Α. ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΗΣ ΒΑΡΚΙΖΑΣ
«14 Οκτωβρίου 1944… Εδώ έχουμε να κάνουμε με δυνάμεις αλόγιστες. Στον αέρα υπάρχει Ρώσικη Επανάσταση, μα και Γαλλική Επανάσταση και Κομμούνα του Παρισιού και απελευθερωτικός εθνικός πόλεμος και ποιος ξέρει τι άλλα θολά στοιχεία που δεν τα ξεχωρίζουμε ακόμα. Ο λαός βρήκε μια λέξη και την πιπιλίζει ολοένα, Λαοκρατία…. Το περιεχόμενο της Λαοκρατίας ωστόσο κανείς δεν μπορεί, μα ούτε και σκοτίζεται να το εξηγήσει… Ο λαός να ανέβει, ο λαός να γίνει αφέντης, να πάψουν οι κακοί να διοικούν το λαό, αυτό είναι το λαϊκό αίτημα. Μα συνάμα ο λαός βρίσκει και το ΚΚΕ, που το εγκολπώνεται και το αγαπά, όχι για την κοσμοθεωρία του, που δεν την καταλαβαίνει, ούτε για το πρόγραμμά του, που είναι σήμερα ελαστικό κι αμφίβολο σαν τα προγράμματα των αστικών κομμάτων, μα γιατί νοιώθει το ΚΚΕ δικό του, το βλέπει πάντα κοντά του, το ακούει να μιλά τη γλώσσα του, αισθάνεται μαζί του βαθιά ψυχική συγγένεια. Του παραδίδεται λοιπόν με εμπιστοσύνη τυφλή, έτσι που του ξεσκεπάζεται ξαφνικά, σε τούτην την απότομη στροφή της ιστορίας μια πρωτεύουσα κόκκινη…»
Ένας αστός διανοούμενος, ο Γιώργος Θεοτοκάς, στα Τετράδιά του, αποτυπώνει όπως αυτός αντιλαμβάνεται, το κλίμα που κυριαρχεί στην Αθήνα, την επαύριον της απελευθέρωσης. Σε αυτά που περιγράφει, είναι παρόντα το Εργατικό Ε.Α.Μ., η Ελεύθερη Ελλάδα, κάθε λαμπρή στιγμή της αντίστασης. Με απαίτηση τη λαοκρατία, ή τουλάχιστον την ερμηνεία που δίνουν σε αυτή τη λέξη, τα πληβειακά στρώματα των πόλεων και της υπαίθρου.
Όλα αυτά, 4 μήνες μετά αποτυπώνονται ως η άρνησή τους με τη Συμφωνία της Βάρκιζας, μια ακόμα συνθηκολόγηση του Κ.Κ.Ε., ένας κρίκος στην αλυσίδα των συμφωνιών της Πλάκας, του Λιβάνου και της Καζέρτας.
Η θέληση για μια άλλη ζωή, που σε όλη την πρώτη φάση της επανάστασης στην Ελλάδα, εμφανιζόταν να μπορεί να στερεωθεί και στο επίπεδο της εξουσίας, ματαιώνεται. Οι λογικές της προδοσίας, των πολιτικών λαθών, που ακόμα και η κομματική καθοδήγηση τελικά ενσωμάτωσε στα συμπεράσματά της για την περίοδο, δεν μπορούν να απαντήσουν στην ήττα της επανάστασης.
Η θέληση για να πραγματωθεί, πρέπει να συναντιέται και να συνδέεται με τις συνολικές ιστορικές αναγκαιότητες, να βρίσκει τη θέση της μέσα στην ίδια την αντικειμενική πραγματικότητα, όπως μπορεί να την εκτιμά ένα κόμμα. Αυτός ακριβώς είναι ο χαρακτήρας της ανάλυσης, η κρισιμότητα και η σημασία της, που προδιαγράφει και τα ίδια τα καθήκοντα.
Το Κ.Κ.Ε. στην 6η Ολομέλεια της Κ.Ε. του, το 1934, αναλύει την πραγματικότητα, και προδιαγράφει τα καθήκοντα: «Η επανάσταση που θα ανατρέψει την εξουσία των καπιταλιστών στην Ελλάδα δε θα είναι πια η προλεταριακή, παρά θα είναι μια άλλη αστικοδημοκρατική, και η νέα εξουσία που θα δημιουργήσει η επανάσταση αυτή δε θα είναι η διχτατορία ας εργατικής τάξης, παρά θα είναι η δημοκρατική διχτατορία που θα ασκήσει η εργατική τάξη με τους φτωχομεσαίους χωρικούς». (από την κριτική του Π. Πουλιόπουλου, Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Eπανάσταση στην Eλλάδα). Το καθεστώς αυτό, συμπληρώνει η απόφαση της Κ.Ε., θα περιορίζεται στο να συμπληρώνει τον ατέλειωτο από την αντιδραστική μπουρζουαζία αστικοδημοκρατικό σχηματισμό της χώρας, ώσπου να ωριμάσουν οι προϋποθέσεις για την έναρξη της σοσιαλιστικής μετατροπής και στην Ελλάδα. Και αν πολλοί αριστεροί διανοούμενοι αλλά και αγωνιστές, επιχείρησαν να ερμηνεύσουν την απόφαση, με βάση τη συνολική στάση της Κομμουνιστικής Διεθνούς, και τα Λαϊκά Μέτωπα, από τη σκοπιά υποτίθεται της αντιμετώπισης της καπιταλιστικής κρίσης και του φασισμού, η απόφαση της Κ.Ε., θέτει και ένα ακόμα αιτιολογικό στοιχείο: «Ο αστικός δημοκρατικός χαρακτήρας της επανάστασης στη χώρα μας, προκύπτει από το χαμηλό επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων, την καθυστερημένη βιομηχανία που παίρνει από το εξωτερικό τις πρώτες ύλες της, από την αριθμητική αδυναμία του ελληνικού προλεταριάτου». Εκτίμηση που καθορίζει αντικειμενικά για μια ολόκληρη ιστορική εποχή τη στάση του κόμματος στην ταξική πάλη, μιας και εδώ περιγράφεται μια δομική αλλαγή της κατάστασης ως προϋπόθεση για την εργατική εξουσία και το σοσιαλισμό.
Στην πραγματικότητα, η ανάλυση αυτή, παίρνει οριστικό διαζύγιο, από τη διαλεκτική αντιμετώπιση της ολοκλήρωσης των αστικοδημοκρατικών καθηκόντων, που μόνο η σοσιαλιστική επανάσταση μπορεί να επιλύσει, όπως την όρισε ο Λένιν, και την ανέπτυξε με τον δικό του τρόπο και ο Τρότσκι. Αλλά κυρίως είναι απόφαση ενός κόμματος έγκλειστου σε ένα εθνικό «θερμοκήπιο», εχθρικού στη Διαρκή Επανάσταση, και τον αναγκαίο διεθνή χαρακτήρα της. Με το σκεπτικό αυτής της απόφασης, είναι προφανές, πως η σοσιαλιστική επανάσταση στη Ρωσία, δεν θα έπρεπε να είχε γίνει ποτέ.
Όλα αυτά ας τα κρατήσουμε για το παρόν…
Β. ΒΑΡΚΙΖΑ ΤΕΛΟΣ
Το σύνθημα αυτό γράφτηκε στους τοίχους της Αθήνας και όλης της Ελλάδας, τις μέρες της εξέγερσης του Δεκέμβρη. Ήταν η δήλωση εκατοντάδων χιλιάδων και εκατομμυρίων ανθρώπων στην Ελλάδα, εργαζόμενων και νέων, πως η συνθηκολόγηση με την εξουσία, τα κόμματά της, με την καθημερινότητα της υποταγής, με την έλλειψη ενός άλλου πολιτισμού, πρέπει να τελειώσει. Σε αυτά τα ιστορικά αιτήματα, τη στιγμή της εμφάνισης της ιστορικής κρίσης του ίδιου του καπιταλισμού, τομή και συνέχεια όλων των προηγούμενων, η αριστερά της εποχής απάντησε με την απαίτηση για εκλογές (ΣΥΡΙΖΑ), με την αποστροφή στην ίδια την εξέγερση (Κ.Κ.Ε.), ή βλέποντας στην καλύτερη περίπτωση μια νεολαιίστικη έκρηξη, που θα πρέπει να πάρει εργατικά χαρακτηριστικά (υπόλοιπη αντικαπιταλιστική αριστερά). Άλλοι ξαναυπέγραφαν Βάρκιζα, και άλλοι επέτρεπαν στην αστική εξουσία να την επαναδιατυπώσει με σύγχρονους όρους. Η καθοριστικότητα της ανάλυσης και πάλι παρούσα.
Για εμάς αυτό το σύνθημα, δεν είναι μόνο μια ηθική επαναστατική δήλωση ανθρώπων, που δε μπορούν να συνθηκολογήσουν. Και αυτό είναι πολύτιμο. Άλλωστε χιλιάδες αγωνιστές από την υπόλοιπη αριστερά που αναφέραμε είναι βέβαιο πως θα συμφωνούν με το σύνθημα.
Το «Βάρκιζα τέλος», πρέπει και μπορούμε να το κάνουμε πράξη, γιατί ακριβώς η εποχή μας, είναι εποχή που έχει φέρει τώρα, στο παρόν μας, τη δυνατότητα να διαρραγούν όλες οι μικρές και μεγάλες Βάρκιζες. Είναι εποχή, που ούτε η αστική τάξη, το κεφάλαιο και το πολιτικό προσωπικό του, μπορεί να διασφαλίσει τη διατήρηση των «κοινωνικών συμβολαίων» του. Ή για να το πούμε καλύτερα, έχουμε τη συνάντηση της οικονομικής καταβαράθρωσης, και την απουσία ιστορικού ορίζοντα για τον καπιταλισμό, μαζί με την αποσύνθεση της ίδιας της αστικής δημοκρατίας και του κοινοβουλευτισμού της, του πολιτικού της συστήματος διακυβέρνησης. Αλλά ούτε και η εργατική τάξη, και ευρύτερα οι καταπιεσμένοι θέλουν να συνεχίσουν να κυβερνώνται έτσι. Είναι εποχή προεπαναστατικής κρίσης, όπου τίθεται ευθέως το ζήτημα της διακυβέρνησης και της εξουσίας. Και από αυτή τη σκοπιά, το κίνημα δεν μπορεί να γίνει δωρητής σώματος ούτε σε αριστερές κυβερνήσεις που θα είναι προσδεμένες στο άρμα του καπιταλισμού και της Ε.Ε. Για αυτό και τα ζητήματα της δημιουργίας, εδραίωσης, επέκτασης και τελικά σύνδεσης κάθε μορφής λαϊκής αυτοοργάνωσης, κοινωνικής αλληλεγγύης, εργατικής αυτοάμυνας (και ειδικά απέναντι στους φασίστες), της προετοιμασίας της γενικής πολιτικής απεργίας διαρκείας, είναι στοιχεία ενός πολιτικού σχεδίου, που σκοπό έχει να περάσει όλη η εξουσία σε αυτές τις μορφές αυτοοργάνωσης, στην εργατική εξουσία.
Αντίθετα οι αναλύσεις διαφόρων μετωπικών προτάσεων μέσα στην αριστερά, για την ανάγκη μιας άλλης αναδιανομής του πλούτου, για την ανάδειξη των εθνικών παραγωγικών δυνατοτήτων, για εργατικές αντιπολιτεύσεις, που τάζουν ανατροπή της κυβέρνησης χωρίς πάλη για εργατική εξουσία, έχουν ως υπόβαθρο πως ο ίδιος ο καπιταλισμός, και στην Ελλάδα, έχει εναλλακτικές ώστε να ξεπεράσει την κρίση του. Και το ακόμα χειρότερο, πως οι εργαζόμενοι, μπορούν να ζήσουν και πάλι, με μια καλύτερη θέση μέσα σε αυτό το εκμεταλλευτικό σύστημα. Με αυτές τις κατευθύνσεις, οι θελήσεις εκατομμυρίων αγωνιστών, δεν μπορούν να φτάσουν μέχρι το τέλος.
Άλλωστε, η ίδια η συμφωνία της Βάρκιζας, προέκυψε ως η άρνηση να παρθεί η εξουσία, από μια εξουσία που ήδη είχε διαμορφωθεί στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας…
Nίκος Πελεκούδας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου