Aξίζει να σημειωθεί πως το σχέδιο Β, αν και υποτίθεται “έχει απομακρυνθεί οριστικά το ενδεχόμενο εξοβελισμού της Ελλάδας από την ευρωζώνη” σύμφωνα με την κυρίαρχη προπαγάνδα, έχει ήδη γνωρίσει αρκετά μεγάλη δημοσιότητα μέσω μιας σειρά αστικών ΜΜΕ (πχ ΤΟ ΒΗΜΑ, ΝΕΤ, ΣΚΑΪ κλπ.)
Οι βασικοί στόχοι του σχεδίου Β είναι η παύση πληρωμών για το χρέος και η έξοδος της χώρας από την ευρωζώνη. Μεγάλη πρόκληση για το σχέδιο Β κατά τα όσα είπε ο Αλ. Αλαβάνο στην σχετική ημερίδα είναι η διαμόρφωση μιας “εθνικής επιλογής, της επινοητικής σκέψης και της συγκρουσιακής δράσης”. Το σχέδιο Β “δεν είναι επιστροφή στο παρελθόν, κλείσιμο στον εαυτό μας, εσωστρέφεια, αυτάρκεια, βαλκανικός επαρχειωτισμός (...) αλλά μια ανοιχτή πρόκληση για μια νέα ισότιμη ευρωπαϊκή οικονομική και νομισματική συνεργασία”. Κατά τον ίδιο, ζητούμενο, είναι να αποφασίζει όχι μόνο ο λαός, αλλά και το κοινοβούλιο του για τις τύχες της χώρας. Στο άρθρο του στο ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (21.10) ο Αλ. Αλαβάνος μίλησε μάλιστα για την ανάγκη “εθνικοποίησης των τραπεζών, δημοκρατικού σχεδιασμού, κοινωνικού ελέγχου, ρευστότητας και επιθετικής πολιτικής στην απασχόληση”. Για να γίνουν όλα τα παραπάνω χρειάζονται τρεις όροι: η “πλειοψηφία του λαού να πιστέψει σ' αυτή τη λύση”, να είμαστε “ψυχικά – πολιτικά – επιστημονικά τεκμηριωμένοι και προετοιμασμένοι” και να κάνουμε “έγκαιρη προσέγγιση σε φαινομενικά δύσκολες πτυχές αυτού του εγχειρήματος” (πχ επάρκεια πετρελαίου θα αντιμετωπιστεί με το κλείσιμο συμφωνίας με τη Ρωσία...).
Στις ίδιες προτάσεις συγκλίνουν από τις δικές τους ιδιαίτερες, αν και ελάχιστα διαφορετικές, και οι άλλοι βασικοί συνομιλητές του Αλ. Αλαβάνου στην ημερίδια του ΜΑΑ (Π. Σωτήρης, Δ. Σαραφιανός, Λ. Βατικιώτης, Χ. Κατσούλας).
Οι αντικειμενικοί λόγοι για την πιο δυναμική έως τώρα εμφάνιση του ΜΑΑ
που αναφέρθηκαν ήδη -δηλαδή το επερχόμενο Μνημόνιο 3, όψιμη “φιλελληνική” στάση Μέρκελ και η δεξιά στροφή του ΣΥΡΙΖΑ- δεν μπορούν να κρύψουν τις γιγάντιες πολιτικές υποκειμενικές αδυναμίες αυτού του εγχειρήματος και του σχεδίου του.
Αναμφισβήτητα έχουν δίκιο στο ΜΑΑ να υποστηρίζουν πως το επερχόμενο τρίτο Μνημόνιο της πρωτοφανούς σκληρής λιτότητας των τουλάχιστον 13,5 δισ. ευρώ, του ξεπουλήματος δημόσιας περιουσίας ύψους 50 δισ. ευρώ και της υποταγής σε μία ευρωζώνη-φυλακή των λαών της δεν αποτελεί κανένα δρόμο επιβίωσης για το λαό αυτής της χώρας. Έχουν δίκιο, επίσης, να αντιτίθενται στον “ανύπαρκτο δρόμο” που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ περί παραμονής στην ευρωζώνη και ταυτόχρονης ακύρωσης του Μνημονίου που η ίδια η ευρωζώνη, μαζί με το ΔΝΤ έχουν επιβάλλει στη χώρα. Ωστόσο, τι είναι αυτό που κάνει τα μέλη του ΜΑΑ, το “Αριστερό Ρεύμα” του ΣΥΝ αλλά και τους συνομιλητές τους από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ότι μια καπιταλιστική Ελλάδα εκτός ιμπεριαλιστικής Ευρωζώνη θα πετύχει περισσότερα -και μάλιστα φιλολαϊκά- οφέλη από μια καπιταλιστική Ελλάδα εντός ευρωζώνης;
Οι υποστηριχτές του σχεδίου Β σε γενικές γραμμές θεωρούν πως η ανάκτηση πρωτίστως της εθνικής κυριαρχίας στη νομισματική, δημοσιονομική και άρα αναδιανεμητική οικονομική και άρα πολιτική διαχείριση, η οποία έχει καταλυθεί (πράγματι) πλήρως από τα Μνημόνια που έχουν υπογράψει οι τρεις κυβερνήσεις των τελευταίων δυόμισι χρόνων μπορεί να ανατραπεί η καταστροφή των όρων ζωής του λαού αυτής της χώρας.
Σχετίζονται, όμως, τα εκρηκτικά κοινωνικά προβλήματα της Ελλάδας με την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας της ή προπαντός με την κρίση και παρακμή ενός συστήματος ταξικής κυριαρχίας, δηλαδή του καπιταλισμού, που λειτουργεί σε παγκόσμια κλίμακα; Προφανώς οι υποστηριχτές του σχεδίου Β “ξεχνούν” πως:
- Η αφετηρία της τρέχουσας παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης βρισκόταν και συνεχίζεται να βρίσκεται στις ΗΠΑ. Ταυτόχρονα, όμως, η βασική αιτία της βίαιης εκδήλωσης της παγκόσμιας κρίσης στις ΗΠΑ είναι η ίδια και για την εκδήλωση της ίδιας κρίσης και σην Ελλάδα, δηλαδή η κρίση υπερσυσσώρευσης πλασματικού κεφαλαίου. Μπορεί στην Ελλάδα, για παράδειγμα, η “φούσκα” της αγοράς ακινήτων να μην ήταν τόσο μεγάλη όσο στις ΗΠΑ, αλλά σαφέστατα υπήρχε και συνεχίζει να υπάρχει...
- Προκείμενου να αναχαιτιστούν οι ανεξέλεγκτες συνέπειες του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κραχ του 2007-8 πάνω σε όλο το φάσμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας, δόθηκαν με πρωτοφανή (“μη-συμβατικό”) τρόπο δεκάδες τρις. δολαρίων απ' όλες τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες του κόσμου (Fed, ΕΚΤ, κλπ.) προς τις εμπορικές τράπεζες κάθε χώρας. Οι ελληνικές τράπεζες, για παράδειγμα, από τον Οκτώβρη του 2008 έως το τέλος του 2012 θα έχουν λάβει πάνω 150 δισ. ευρώ ως στήριξη ρευστότητας από την ΕΚΤ και το EFSF, ενώ πολλά δισ. ευρώ έχουν δοθεί από το EFSF για την πληρωμή των τοκοχρεολυσίων του ελληνικού δημοσίου χρέους...
- Τα απόνερα αυτής της άλυτης παγκόσμιας κρίσης χρέους ήταν εκείνα που συνάντησαν τον ήδη υπερχρεωμένο και ελλειμματικό ελληνικό καπιταλισμό και το φθαρμένο πολιτικό σύστημα του, σπρώχνοντας τον στη χρεοκοπία, στα αποτυχημένα διεθνή Μνημόνια “διάσωσης” του με στόχο την αποφυγή μίας νέας Lehman Brothers'
Με δύο λόγια, συμπεραίνει κανείς πως (1) η παρούσα κρίση είναι ξεκάθαρα διεθνής και συστημική στην φύση της, στην αφετηρία της, τις συνέπειες της και πως (2) οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις όλου του κόσμου επιχείρησαν έως τώρα να την αντιμετωπίσουν τελικά με ένα διεθνή-συνδυασμένο τρόπο (πχ Μνημόνιο ΔΝΤ-ΕΚΤ/ΕΕ για Ελλάδα), φοβούμενοι για την επιδείνωση της. (3) Οι απόπειρες αποφυγής μιας νεάς γενικευμένης ύφεσης σε διεθνή κλίμακα έχουν αποτύχει ως τώρα. Η Ελλάδα ως χώρα-μέλος της ευρωζώνης είναι ίσως η πιο ακραία εκδήλωση αυτής διεθνούς αποτυχίας.
Αν, πράγματι, ο καπιταλισμός απέτυχε να αντιμετωπίσει την (διεθνή) κρίση του με τα διεθνή, “μη-συμβατικά” μέσα που διέθεσε, τότε γιατί οι υποστηριχτές του σχεδίου Β προτείνουν να αντιμετωπίσουν αυτήν την κρίση με αμιγώς εθνικά καιδημοκρατικά μέσα την κρίση στην Ελλάδα και μάλιστα στα πλαίσια του καπιταλισμού (δηλαδή με την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη). Τρία, τουλάχιστον, ερωτήματα προκύπτουν σε σχέση με τον “πυρήνα” του σχεδίου Β:
- Από ποια συνέπεια της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης θα προφυλαχθεί μία ελληνική οικονομία εκτός ευρωζώνης, από την οποία δεν προφυλάχτηκε όντας εκτός ευρωζώνης; Οι υποστηριχτές του σχεδίου Β απαντούν σ' αυτό το ερώτημα λέγοντας πως η ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας στην άσκηση της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής (μιας και η χώρα θα αποκτήσει ξανά το δικό του εθνικό νόμισμα και θα έχει αποτινάξει την Τροϊκανή κηδεμονία από το σχεδιασμό και εκτέλεση του προϋπολογισμού) μπορούν παράσχουν ένα καλύτερο παρόν και μέλλον για το λαό αυτής της χώρας. Η δραματική, όμως, υποτίμηση του νέου εθνικού νομίσματος που θα ακολουθήσει την αποδέσμευση του από το ευρώ θα οδηγήσει σε μία αντίστοιχη υποτίμηση της αξίας της εργατικής δύναμης και των προϊόντων της και σε μια υπερτίμηση των εισαγομένων εργαλείων (από τη δυτική Ευρώπη) και πρώτων υλών (από τη Μέση Ανατολή), δηλαδή σε μία πρωτοφανή φτώχεια τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού. Τα φθηνότερα ελληνικά προϊόντα (ακόμα και αν υποθέσουμε ότι θα γίνει σύντομα η αναγκαία “παραγωγική ανασυγκρότηση” για την οποία μιλούν οι υποστηριχτές του σχεδίου Β) δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα απορροφηθούν καλύτερα από τις ξένες αγορές καθώς οι προβλέψεις για την παγκόσμια ανάπτυξη είναι εντελώς δυσοίωνες. Παρόμοιες είναι και οι προβλέψεις για την τουριστική κίνηση στην περίπτωση πολιτικής και οικονομικής αναταραχής που θα προκληθεί από την αλλαγή νομίσματος στην Ελλάδα. Αντίστοιχες δυσάρεστες καταστάσεις ζουν από τέλη του 2010 λαοί των “αναδυόμενων” οικονομιών, είτε αυτές βρίσκονται στη νέα χώρα-πρότυπο της “ριζοσπαστικής” αριστεράς, δηλαδή την Αργεντινή, είτε στη Βόρεια Αφρική (εξ ου και η επαναστατική έκρηξη), είτε μέση Ανατολή κλπ... Η... ανάδυση αυτών των οικονομιών κατά την περίοδο της εύθραυστης ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας (2002-6) βαίνει πανηγυρικά προς το τέλος της, μαζί και τα υποτυπώδη ως μηδαμινά κοινωνικά μερίσματα που αυτή απέδωσε. Μια... αδέσμευτη καπιταλιστική Ελλάδα με δραματικά συρρικνωμένη, (λόγω της κυριάρχησης του “τομέα” των υπηρεσιών και της βαθιάς εξαετούς ύφεσης) παραγωγή, σ' ένα εντελώς αρνητικό διεθνές οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον θα βρεθεί σε πολύ χειρότερη θέση από τις άλλες “αδέσμευτες” καπιταλιστικές οικονομίες (πχ Τουρκία). Η επιδείνωση της κατάστασης της ελληνικής οικονομίας θα συρρικνώσει σε απίστευτα επίπεδα τα φορολογικά έσοδα και, έτσι, τις αυξημένες δημόσιες δαπάνες της για μισθούς, συντάξεις, επενδύσεις κλπ.για τις οποίες μιλούν οι υποστηριχτές του σχεδίου Β.
Στην πραγματικότητα, ο μόνος τρόπος για να προφυλαχθεί μια οικονομία από τις συνέπειες της παγκόσμιας καπιταλιστικής χρεοκοπίας είναι, πρώτα απ' όλα να πάψει να λειτουργεί στα πλαίσια του καπιταλισμού και όχι απλά στα πλαίσια μιας διεθνούς νομισματικής ενώσεως του, όπως είναι αυτή της ευρωζώνης. Επίσης, δεν αποτελεί καμία πραγματική εναλλακτική πρόταση για τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις μιας εθνικής οικονομίας εκτός ευρωζώνης για μια νομισματική συνεργασία στην Ευρώπη (Αλαβάνος), πόσω μάλλον οι αυταπάτες ότι αυτή η συνεργασία θα είναι και... “ισότιμη” (πόσο ισότιμη μπορεί να είναι η συνεργασία πχ Γερμανίας – Ελλάδας στα πλαίσια του καπιταλισμού;). Για άλλη μια φορά, οι υποστηριχτές του σχεδίου Β “ξεχνούν” το διεθνές περιβάλλον στο οποίο ανήκουμε και -για παράδειγμα- το κύμα των εργατικών αγώνων σ' όλόκληρο τον ευρωπαϊκό Νότο. Τι πρέπει να προτείνουν οι εργάτες στην Ελλάδα προς τους εργάτες της Ισπανίας; “Ισότιμη συνεργασία” μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών τους ;... Το πρώτο που πρέπει να κάνει ένα κράτος που απελευθερώνεται από τα δέσμα της ιμπεριαλιστικής ΕΕ είναι να απευθύνει επαναστατικό κάλεσμα στους εργάτες των άλλων χωρών-μελών της ΕΕ που βιώνουν την ίδια βάρβαρη πολιτική για κοινό αγώνα, για τη διάλυση της ΕΕ και τη σοσιαλιστική ενοποίηση της ηπείρου. Γι' αυτό χρειαζόμαστε από τώρα μια εργατική επαναστατική Διεθνή, ένα παγκόσμιο κόμμα της σοσιαλιστικής επανάστασης που θα οργανώσει αυτόν τον αγώνα...
- Με ποιο τρόπο μπορεί να προφυλαχθεί η ελληνική οικονομία από τις συνέπειες της υποτίμησης του νέου, εθνικού της νομίσματος;
Οι υποστηριχτές του σχεδίου Β μιλούν για εθνικοποίηση των τραπεζών, αύξηση των δημοσίων δαπανών για μισθούς, συντάξεις κλπ. και επενδύσεις και για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Ωστόσο οι υποστηριχτές του σχεδίου Β δεν ξεκαθαρίζουν αν αυτή η εθνικοποίηση των τραπεζών θα γίνει με ή χωρίς αποζημίωση στα αφεντικά τους, ούτε αν η πολιτική των εθνικοποιήσεων (με ή χωρίς αποζημίωση) θα επεκταθεί και στους άλλους στρατηγικούς τομείς της οικονομίας, ούτε με ποιον τρόπο θα εξευρεθούν εκείνα τα έσοδα που θα εξασφαλίσουν την αύξηση των δημοσίων δαπανών. Αν, όμως, εθνικοποιηθούν οι τράπεζες χωρίς αποζημίωση στα αφεντικά τους τότε, κατά πρώτον, πέραν από ένα απαράδεκτο δώρο που θα κάνει αυτή η κυβέρνηση (για τη φύση αυτής θα ασχοληθούμε αμέσως μετά) προς αυτούς, δεν θα μείνουν και πολλά χρήματα για όλα τα υπόλοιπα που “υπόσχονται” οι υποστηριχτές του σχεδίου Β... Κατά δεύτερον, η εθνικοποίηση των τραπεζών (με ή χωρίς αποζημίωση) θα θέσει δύο ακόμα θέματα: Πως θα σταματήσει η διαρροή καταθέσεων προς το εξωτερικό που θα ακολουθήσει (ή καλύτερα θα προηγηθεί) μιας απόφασης επιστροφής στο εθνικό νόμισμα και πως θα πληρωθούν τα δάνεια, η αξία των οποίων θα υποτιμηθεί μαζί με το νέο νόμισμα, που έχουν λάβει οι επιχειρήσεις κλπ. ; Σ' αυτό δεν απαντούν τίποτα οι υποστηριχτές του σχεδίου Β. Αυτό όμως που θα γίνει σ' αυτήν την περίπτωση είναι να φύγουν και οι τελευταίες καταθέσεις, κυρίως, μικροαστών και μεγαλοαστών από τη χώρα εντείνοντας το ήδη εκρηκτικό έλλειμμα ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών. Το έλλειμμα αυτό θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο από το ότι τα δάνεια (ή καλύτερα ένα ελάχιστο μέρος αυτών) θα πρέπει να πληρωθούν με το νέο υποτιμημένο νόμισμα. Ο μόνος τρόπος για αντιμετωπισθεί το έλλειμμα ρευστότητας των τραπεζών, αλλά και συνολικά της οικονομίας είναι η εθνικοποίηση των τραπεζών χωρίς αποζημίωση κάτω από εργατικό έλεγχο και διαχείριση και η η απαγόρευση εξόδου κεφαλαίων από τη χώρα. Μ' αυτόν τον τρόπο, κατά πρώτον, ελαχιστοποιούνται οι διαρροές χρήματος. Κατά δεύτερον, το κράτος αποκτά υπό τον άμεσο έλεγχο του το σύνολο των καταθέσεων τις οποίες μπορεί να διασφαλίσει και ταυτόχρονα να κατευθύνει υπό τη μορφή δανείων στην κατεύθυνση της πλήρους ανασυγκρότησης. Η ανασυγκρότηση αυτή δεν θα ωφελήσει -και μάλιστα άμεσα- το λαό μόνο αν μείνει μόνο στα όρια της αλλαγής του συσχετισμού μεταξύ των “τομέων” της οικονομίας (πχ ενίσχυση της βιομηχανικής παραγωγής έναντι των υπηρεσιών), αλλά θα πρέπει να περάσει απαραίτητα στον πυρήνα της οικονομικής και κοινωνικής ανωμαλίας που ζούμε δηλαδή στο νόμο της αξίας, ανατρέποντας τις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις. Κατά τρίτον, το κράτος θα πρέπει να δημεύσει την προσωπική και επιχειρηματική περιουσία χωρίς αποζημίωση όλων των καπιταλιστών που χρωστάνε στις τράπεζες και να θέσει τα κρατικοποιημένα μέσα παραγωγής στην υπηρεσία των κοινωνικών αναγκών στη βάση ενός δημοκρατικά σχεδιασμένου σχεδίου.
- Ποια πολιτική εξουσία και ποια κυβέρνηση θα εφαρμόσει το σχέδιο Β;
Ο Αλ. Αλαβάνος υποστηρίζει πως για να εφαρμοσθεί το σχέδιο Β θα πρέπει “η πλειοψηφία του λαού να πιστέψει σ' αυτή τη λύση” (ΤΟ ΒΗΜΑ, 21.10) ενώ στην ομιλία στην ημερίδα του ΜΑΑ υποστήριξε την κοινοβουλευτική δημοκρατία. Ο Π. Σωτήρης, νωρίτερα,στην ομιλία στην ημερίδα του ΜΑΑ (13.10) προχώρησε περισσότερο μιλώντας για μια “τομή στο επίπεδο της πολιτικής εξουσίας, την κατάληψη της κυβερνητικής και της πολιτικής εξουσίας από μια ευρύτερη κοινωνική συμμαχία” ενώ λίγο παρακάτω μιλά για ένα “ιστορικό μπλοκ εργατικών, μικροαστικών και αγροτικών στρωμάτων”. Μπορεί, όμως, σε μια χώρα στην οποία -και λόγω της καπιταλιστικής χρεοκοπίας- το 65% του εργατικού δυναμικού είναι μισθωτοί εργαζομένοι (εκ των οποίων πολύ πάνω από τους μισούς είναι εργάτες, μόνιμοι και ελαστικά εργαζόμενοι) και το 25% είναι άνεργοι-προλετάριοι να δοθεί μια λύση γι' αυτούς τους εργάτες και συνεπώς για όλη την κοινωνία από μια κυβέρνηση που κατά τους υποστηριχτές του σχεδίου Β θα εκφράζει ταυτόχρονα και τους εργάτες και τους μικροαστούς; Όχι βέβαια. Μια κυβέρνηση που τη μοιράζονται τάξεις με αντιτιθέμενα συμφέροντα στα πλαίσια ενός ταξικού κοινωνικού συστήματος (το σχέδιο Β δεν μιλά πουθενά για ανατροπή του καπιταλισμού...) δεν μπορεί παρά να υπηρετεί τα συμφέροντα της ιδιοκτήτριας τάξης, δηλαδή των μικροαστών και εν τέλει των αστών. Παραπέρα, αρκεί η εκλογική εκτίναξη ενός αριστερού σχηματισμού, δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ, για να πρέπει να πιστέψει ξανά ο λαός στον αστικό κοινοβουλευτισμό, όπως τον καλούν εμμέσως οι υποστηριχτές του σχεδίου Β; Οι πρώτοι μετεκλογικοί μήνες έχουν δείξει ότι αυτή η όψιμη “πίστη” κλονίζεται εξαιρετικά και πως οι επαναστάτες δεν πρέπει να έχουν κανένα λόγο για να την αποκαταστήσουν. Αντίθετα, θα πρέπει όχι μόνο να ενισχύσουμε με κάθε τρόπο την αυτοργάνωση των μαζών (η οποία έχει ενισχυθεί εξαιρετικά μετά το Δεκέμβρη του 2008 και το Μάη-Ιούνη του 2011), αλλά ταυτόχρονα πρέπει να πείσουμε τις αγωνιζόμενες και τις ευρύτερες μάζες πως αυτές οι οργανώσεις πρέπει να παλέψουν οι ίδιες να καταλάβουν ως τέτοιες την εξουσία διαμέσου της κοινωνικής επανάστασης και όχι να χρησιμοποιηθούν ως εφαλτήρια κοινοβουλευτικής παρήχησης κάποιων αριστερών ή άλλων “εκπροσώπων” τους.
Αυτό το κοινωνικό και ιστορικό μπλοκ των εργατικών και μικροαστικών στρωμάτων, λέει παραπέρα ο Π. Σωτήρης, ότι θα εφαρμόσει ένα “ μεταβατικό πρόγραμμα για την παραγωγική ανασυγκρότηση σε σοσιαλιστική κατεύθυνση” μέσω μιας “διαδικασίας συγκρούσεων, μετασχηματισμών και ανατροπών” χωρίς σε καμία περίπτωση να διευκρινίζει ποια κοινωνική τάξη θα έχει το μονοπώλιο ή έστω την ηγεμονία στην άσκηση αυτής της πολιτικής και κυβερνητικής εξουσίας και με ποιον τρόπο θα την καταλάβει (πχ με επανάσταση, με εκλογές, κλπ), αφήνοντας στο κενό τα περί “παραγωγικής ανασυγκρότησης” και “σοσιαλιστικής κατεύθυνσης”...
Ο Π. Σωτήρης, χαρακτηρίζει ως “εγκεφαλική” τη διατύπωση της ανάγκης μιας “αυθεντικά επαναστατικής λαϊκής ή εργατικής εξουσίας”, όπως “προκρίνουν τόσο το ΚΚΕ όσο και τάσεις της επαναστατικής αριστεράς”. Αν οι παραπάνω διατυπώσεις (που εμφορούνται από τις απόψεις μιας “τάσης της επαναστατικής αριστεράς” και συγκεκριμένα του ΕΕΚ) είναι “εγκεφαλικές”, τότε οι διατυπώσεις των υποστηριχτών του σχεδίου Β είναι μάλλον το αντίθετο.
Πηγή: http://eek.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου