Αρκεί άραγε το δικαστικό αίτημα της ανακρίτριας στην Κω, να μη μεταδοθεί η εκπομπή του γνωστού “ευαίσθητου” Θεοδωράκη για την κρατική δολοφονία στο Φαρμακονήσι, ώστε ο ίδιος και το κανάλι του να εμφανιστούν ως θύματα κρατικής λογοκρισίας ή ακόμα καλύτερα ως ακραιφνείς υποστηρικτές της ελευθερίας του τύπου; Ή μήπως μετά την αστυνομία που θέλει να επέμβει ανοικτά στη σχολική ζωή και στη νεολαία (η αστυνομία είναι ο παιδαγωγός της κοινωνικής ζωής) και η δικαστική εξουσία θέλει να επέμβει στην ελευθερία του τύπου; Μόνο απατεώνες ή ανόητοι μπορούν να θεωρήσουν πως τα κανάλια ως κεφάλαιο ή εξαχρειωμένοι δημοσιογράφοι με τόσες προσβάσεις στο κράτος και σχέσεις με την εξουσία-οικονομική και πολιτική-χρήζουν υπεράσπισης.
Η αξιοσέβαστή μας κρατική-νομική υπάλληλος επικαλείται τη μυστικότητα της ανάκρισης αν και η ίδια στην επιστολή της μοιάζει ήδη να απαλλάσσει προκαταβολικά τους ένστολους λιμενικούς( δώρο από το κράτος στο σκληρό του πυρήνα) από κάθε ευθύνη. Το μόνο εύκολο είναι να καταγγείλει κανείς την ανακρίτρια για απόπειρα λογοκρισίας, μόνο που αυτή η καταγγελία θα είχε ως αναγκαστική συνέπεια να εξηγήσει κανείς πως ξάφνου το Μέγκα κι ο εκλεκτός έγιναν από ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους, μάχιμη κι αποκαλυπτική δημοσιογραφία.
Κι αν στην περίπτωση Βαξεβάνη που στο κάτω κάτω υπέστη και δίωξη,το κόστος ήταν απλά η ηρωοποίηση ενός κοινότυπου δημοσιογράφου, εδώ μιλάμε για πλυντήριο μιας από τις πιο σάπιες περιπτώσεις του θεάματος, του πρωταγωνιστή Σταύρου. Μιλάμε για τον ίδιο άνθρωπο που περιφέρει τη ναρκισσιστική του εικόνα ως ευπώλητο προϊόν, που έχει ανάγει την εμπορευματοποίηση της δήθεν ευαισθησίας σε επιστήμη της κυριαρχίας. Μιλάμε για τον τύπο που έκανε εκπομπή το Δεκέμβρη του 2008 μέσα από κλούβα των Ματ για να δείξει και την άλλη πλευρά, που έπινε καφεδάκι με το φύρερ Μιχαλολιάκο στα γραφεία των ναζιστών και σε κούπα με το λογότυπο της χα(ο μόνος δημοσιογράφος που δέχτηκαν τα αυγά στα γραφεία τους) ανάμεσα στις δύο εκλογές του 2012, ένα καφεδάκι που ήταν η καλύτερη συνεισφορά στην τότε επιχείρηση εξιδανίκευσης των ναζί.
Μιλάμε για τον ίδιο τζουτζέ που εκμεταλλεύτηκε τη δολοφονία Φύσσα και τον πόνο των συγγενών και φίλων του, για να παρουσιάσει το ναζιστικό καρτέρι θανάτου ως κακιά στιγμή. Μιλάμε για το μόνο δημοσιογράφο που πήρε άδεια να μπει στις φυλακές όχι φυσικά για να αναδείξει τις συνθήκες εγκλεισμού, αλλά για να κάνει ριάλιτι με τις ζωές των κρατουμένων. Μιλάμε πάντα για το Θεοδωράκη των ναρκισιστικών πλάνων της φάτσας του, του επιτηδευμένα χυδαίου φιλικού στιλ, του “λέγε με Σταύρο”, των εκπομπών που αποκόβουν κάθε γεγονός από το περιεχόμενο του για να κάνει πάντα πλυντήριο στους εκάστοτε εκλεκτούς της κυριαρχίας, του αλαζόνα διαχειριστή του protagon, ενός από τους πιο ικανούς απολογητές της καπιταλιστικής βαρβαρότητας και θιασώτης της καταδίκης φυσικά της βίας.
Αυτό το τηλεοπτικό μαντρόσκυλο μπορεί να μην έχει άραγε επίγνωση του ρόλου του; κι αν ακόμα είναι έτσι εμείς έχουμε πλήρη συνείδηση. Επειδή μια ανακρίτρια της επαρχίας θέλησε ή να κερδίσει η ίδια λίγη δημοσιότητα ή να προσφέρει έμμεση διαφήμιση στην εκπομπή, θα ξεχάσουμε τα έργα και της ημέρες αυτού του τιποτένιου κρατικού διανοούμενου;
Είμαστε σίγουροι πως η εκπομπή θα μας δείξει τα ευαίσθητα κομάντα του λιμενικού να κατηγορούν με πόνο τους λαθρέμπορους και να ορκίζονται στην παναγία πως έχουν σώσει εκατοντάδες παράνομους (sic) ταλαίπωρους. Κι έτσι οι φυσικοί αυτουργοί της δολοφονίας στο Φαρμακονήσι θα ξεδιπλώσουν τις ευαισθησίες τους, ο Θεοδωράκης ανάμεσα σε μελό παύσεις και πλάνα αισθητικής φέικ μπουκ θα αποπολιτικοποιήσει το γεγονός για να κρατήσει όπως πάντα την “ανθρώπινη” διάσταση και να πουλήσει πόνο και συγκίνηση ανάμεσα σε διαφημιστικά διαλείμματα. Ενώ η ανακρίτρια, που θα έχει δώσει στον ίδιο και στο μέγκα την δυνατότητα να παρουσιαστούν -αυτοί οι συνειδητοί ψεύτες-ως φορείς αλήθειας, ίσως να αντιληφθεί πως κι ο Σταύρος δεν παραβιάζει τη μυστικότητα της ανάκρισης: τουναντίον κάνοντας θέαμα την κρατική δολοφονία, μυστικοποιεί ακόμα περισσότερο το ίδιο το γεγονός άρα βοηθά στο έργο της δικαιοσύνης που δεν είναι άλλο από τη συγκάλυψη και την απονοηματοδότηση. Μα όποιος εμπόρευμα κάνει τον πόνο, για να γίνει αρεστός στους αφέντες, όποιος σκυλεύει τους νεκρούς, πλανάται αν νομίζει πως θα γλυτώσει από τα φαντάσματα τους.
Άκης Τζάρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου