.

Όλα τα παραπάνω φυσικά σε καμία περίπτωση δεν σημαίνουν ότι οι στρατιωτικοί πόλεμοι ταυτίζονται με τον κοινωνικό-ταξικό πόλεμο που διεξάγει καθημερινά το κεφάλαιο ενάντια στα εργατικά δικαιώματα και τις δημοκρατικές ελευθερίες. Η ταξική πάλη διαμεσολαβείται, επιδρά και επηρεάζεται από τα εθνικά και οικονομικά συμφέροντα αστικών τάξεων, κρατών η και «συμμαχικών μπλοκ» που σε δεδομένες στιγμές μπορεί να είναι και ανταγωνιστικά μεταξύ τους. Το ποιοτικό στοιχείο είναι η πιο στενή σύνδεση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων με την «εξωτερική πολιτική», της αντίθεσης κεφάλαιο-εργασία με την ανισόμετρη ανάπτυξη που εντείνεται, ιδιαίτερα στη σημερινή φάση της κρίσης. Το «κοινωνικό ζήτημα» δεν καταργεί τις διαμάχες και τις αντιθέσεις στο διεθνές πλέγμα του κεφαλαίου, αλλά διαπλέκεται μαζί τους σε νέα αντιδραστική ποιότητα και σχέση, προσδιορίζει περισσότερο από ποτέ πολλούς από τους στόχους του, τις συνέπειες του, τα μέσα διεξαγωγής του. Εδώ εντάσσονται τελικά και οι αλλαγές στους μηχανισμούς που τον διεξάγουν (στρατός, πολεμική βιομηχανία) και ο ίδιος ο τρόπος διεξαγωγής του ( «προληπτικά» στρατιωτικά δόγματα).

Όμως αυτή η δύναμη του σύγχρονου πολέμου είναι ταυτόχρονα και η αδυναμία του. Oι συνεχείς πολεμικές αναμετρήσεις, ο απροκάλυπτα ταξικός χαρακτήρας βασικών παραμέτρων του πολέμου, η έκρηξη των ανταγωνισμών, περιορίζουν τη δυνατότητα του να συνδεθεί με τον αγώνα για την «πατρίδα» ή την «ελευθερία». Δημιουργούνται έτσι δυνατότητες ώστε ο ανταγωνισμός των κυρίαρχων τάξεων να ενταχθεί τελικά στη λύση της ανατροπής των εκμεταλλευτών. Δυνατότητα που προφανώς εξαρτάται από τη συνειδητή παρέμβαση των εργαζομένων, που καταργώντας τις βασικές σχέσεις του πολέμου θα καταργήσει τελικά όλους τους πολέμους.

Η νέα λαμπρή εποχή του 21ου αιώνα που έταξαν οι αστοί διανοούμενοι αποδείχθηκε μια βάρβαρη πραγματικότητα για τους εργαζόμενους και τους λαούς σε ολόκληρες περιοχές του πλανήτη. Φυσικά και μόνο η απλή ημερολογιακή καταγραφή των σύγχρονων πολέμων αποδεικνύει ότι δεν μπορεί η «εναρκτήρια» ημερομηνία να είναι η 11η Σεπτέμβρη. Ούτε βέβαια απλώς η κατάρρευση του «Ανατολικού μπλοκ», που αφήνοντας την Αμερικάνικη υπερδύναμη να παίζει χωρίς αντίπαλο στη διεθνή σκακιέρα, απελευθέρωσε τις πολεμικές φιλοδοξίες της. Γεγονός όμως είναι ότι οι δύο αυτοί σημαντικοί σταθμοί της σύγχρονης ιστορίας θεωρητικοποίησαν και επιτάχυναν τις εξελίξεις σε μια ήδη διαγραφόμενη πολιτική γραμμή και στρατηγική. Αυτή η πολιτική γραμμή έγινε πραγματική δύναμη επιβολής στην τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα και καταγράφηκε στις συμφωνίες για το νέο ΝΑΤΟ, που ορίστηκε θεματοφύλακας όχι μόνο της στρατιωτικής ασφάλειας του σύγχρονου καπιταλισμού αλλά και της οικονομικής και πολιτικής του σταθερότητας στο εσωτερικό κάθε χώρας και διεθνώς, αναδεικνύοντας ολόπλευρα τη βάση των σύγχρονων πολέμων και των στρατιωτικών δογμάτων και κατευθύνουν βασικές πλευρές της επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας και γνώσης.

Οι πόλεμοι τoυ σύγχρονου καπιταλισμού είναι στρατηγική επιλογή που απορρέει από τις ίδιες τις τεράστιες αλλαγές και αναδιαρθρώσεις στην παραγωγή, την οικονομία, τις γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές επιδιώξεις, την ανάγκη του ολοκληρωτικού καπιταλισμού να διαμορφώσει ένα «ασφαλές περιβάλλον» τόσο στο εσωτερικό κάθε χώρας όσο και για την αναδιάταξη των συμμαχιών και των ανταγωνισμών στο διεθνές πλέγμα του κεφαλαίου. Η ασφάλεια και η σταθερότητα των καπιταλιστικών σχέσεων και της εξουσίας του κεφαλαίου, αποτελούν βασικούς στόχους των πολέμων. Οι πόλεμοι, από τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου, την επέμβαση στο Ιράκ, μέχρι και την πρόσφατη επέμβαση στη Λιβύη προβάλλονται όλο και πιο έντονα σαν πόλεμοι για την προστασία της αγοράς και της «δημοκρατίας», δηλαδή για την επέκταση των καπιταλιστικών σχέσεων εκμετάλλευσης, τόσο στην «μητρόπολη» όσο και στην «περιφέρεια».

Γίνεται προσπάθεια μέσω της διαρκούς πολεμικής κλιμάκωσης, απειλής και προπαρασκευής να αναχαιτιστούν και να αντιστραφούν οι αγωνιστικές διαθέσεις και διεκδικήσεις της νεολαίας και των εργαζομένων και να ενισχυθούν βαθύτερα οι αρνητικοί πολιτικοί συσχετισμοί σε βάρος των λαϊκών κινημάτων. Επιδιώκεται η θωράκιση των αντιδραστικών τομών (που θεμελιώθηκαν πάνω στη συντριπτική ήττα του εργατικού κινήματος στις χώρες του ανεπτυγμένου καπιταλισμού) που επιχειρεί το κεφάλαιο όσο αφορά τα κοινωνικό-οικονομικά δικαιώματα, τις δημοκρατικές ελευθερίες και τα δίκαια των λαών στο διεθνές σύστημα. Η ολοκληρωτική επίθεση του κεφαλαίου πάνω στους «δίδυμους πύργους» της ζωής, τον άνθρωπο και τη φύση, απαιτεί μια νέα βίαιη αποδιάρθρωση όλων των «καθυστερημένων» κοινοτήτων και μορφών οργάνωσης της κοινωνίας, κάθε εδαφικής, πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής «ανωμαλίας» που αποτελεί εμπόδιο στην επέλαση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού.

Ο πόλεμος προβάλλει για το κεφάλαιο ως διέξοδος από την οικονομική κρίση που αγκαλιάζει και τρία ιμπεριαλιστικά κέντρα (ΗΠΑ, ΕΕ, Ιαπωνία) μέσω της τόνωσης ολόκληρων κλάδων της οικονομίας, της καταστροφής παραγωγικών δυνάμεων και της κερδοφόρας «ανοικοδόμησης» των χωρών που καταστρέφονται. Οξύνονται οι ανταγωνισμοί για τον έλεγχο των ενεργειακών πηγών και κρίσιμων περιοχών του πλανήτη και επιβεβαιώνεται η ηγεμονική παρουσία των Πολυεθνικών-Πολυκλαδικών μονοπωλίων στο διεθνές σκηνικό και ο βασικός ρόλος των ολοκληρώσεων (ΕΕ, ΝΑFΤΑ κλπ) δημιουργώντας ένα νέο αντιδραστικό ανταγωνισμό εθνικού-διεθνικού, εθνικισμού-κοσμοπολιτισμού που εκφράζει βασικά την επιθετικότητα του κεφαλαίου σε βάρος των εργαζομένων.

Οι σύγχρονοι πόλεμοι διεξάγονται από μισθοφορικά σώματα έτοιμα να χτυπήσουν σε κάθε «εσωτερικό» και «εξωτερικό» πεδίο. Βάζουν στο στόχαστρο τον άμαχο πληθυσμό. Αλλάζουν την σχέση μεταξύ πολέμου και ειρήνης κάνοντας δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ της περιόδου των πολεμικών συγκρούσεων και της «ειρηνικής» περιόδου αποκατάστασης της τάξης από την άποψη των θυμάτων, των οικονομικών και οικολογικών καταστροφών. (Ιράκ, Παλαιστίνη, Βαλκάνια, Αφρική) Με τα δηλητηριασμένα όπλα (ουράνιο κ.α.) σκοτώνουν και μετά τις «επίσημες» εχθροπραξίες χωρίς να κάνουν διάκριση σε επιτιθεμένους και αμυνόμενους (οι Αμερικανοί βετεράνοι του πρώτου πολέμου του κόλπου, πέθαιναν κατά χιλιάδες από καρκίνους και λευχαιμία). Τα νέα πολεμικά δόγματα για «το ισχυρότερο πλήγμα με το φτηνότερο οικονομικό κόστος» και τις «αποδιάρθρωσης» για μεγάλο χρονικό διάστημα του «επιτιθέμενου» προσανατολίζουν την πολεμική βιομηχανία (την πιο κερδοφόρα στον πλανήτη) στα αντίστοιχα όπλα. Τα πεδία μάχης είναι τοξικά και κορεσμένα από ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία με ανυπολόγιστες συνέπειες για τους πληθυσμούς.

Οι πολεμικές επιχειρήσεις διεξάγονται πλέον από μικρές, ευέλικτες και καταστροφικές μονάδες, που συνδυάζουν τη δύναμη πυρός και των τριών σωμάτων –στρατός ξηράς, ναυτικό, αεροπορία- για να πετύχουν τους στόχους τους. Η διάρκεια των συγκρούσεων δε μετριέται πλέον σε μήνες και κάποιες φορές σε χρόνια, αλλά σε ημέρες, ώρες και μερικές φορές σε λεπτά. Κεντρική θέση στη διεξαγωγή του σύγχρονου πολέμου έχει πλέον η πληροφορία, τα ηλεκτρονικά μέσα, οι δορυφόροι κ.λ.π. Στους στρατούς αυτού του πολέμου αναθεωρείται η παραδοσιακή αντίληψη για την ιεραρχία και την πειθαρχία που αποτελεί εδώ και εκατοντάδες χρόνια «ταμπού» για τη δομή των στρατών. Ο σύγχρονος στρατός χαρακτηρίζεται σε μια σειρά από χώρες από την αλλαγή της σχέσης μεταξύ κληρωτών-μισθοφορικών τμημάτων με σαφή υπεροχή των δεύτερων, τόσο ποσοτική αλλά και ποιοτική. Έτσι οι αστικοί στρατοί είτε «εθνικοί» είτε «συμμαχικοί» προβάλλουν πιο ταξικοί από ποτέ (μισθοφόροι, δυνάμεις ταχείας αντίδρασης).

Οι αλλαγές στους σύγχρονους στρατούς (που αποτελούν το πρότυπο για τις αντίστοιχες αλλαγές στην Ελλάδα) δείχνουν την τάση να ξεπεραστεί το μοντέλο του στρατού με την κάθετη ιεραρχική δομή, τις απλοποιημένες τακτικές και τους αυτοματισμούς που σε τελευταία ανάλυση αντιστοιχούσε στο φορντικό μοντέλο του προηγούμενου σταδίου του καπιταλισμού. Στη σημερινή εποχή οι αναπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες περνούν ουσιαστικά σ’ ένα στρατό με ομάδες ποιότητας τις οποίες θα αποτελούν οι δυνάμεις ταχείας επέμβασης που απαιτούν το χειρισμό έξυπνων όπλων, τη συνεργασία των πιο πρωτοπόρων τμημάτων όλων των σωμάτων αλλά και την πρωτοβουλία σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Τα νέα αυτά στοιχεία συγκροτούνται σε συνδυασμό με παλαιότερα χαρακτηριστικά του στρατού όπως η παρουσία κληρωτών που αναλαμβάνουν δευτερεύουσας σημασίας ρόλους. Τα «τυφλά» όπλα μαζικής καταστροφής όπως οι βόμβες κατά προσωπικού, οι βόμβες καυσίμων ακόμα και τα πυρηνικά συνυπάρχουν με τα νέα «έξυπνα» όπλα, κατάλληλα για πλήγματα ακριβείας. Στην Ελλάδα αυτές οι εξελίξεις επιταχύνονται με πρωτοφανείς ρυθμούς τα τελευταία χρόνια με τους επαγγελματίες οπλίτες (ΕΠΟΠ), τα σεμινάρια «κοινωνικών αναταραχών» στις ένοπλες δυνάμεις, τη δημιουργία ευέλικτων μονάδων, τα νέα εξοπλιστικά προγράμματα κ.α.

Πριν και μετά τη Οκτωβριανή επανάσταση και μέχρι τον εκφυλισμό της Γ Διεθνούς, το εργατικό επαναστατικό κίνημα έδωσε μια σειρά μάχες για την ταξική σύνδεση του εθνικού δημοκρατικού ζητήματος και τη αυτοδιάθεση των εθνών, για την πάλη του εργατικού κινήματος και τη σοσιαλιστική επανάσταση. Ωστόσο ήδη από αυτή την περίοδο και μέσα στις γραμμές του επαναστατικού εργατικού ρεύματος αναπτύχθηκαν τάσεις στρεβλής σύνδεσης των δημοκρατικών εθνικών χαρακτηριστικών των δίκαιων πολέμων, με τα καθοριστικά, σε τελευταία ανάλυση, ταξικά τους χαρακτηριστικά. Σαν αποτέλεσμα όλων αυτών των στοιχείων, διαμορφώθηκαν μια σειρά αντιλήψεις και πρακτικές που δυσκόλευαν τη σύνδεση της αντιιμπεριαλιστικής πάλης με την επανάσταση και οδήγησαν στη μετέπειτα πορεία διχασμού και εκφυλισμού του επαναστατικού ρεύματος, υποτάσσοντας ουσιαστικά την κοινωνική επανάσταση στη δημοκρατική πάλη.

Στο εσωτερικό των εθνικών καπιταλιστικών κρατών, το μονοπώλιο και το κρατικό μονοπώλιο δεν αντιμετωπίστηκε από το εργατικό κίνημα σαν η κορυφή της πυραμίδας του κεφαλαίου, αλλά σαν ένας, απόλυτα σχεδόν, αυτονομημένος έως και αποκλειστικός φορέας της νέας επιθετικότητας του κεφαλαίου, σαν ο ουσιαστικός ποιοτικός παράγοντας της έντασης της καταπίεσης, της αντιδημοκρατικής επίθεσης και του πολεμικού τυχοδιωκτισμού σε βάρος της κοινωνικής πλειονότητας. Στα πλαίσια αυτά ευδοκίμησαν, από το μεσοπόλεμο ήδη, αντιλήψεις και πρακτικές που υπότασσαν την πάλη της εργατικής τάξης για την ανατροπή της αστικής κυριαρχίας στην πάλη για τον περιορισμό της μονοπωλιακής ασυδοσίας και την «λαοκρατία» (π.χ Ισπανική Επανάσταση-λαϊκά μέτωπα, χαρακτηρισμός του φασισμού σαν το σύστημα των πιο «αντιδραστικών» μονοπωλίων και όχι σαν καπιταλιστική μορφή διακυβέρνησης απέναντι στον κίνδυνο της εργατικής επανάστασης)

Στις εξωτερικές σχέσεις και στις σχέσεις της ειρήνης και του πολέμου ανάμεσα στα έθνη, ο ρόλος των μονοπωλίων και των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων δεν αντιμετωπίστηκε σαν ο ηγετικός κρίκος στη πυραμίδα της εξάπλωσης και της ανάπτυξης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Έτσι ο ανταγωνισμός των μεγάλων δυνάμεων και ταυτόχρονα η επιθετικότητα τους απέναντι στους λαούς και τα καταπιεζόμενα έθνη δεν προκύπτουν σαν η ανώτερη μορφή εκδήλωσης της κοινωνικής βαρβαρότητας και των αντιθέσεων του κεφαλαίου συνολικά αλλά σαν ο αποκλειστικός σχεδόν φορέας κάθε κακού επί της γης. Η ανάλυση για το δαιμονικό ρόλο των «μεγάλων» και των «ξένων» δυνάμεων αντικατέστησε την ανάλυση για τον αντιδραστικό χαρακτήρα του καπιταλισμού συνολικά και την ανάγκη ανατροπής του από τις εργατικές επαναστάσεις.

Σαν αποτέλεσμα όλων αυτών δεν σφυρηλατήθηκε ένα «εθνικό» μέτωπο των εργαζομένων και των καταπιεσμένων για την ανατροπή της αστικής κυριαρχίας καθώς και ένα διεθνές μέτωπο των εργαζομένων των μεγάλων και μεσαίων καπιταλιστικών χωρών, με το εργατικό κίνημα και τις αντιιμπεριαλιστικές δυνάμεις των υπανάπτυκτων και αναπτυσσόμενων καπιταλιστικών χωρών. Το υπαρκτό εθνικοδημοκρατικό ζήτημα στις χώρες του ιμπεριαλιστικού πλέγματος αποτελούσε προέκταση και μορφή του συνεχιζόμενου ιμπεριαλιστικού πολέμου του κεφαλαίου, όλων των πλευρών, σε βάρος των εργαζομένων. Για αυτό μόνο τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της θα μπορούσαν να αγωνιστούν πραγματικά για τη λύση του ζητήματος της εθνικής αντίστασης και απελευθέρωσης, εντάσσοντας το στα πλαίσια της γενικότερης κοινωνικής επανάστασης ενάντια στον ιμπεριαλισμό και πρώτα από όλα ενάντια στη δική τους αστική τάξη, όπως έδειξε και η τραγωδία της συντριβής του ΕΑΜ στην Ελλάδα.

Αντίστοιχα οι μεταπολεμικές συμμαχίες του εργατικού κινήματος των καπιταλιστικών χωρών με τα εργατικά αντιιμπεριαλιστικά και λαϊκά κινήματα του λεγόμενου «Τρίτου κόσμου» δεν αντιμετωπίσθηκαν σαν ταξικές συμμαχίες με στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού, αλλά σαν συμμαχίες μεταξύ εθνών και κρατών (κύρια ανάμεσα στην Σοβιετική Ένωση και τα αναπτυσσόμενα έθνη) η σαν συμμαχίες του εργατικού κινήματος με τις αστικές τάξεις των μεσαίων η των υποανάπτυκτων καπιταλιστικών χωρών, σε βάρος της επαναστατικής προοπτικής. Αυτό το γεγονός υπότασσε την κοινωνική επανάσταση στην πάλη για τη «δημοκρατία» και την «εθνική ανεξαρτησία» και το εργατικό κίνημα συνολικά στην πάλη για τον «εκδημοκρατισμό» του εθνικού και διεθνούς καπιταλιστικού συστήματος. Στη μεταπολεμική περίοδο το ζήτημα του πολέμου και της ειρήνης αντιμετωπίσθηκε κυρίως σαν πάλη ανάμεσα στις φιλειρηνικές δυνάμεις του σοσιαλισμού, της δημοκρατίας και της «σύνεσης» ενάντια στο ΝΑΤΟ και τους εκφραστές των πιο πολεμοχαρών μονοπωλίων του στρατιωτικόβιομηχανικού συμπλέγματος. Η πάλη για τον εκδημοκρατισμό των Ενόπλων Δυνάμεων και για την απόκρουση της πολεμικής τους αποστολής ενάντια στον εσωτερικό και το εξωτερικό εχθρό εντάχθηκε στην ουτοπική προσπάθεια εκδημοκρατισμού του εθνικού και διεθνούς καπιταλιστικού συστήματος και στη διαμόρφωση αμφιλεγόμενων κρατικών συμμαχιών με τη Σοβιετική Ένωση.

Ο καπιταλισμός, ιδιαίτερα στη τωρινή του φάση, ενοποιεί με νέο αντιδραστικό τρόπο την επίθεση του κεφαλαίου σε εθνικό και διεθνές επίπεδο με τους πολέμους και τις επεμβάσεις, το «κοινωνικό ζήτημα» με την εξωτερική πολιτική και τις διεθνείς σχέσεις. Είναι ανάγκη, περισσότερο από ποτέ, να συνδέσουμε την εργατική πολιτική στο «εσωτερικό» ενάντια στις κυβερνήσεις και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς με τον αγώνα ενάντια στις επεμβάσεις και την πάλη για τη διεθνική αλληλεγγύη των εργαζομένων και των λαών. Σε αυτή τη προσπάθεια μπορούμε και πρέπει να αξιοποιήσουμε και τη θετική και αρνητική πείρα των αντιπολεμικών αγώνων του παρελθόντος.

Αυτός ο αγώνας δεν έρχεται από το πουθενά. Αντλεί τις δυνάμεις του από τις κορυφαίες στιγμές του αντιπολεμικού επαναστατικού αγώνα όλου του αιματοβαμμένου προηγούμενου αιώνα. Από την αντιπολεμική κραυγή του Κάρλ Λήμπχνετ που αρνήθηκε, όταν ξέσπασε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, να ψηφίσει τις πολεμικές πιστώσεις στο Γερμανικό κοινοβούλιο, κόντρα και στη γερμανική σοσιαλδημοκρατία που στρατεύτηκε με το δικό της γενικό επιτελείο. Από της επιτροπές και τις κινητοποιήσεις των στρατιωτών σε πολλές χώρες της Ευρώπης με το τέλος του Α παγκοσμίου πολέμου, από τα Σοβιέτ των στρατιωτών και ναυτών και την αντιπολεμική δράση των Μπολσεβίκων, που έδωσαν ζωή στην μεγάλη Οκτωβριανή επανάσταση. Από την αντιπολεμική δράση των εργαζομένων και στρατευμένων ενάντια στην Ελλάδα «των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών» την περίοδο των πολεμικών τυχοδιωκτισμών στη Μικρά Ασία, το κίνημα των παλαιών πολεμιστών που συντάραξε την ελληνική κοινωνία για χρόνια μετά την Μικρασιατική καταστροφή. Από τους αντιφασιστικούς-αντιπολεμικούς αγώνες των εργαζομένων στις κατεχόμενες από τους Ναζί χώρες τις Ευρώπης. Από την ηρωική κινητοποίηση του ΕΑΜ στην Αθήνα το Μάρτιο του 1943 όπου 100.000 διαδηλωτές εισέβαλαν στο υπουργείο εργασίας και έκαψαν τις καταστάσεις με τα ονόματα 80.000 επιστρατευμένων ματαιώνοντας την επιστράτευση. Από τους αντιιμπεριαλιστικούς-αντιπολεμικούς αγώνες της νεολαίας στις δεκαετίες του 1960 και 1970, τα κινήματα των λαών ενάντια στην νεοαποικιοκρατία. Από τους αγώνες των εργαζομένων ενάντια στους πολέμους της νέας εποχής, την αντίσταση των στρατευμένων και αγωνιστών ενάντια στους πολέμους της νέας τάξης τις τελευταίες δεκαετίες.

Πάνω από όλα όμως αυτός ο αγώνας έρχεται από τον σημερινό κόσμο, που αντιπαραθέτει την ανάγκη για μια άλλη, νέα ζωή χωρίς πολέμους. Γιατί η πάλη κατά της διεθνοποίησης της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης είναι άμεσα συνδεδεμένη με την πάλη κατά των καπιταλιστικών σχέσεων, με την πάλη για την υπεράσπιση της ζωής, της αξιοπρέπειας, της κατάκτησης των μεγάλων ελευθεριών που απαιτεί η σημερινή εποχή. Ένας αγώνας που διατηρεί λευκές τις πιο ωραίες σελίδες του για να γραφτούν από τις ίδιες τις μάχες της νεολαίας και των εργαζομένων που είναι μπροστά μας.

Ενδεικτική βιβλιογραφία:

Αποφάσεις του 1ου Πανελλήνιου συνεδρίου της Ομοσπονδίας Παλαιών Πολεμιστών και Θυμάτων Στρατού: Πόλεμος κατά του πολέμου-εκδόσεις Διεθνής Βιβλιοθήκη

Βερέμης Θ.: Ο στρατός στην ελληνική πολιτική-εκδόσεις Κούριερ

Βιντάλ Γ.: Διαρκής πόλεμος για διαρκή ειρήνη-εκδόσεις Scripta

Γκεβάρα Τ.: Ο Ανταρτοπόλεμος-εκδόσεις Άποψη

Γκέλλνερ Ε.: Έθνη και εθνικισμός-εκδόσεις Καρδαμίτσα

Γκέλλνερ Ε.: Εθνικισμός. Πολιτισμός, πίστη και εξουσία-εκδόσεις Αλεξάνδρεια

Δημούλης Δ.- Γιαννούλη Χ.: Η διαλεκτική του πολέμου-εκδόσεις Κριτική

Διάφοροι συγγραφείς: Η αυτοκρατορία σε πόλεμο. Ο κόσμος μετά την 11η Σεπτεμβρίου-εκδόσεις Λιβάνη

Ένγκελς Φ.: Ο πόλεμος των χωρικών-εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή.

Επιτροπή Αλληλεγγύης Στρατευμένων: Ο πόλεμος στη νέα εποχή

Ήφαιστος Π.: Ο πόλεμος και τα αίτιά του. Τα πολλά πρόσωπα του ηγεμονισμού και της τρομοκρατίας- εκδόσεις Ποιότητα.

Καραμπελιάς Γ.: Ο ρόλος των ενόπλων δυνάμεων στην πολιτική ζωή της Τουρκίας και της Ελλάδας. Συγκριτική ανάλυση των μεταπολεμικών στρατιωτικών επεμβάσεων-εκδόσεις Ελληνικά γράμματα.

Καρρ Ε.: Εισαγωγή στη μελέτη των διεθνών σχέσεων- εκδόσεις Ποιότητα

Κίγκαν Τ.: Η ιστορία του πολέμου-εκδόσεις Λιβάνη

Κλάουζεβιτς Κ.: Περί πολέμου-εκδόσεις Βάνιας

Κονδύλης Π.: Από τον 20ο στον 21ο αιώνα Τομές στην πλανητική πολιτική περί το 2000-εκδόσεις Θεμέλιο

Κονδύλης Π.: Θεωρία του πολέμου-εκδόσεις Θεμέλιο

Λεβί Μ.: Το εθνικό ζήτημα:-εκδόσεις Στάχυ

Λένιν Β.Ι.: Για τους δίκαιους και τους άδικους πολέμους-εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή

Λένιν Β.: Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού- εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή

Λένιν Β.: Το δικαίωμα των εθνών για την αυτοδιάθεση- εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή

Λούξεμπουργκ Ρ.: Η εργατική τάξη και ο πόλεμος-εκδόσεις Κοροντζή

Λούξεμπουργκ Ρ.: Τι ζητάει ο Σπάρτακος-εκδόσεις Ύψιλον.

Μαρδάς Κ.: Βάσεις, αίμα και πετρέλαιο-εκδόσεις Λιβάνη

Μαρξ Κ.: Ο εμφύλιος στη Γαλλία-εκδόσεις Στοχαστής

Μπλάμ Ο.: Το κράτος του κακού-εκδόσεις Κανάκη

Παλαιός Α.Β.: Ζητήματα θεωρίας του ιμπεριαλισμού

Πρέβε Κ.: Το εθνικό ζήτημα στο κατώφλι του 21ου αιώνα-εκδόσεις Στάχυ

Τόφλερ Α.: Πόλεμος και αντιπόλεμος-εκδόσεις Κάκτος

Φόστερ Ο.: Η ιστορία των τριών Διεθνών-εκδόσεις Γνώσεις

Χάουαρντ Μ.: Ο ρόλος του πολέμου στη νεότερη Ευρωπαϊκή ιστορία-εκδόσεις Ποιότητα

Χομπσμπάουμ Ε.: Έθνη και εθνικισμός από το 1780 μέχρι σήμερα-

Χομπσμπάουμ Ε.: Η εποχή των άκρων-εκδόσεις Θεμέλιο

Χομπσμπάουμ Ε.: Στους ορίζοντες του 21ου αιώνα- εκδόσεις Θεμέλιο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου