Νομίζετε ότι κάτι έχει αλλάξει στην Ελλάδα; Ε, λοιπόν, κάνετε μεγάλο λάθος. Το θέμα που δημοσιεύουμε σήμερα στις «Ιστορίες… Ελληνικές» θα μπορούσε άνετα να ’χει τίτλο «Από τον Οθωνα… στον Δένδια» και να είναι μάλιστα και πολύ επίκαιρος.
Είναι ενδεικτικό πως τα προβλήματα ανακυκλώνονται κάτω από άλλες συνθήκες και είναι χαρακτηριστική η αδυναμία του ελληνικού κράτους να βάλει κανόνες για να αντιμετωπίσει – έστω και στοιχειωδώς – σοβαρά προβλήματα, όπως είναι αυτά των μεταναστών, των αλλοδαπών, αλλά και των κακοποιών στοιχείων που κατά καιρούς βρίσκουν καταφύγιο στη χώρα μας.
Ήταν Φεβρουάριος του 1842, πριν από 170 χρόνια, όταν στις δύο το πρωί τέσσερις κακοποιοί, τρεις με φουστανέλα και ένας με βράκα, μπήκαν στο σπίτι του Παύλου Νεγρε-πόντη και λήστεψαν τα πάντα, αφού έσφαξαν τον ίδιο μπροστά στη γυναίκα και τα τρία παιδιά του.
Ο Παύλος Νεγρεπόντης ήταν από τους αγαπητούς Φαναριώτες, ο οποίος ήρθε με την οικογένειά του στην Αθήνα μετά την έλευση του Όθωνα. Αφού έχτισε ένα από τα ωραιότερα ακίνητα, συνέχισε τις εμπορικές δραστηριότητές του στην Αγγλία για να επιστρέψει πλέον μόνιμα στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1841.
Είχε κάνει επενδύσεις σε γη, ενώ σώζεται μέχρι σήμερα ανακαινισμένο ένα από τα ακίνητα που είχε αγοράσει στη συμβολή των οδών Κεραμεικού και Μυλλέρου (επί Οθωνος ονομάζονταν Φειδίου και Πραξιτέλους), το οποίο έχει μετατραπεί σε πολιτιστικό κέντρο πολλαπλών καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων.
Στην Αθήνα των λίγων χιλιάδων κατοίκων το γεγονός προξένησε αλγεινή εντύπωση και φυσικά φόβο και κατά πάσα πιθανότητα και την παρέμβαση του παλατιού και του τότε βασιλιά, του Οθωνα.
Έτσι λοιπόν ξεκίνησε στην Αθήνα η μεγαλύτερη επιχείρηση απομάκρυνσης αλλοδαπών, αέργων και γενικότερα «αλητών» από την πόλη με αφορμή τη σφαγή του πάμπλουτου ομογενούς. Μια επιχείρηση από την οποία δεν θα είχε να ζηλέψει τίποτε... ο σημερινός υπουργός Ν. Δένδιας.
«Κακούργοι τινές εμφωλεύουσι προ πολλού εις τας Αθήνας. Δολοφόνοι σφαγείς των πολιτών, κατασκοπεύοντες την ημέρα τας οικίας, εισέρχονται την νύκτα κρυφίως ή βιαίως και γυμνόνουσι τους πολίτας εν τω μέσω των τέκνων και των συζύγων», έγραφαν οι εφημερίδες.
Μέσα σε λίγες μέρες οι τέσσερις δράστες συνελήφθησαν και αποκαλύφθηκε ότι ήταν όλοι αλλοδαποί που σύχναζαν στα κακόφημα καπηλειά της πόλης.
Όμως ο «Ξένιος Δίας» του Όθωνα ήταν σε εξέλιξη. Την εκκαθάριση της κατάστασης ανέλαβε η Δημοτική από Αστυνομία, συνεπικουρούμενη δυνάμεις του στρατού.
Οι ανεπιθύμητοι υποχρεώνονταν να επιστρέψουν στις χώρες τους -ήταν κυρίως από χώρες των Βαλκανίων, τη Μάλτα και την Ιταλία. Στο ζήτημα δόθηκε εθνικός χαρακτήρας, λήφθηκαν ιδιαίτερα μέτρα για τους εισερχόμενους και εξερχόμενους στην πόλη και καθιερώθηκαν αυστηροί έλεγχοι.
1882: Κύμα κλοπών και ανασφάλεια
Βρισκόμαστε στο 1882, δηλαδή πριν από 130 χρόνια, και στην Αθήνα εκείνης της εποχής οι κλοπές ήταν φαινόμενα που κυριαρχούσαν και δημιουργούσαν στους κατοίκους μεγάλη ανασφάλεια.
Οι εφημερίδες, το μόνο μέσο επικοινωνίας της εποχής, καθημερινά δημοσίευαν συμβουλές προς τους κατοίκους ώστε «να γίνωσι πλέον προσεκτικότεροι».
Στην προσπάθεια εκείνη τότε πρωτοστατούσε ο γνωστός εκδότης και δημοσιογράφος Ιωάννης Καμπούρογλου, επισημαίνοντας κυρίως ότι μερικές ελευθερίες που είχαν εξασφαλιστεί σε προηγούμενους χρόνους δεν υπήρχαν πλέον και οι κάτοικοι ήταν υποχρεωμένοι να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες.
Ταυτόχρονα οι οδηγίες για το τι πρέπει να κάνουν οι κάτοικοι δεν διέφεραν από αυτές που δίνονται σήμερα από τις εφημερίδες και τις τηλεοράσεις.
Τότε οι εφημερίδες έγραφαν: «Κλείετε τας θύρας σας και μην αφήνετε τα επί της οδού παράθυρα ανοικτά, ιδιαίτερα όταν είναι χαμηλά και άνευ κιγκλίδων», συμβούλευαν τους κατοίκους, που είχαν συνηθίσει να αφήνουν τις πόρτες και τα παράθυρά τους ολάνοιχτα.
«Μη κοιμάσθε με ανοικτά παράθυρα και εγγύς αυτών μη αφήνετε εκτεθειμένα τα ενδύματά σας», ήταν μία ακόμη συμβουλή, προκειμένου να αποφεύγουν τους «κλέπτας με τους γάντζους», οι οποίοι πλησίαζαν και ξάφριζαν όσα ρούχα έπιανε ο γάντζος τους κοντά στο παράθυρο!
Δεν έλειπαν και οι ειδικές οδηγίες για τους καταστηματάρχες, όπως να μην αφήνουν τα συρτάρια τους ξεκλείδωτα όταν έβγαιναν για να μιλήσουν με κάποιον γείτονα. Οι «μπουκαδόροι» καιροφυλακτούσαν για να ξαλαφρώσουν τα ταμεία τους.
Την επομένη της έκδοσης των οδηγιών αποδείχθηκε πως οι Αθηναίοι δεν λάμβαναν σοβαρά τις προειδοποιήσεις: «Πτωχού τινος κηπουρού, Μήτρου καλουμένου και εν Αμπελοκήποις διαμένοντος, έκλεψαν τα ενδύματα, άλλου τας όρνιθας και ούτω καθεξής. Τι να σου κάμη και ο μονάκριβος χωροφύλαξ, όστις είχε μείνει εις μόνος εκεί; Αφού δεν έκλεψαν και αυτόν ευχαριστημένοι να είμεθα».
Δύο ημέρες αργότερα ως υπεύθυνος των κλοπών συλλαμβανόταν ένας δημοτικός κλητήρας, τον οποίο επί δέκα ώρες περιέφεραν στους δρόμους της πρωτεύουσας για παραδειγματισμό! Μήπως σας θυμίζουν σημερινές καταστάσεις όλα αυτά;
Οι ιστορίες αυτές προέρχονται από κείμενα του ιστορικού ερευνητή και δημοσιογράφου Λευτέρη Σκιαδά, εκδότη της εφημερίδας «ΜΙΚΡΟΣ ΡΩΜΗΟΣ», www.mikros-romios.gr, τηλ.: 210 3426833.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου